Ένα παιχνίδι
μέσα από τα «χέρια» του έχασε προχθές
στο Ολυμπιακό στάδιο ο ΠΑΟΚ, ένα ματς
που ήταν δικό του, αλλά δεν μπόρεσε να
πάρει τους τρείς υπερπολύτιμους βαθμούς
της νίκης. Και αυτή η νέα απώλεια βαθμών,
για αυτή την ομάδα που δείχνει ικανή να
διεκδικήσει το φετινό Πρωτάθλημα,
προκάλεσε έντονα συναισθήματα στους
πρωταγωνιστές.
Η τσαντίλα
ήταν έντονη μετά το τέλος του αγώνα,
όπως και η αυτοκριτική που είναι
απαραίτητη, τόσο από τον Φερέιρα και
τους συνεργάτες του, όσο και από τους
παίκτες, για να μην επαναληφθεί ανάλογο
σκηνικό, σε άλλο παιχνίδι. Η τσαντίλα
ήταν φανερή και στην τελευταία μεγάλη
φάση, στο έκτο λεπτό των καθυστερήσεων,
όταν έχασε την κλασική ευκαιρία ο
Σφιντέρσκι, εκεί όπου ο Τσιντώτας έκανε
την επέμβαση του αγώνα. Εγιναν όμως και
άλλα πολλά στο παιχνίδι. Χάθηκαν σπάνιες
ευκαιρίες από τον Τσόλακ στο πρώτο
ημίχρονο (ειδικά αυτή στο 9ο λεπτό με το
σούτ από την μικρή περιοχή ήταν η πιο
χαρακτηριστική), όπως και με τον Αντρίγια
Ζίβκοβιτς και στο τελευταίο δεκαπεντάλεπτο
του αγώνα με τον Σφιντέρσκι. Ο ΠΑΟΚ που
είχε την κατοχή, στο μεγαλύτερο διάστημα
του αγώνα, θα μπορούσε να κερδίσει με
μεγάλο σκορ. Πήρε όμως τον βαθμό της
ισοπαλίας με τον Μουργκ, μετά την σέντρα
του Μπίσεσβαρ και την κεφαλιά – πάσα
του Σφιντέρσκι.
Τσαντίλα για
τις χαμένες ευκαιρίες, αλλά και για το
γεγονός πως σε μία ανύποπτη φάση, ο
Ανσαριφάρντ έδωσε το προβάδισμα στην
ΑΕΚ.
Είναι όμως
και η αυτοκριτική που πρέπει να γίνει.
Από την στιγμή που διαπιστώνει ο
προπονητής, πως η ομάδα δεν κινδυνεύει
από τον αντίπαλο, θα μπορούσε να είχε
κάνει πιο έγκαιρα (χρονικά) τις αλλαγές.
Να αποσύρει τον έναν από τους τρεις
κεντρικούς αμυντικούς, να παίξει με
τετράδα στην άμυνα και με δύο παίκτες
στην κορυφή για να χτυπήσει στην καρδιά
της αντίπαλης άμυνας. Πρακτικά, μετά
την είσοδο του Σφιντέρσκι στο 68ο λεπτό
και ειδικά μετά την είσοδο του Μπίσεσβαρ
στο 80ο λεπτό, ο ΠΑΟΚ έγινε ο απόλυτος
κυρίαρχος, με φάσεις – «φωτιά» προς την
αντίπαλη εστία. Η μία εκ των οποίων,
έφερε το γκολ της ισοφάρισης.
Ο ΠΑΟΚ θα
κληθεί να αντιμετωπίσει, είτε εντός
έδρας, είτε εκτός έδρας και άλλες ομάδες
που θα παίζουν μαζικά στην άμυνα.
Αξιοποιώντας λοιπόν τους καλύτερους
και πιο έμπειρους παίκτες ο Φερέιρα και
αλλάζοντας την διάταξη, μπορεί να δώσει
στην ομάδα την δυνατότητα, όχι απλώς να
έχει μία ανούσια κατοχή της μπάλας, αλλά
να κλείσει τον αντίπαλο στα καρέ του
και να τον «σφυροκοπεί» για να πετύχει
το γκολ. Ο Φερέιρα μετά το τέλος του
αγώνα, έλεγε πως δεν είναι «κολλημένος»
σε ένα σύστημα που έχει επιλέξει. Πρέπει
όμως να το δείξει και στην πράξη. Η ομάδα,
έχει μεγάλες δυνατότητες, είναι όμως
αναγκαίο να πάρει βοήθειες από τον
πάγκο.
Όταν ο ΠΑΟΚ
αντιμετωπίζει ένα πιο ισχυρό αντίπαλο
(όπως η Μπενφίκα για παράδειγμα), το
σύστημα με τους τρείς κεντρικούς
αμυντικούς μπορεί να αποδώσει. Όταν
όμως οι περισσότεροι αντίπαλοι (μεταξύ
αυτών και η ΑΕΚ) αμύνονται μαζικά, πρέπει
να βρεθούν άλλοι τρόποι για να έρθουν
τα γκολ.
Η τσαντίλα
ήταν εμφανέστατη μέσα στα αποδυτήρια,
εκεί όπου οι παίκτες έλεγαν πως έχασαν
ένα παιχνίδι που ήταν «κομμένο και
ραμμένο» στα μέτρα του ΠΑΟΚ.