Ο Γιάννης Ιωαννίδης, μία από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού που ενέπνευσε εκατομμύρια Ελληνες και αποτέλεσε έναν από τους κύριους λόγους εκτόξευσης του μπάσκετ, έφυγε σε ηλικία 78 ετών έπειτα από μια άνιση μάχη με τη νόσο Αλτσχάιμερ, βυθίζοντας στο πένθος την ελληνική αθλητική κοινότητα και φυσικά αυτή του Αρη καθώς αυτόν αγάπησε στη ζωή του.
Καμία από τις ιστορίες που τον συντροφεύουν και κινούνται στα όρια του αστικού μύθου δεν απέχει από την πραγματικότητα. Γιατί ο Γιάννης Ιωαννίδης υπήρξε ένας αυθεντικός οραματιστής, ένας χαρακτήρας κάθετα αντίθετος του όρου του «ακατόρθωτου». Ενα ατίθασο πνεύμα με δραστήριο βλέμμα και εύρος πνευματικής οξυδέρκειας. Ενας άνθρωπος ο οποίος γνώρισε τα βάσανα της ζωής από μικρή ηλικία, με καταγωγή από τη Γευγελή, καθώς έμεινε ορφανός σε ηλικία 11 ετών λόγω του πρόωρου θανάτου του δικηγόρου πατέρα του. Αυτό το συγκλονιστικό γεγονός τον χαλύβδωσε σαν χαρακτήρα αναπτύσσοντας παράλληλα τη στενή σχέση του με τη μητέρα του Ελένη την οποία αγαπούσε παθολογικά. Ενας πιτσιρικάς που αγάπησε το ποδόσφαιρο μη γνωρίζοντας ότι η μοίρα και το ριζικό του έλεγε κάτι άλλο, την ανάδειξή του στον κορυφαίο Ελληνα προπονητή μπάσκετ όλων των εποχών.
Η πρώτη επαφή του με την «πορτοκαλί μπάλα» χρονολογείται στις αρχές της δεκαετίας του ’60, τότε γνώρισε και τον μέντορά του, Ανέστη Πεταλίδη στον Αρη. Αυτός γρήγορα αντιλήφθηκε ότι αυτό το ξανθό και λεπτό παιδί ήταν… άλλο φρούτο. Στην πρώτη προπόνησή του με την ομάδα του Αρη δεν δείλιασε μπροστά στο «καψόνι» που του είχε ετοιμάσει ένας μπαρουτοκαπνισμένος παίκτης. Ηταν η μέρα που κατάλαβε ο θρυλικός Πεταλίδης τον τσαμπουκά του «οδοντογλυφίδα», όπως τον αποκαλούσε, πριν τελικώς του «κολλήσει» το παρατσούκλι του «ξανθού». Ως παίκτης, ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν εγκεφαλικός καθώς χρησιμοποιούσε περισσότερο την εξυπνάδα του και λιγότερο την ούτως ή άλλως τη «μετρημένη» σωματοδομή του. Φορώντας κοντά παντελονάκια δεν κατάφερε να κάνει την επανάσταση, να διαλύσει δηλαδή την κυριαρχία των ομάδων της Αθήνας, αν και το προσπάθησε πολύ. Κι αυτό που δεν κατάφερε φορώντας κοντά παντελονάκια, το πέτυχε ολοκληρωτικά όταν έβαλε μακρύ παντελόνι.
Οταν εμφανίστηκε ο Γιάννης Ιωαννίδης, ο Ανέστης Πεταλίδης κρέμασε τη φανέλα του. 17 χρόνια μετά, ο θρυλικός «μυταράς» έκρινε ότι ο «ξανθός» θα έπρεπε να αναλάβει την τεχνική ηγεσία του Αρη. Το εγχείρημα έμοιαζε παράτολμο ακόμη και για τον τότε πρόεδρο, Απόστολο Γεωργιάδη, μα έβαλε την υπογραφή του. Ο Ιωαννίδης εισήγαγε ένα διαφορετικό στιλ παιχνιδιού βλέποντας το γήπεδο σε μήκος και όχι σε πλάτος. Ο άνθρωπος που μισούσε την προπόνηση, ξαφνικά έγινε ο μεγαλύτερος θιασώτης της. Κι έτσι οδήγησε τον Αρη στην κατάκτηση εκείνου του Πρωταθλήματος (1979) το οποίο θεωρούσε μεγαλύτερο επίτευγμά του. Στις πολύωρες μεταμεσονύχτιες συζητήσεις που λάτρευε να κάνει, αυτόν τον τίτλο έβαζε στην κορυφή της καρδιάς του. Κι ας ήταν ο αρχιτέκτονας και εμπνευστής της Αυτοκρατορίας του Αρη. Κι ας δημιούργησε τη μοναδική ομάδα που κατάφερε να ενώσει όλη την Ελλάδα ξεπερνώντας τα ευρεία όρια του μύθου.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης ανέκαθεν πρέσβευε το διαφορετικό. Ως πεισματάρης… συνήθιζε να λέει ότι «εγώ είμαι μακεδονικό κεφάλι» υποδηλώνοντας ότι κανείς δεν μπορούσε να αλλάξει την άποψή του. Όπως εκείνο το καλοκαίρι του 1984 όταν εμπνεύστηκε τη μεταγραφή του Παναγιώτη Γιαννάκη στον Αρη. Είχε μια μοναδική ικανότητας συγκέντρωσης και ευθυγράμμισης όλων των δυνάμεων του Αρη κι αυτό έκανε μέχρι την επεισοδιακή αποχώρησή του από τον πάγκο το καλοκαίρι του 1990. Είχε πετύχει τα πάντα εκτός του ευρωπαϊκού τίτλου γιατί δεν τον άφησε το περιβόητο «σερβικό λόμπι», που έλεγαν και οι συνεργάτες του. Ακολούθησε ο Ολυμπιακός, η Εθνική ομάδα αλλά και η θέση του Υφυπουργού Αθλητισμού αλλά για την ελληνική αθλητική κοινότητα θα είναι πάντα χαραγμένη η εικόνα ενός ανθρώπου που ήξερε μόνο να νικά.
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news
Μπείτε στην παρέα μας στο instagram
Κάντε like στη σελίδα μας στο facebook