Να συνδέσεις το όνομα σου με τον σύλλογο που αγωνίζεσαι είναι κάτι σύνηθες στο χώρο του ποδοσφαίρου, αλλά να συνδεθείς με την Εθνική ομάδα της χώρας σου δεν είναι και το ευκολότερο. Ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης το κατάφερε, έγινε ο άνθρωπος των κρίσιμων γκολ για την "γαλανόλευκη", βοηθώντας τα μέγιστα ώστε η Ελλάδα να δώσει το παρών σε δύο συνεχόμενα Παγκόσμια Κύπελλα.
Μάλιστα, το πρώτο γκολ της Εθνικής Ελλάδας σε τελική φάση Μουντιάλ φέρνει το όνομα του πρώην διεθνή από τη Θεσσαλονίκη, σκοράροντας στη διοργάνωσης της Νότιας Αφρικής απέναντι στη Νιγηρία, ενώ ήταν πάλι εκείνος που στα play-offs των προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 πέτυχε το νικητήριο τέρμα για την Ελλάδα στο Ντόνετσκ, δίνοντας την πρόκριση στην Εθνική.
Ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης μίλησε αποκλειστικά στο Metrosport.gr και στον Κωστή Παναγιώτου για το όνειρο του Μουντιάλ, για το παιχνίδι με την Ουκρανία και την αρνητική περιρρέουσα ατμόσφαιρα από τον Τύπο, για τον "πατέρα" Ότο Ρεχάγκελ και τον Φερνάντο Σάντος, για την ένταση που υπήρχε στο αποδυτήρια της Εθνικής στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Βραζιλίας, το μέταλλο της ομάδας που οδήγησε την Ελλάδα στις 16 καλύτερες ομάδες του κόσμου και για πολλά ακόμη.
«Μικρός ήθελα να πάω να δω το Μουντιάλ 1998… που να φανταζόμουν ότι θα έπαιζα σε δύο με την Ελλάδα»
Τι σημαίνει για έναν ποδοσφαιριστή η συμμετοχή σε ένα Μουντιάλ;
«Αρχικά, να παίζεις στην Εθνική ομάδα είναι ύψιστη τιμή για έναν αθλητή, σε όποιο άθλημα και να είναι. Αν επικεντρωθούμε στο ποδόσφαιρο, είναι το μεγαλύτερο όνειρο ενός παιδιού, να παίξει με την Εθνική του ομάδα σε ένα Μουντιάλ. Το Παγκόσμιο Κύπελλο είναι ο πατέρας του ποδοσφαίρου, είναι ότι καλύτερο μπορεί να σου συμβεί ως ποδοσφαιριστής και αυτό αποτυπώνεται κιόλας στα γήπεδα του Μουντιάλ, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, η οργάνωση, η διαδικασία πριν, κατά τη διάρκεια του αγώνα και μετά, όλα διαφέρουν σε σχέση με όλες τις άλλες διοργανώσεις.
Θα σου πω μια ιστορία. Παρακολουθούσα το Μουντιάλ του 1994 που αγωνιζόταν η Εθνική ομάδα. Θυμάμαι είχα μεγάλη χαρά να δω τα παιχνίδια, οπότε ζήτησα από τον πατέρα μου να με πάει να παρακολουθήσω το επόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998. Όταν τον ρώτησα θα με πας, μου είπε ναι. Ο πατέρας μου το είπε για να μην τον ζαλίζω, γιατί ήταν πολύ δύσκολο να με πάει στο Μουντιάλ της Γαλλίας. Που να μου έλεγε τότε ότι κάποια στιγμή θα παίξεις εσύ σε ένα Μουντιάλ. Θα ήμουν το πιο ευτυχισμένο παιδί στη γη. Σκέψου ήθελα να πάω να παρακολουθήσω ένα Μουντιάλ, πόσο μάλλον να αγωνιστώ με την Εθνική.
Όταν παίζεις ποδόσφαιρο, όνειρό σου είναι να είσαι κάποια στιγμή εκεί. Βέβαια, όταν μιλάμε για όνειρα ενός παιδιού, δεν ξέρω κατά πόσο μπορεί να γίνουν πραγματικότητα. Για αυτό και μόνο το λόγο θεωρώ πως είμαι πολύ τυχερός και ευλογημένος που κατάφερα να παίξω σε δύο Μουντιάλ. Επίσης, ήταν δύο Παγκόσμια Κύπελλα τα οποία δεν ήταν στην Ευρώπη, την οποία γνωρίζαμε τόσα χρόνια, παίζοντας ευρωπαϊκούς αγώνες με τους συλλόγους μας, το ένα ήταν στην Αφρική και το άλλο στη Βραζιλία, οπότε υπήρχαν μεγάλες διαφορές στο κλίμα, στα γήπεδα και στην κουλτούρα του κόσμου».
«Πριν τη ρεβάνς με την Ουκρανία ο Τύπος μα είχε με το ενάμιση πόδι εκτός Μουντιάλ»
Για να φτάσετε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010 έπρεπε να περάστε το εμπόδιο της Ουκρανίας. Μετά το 0-0 στην Ελλάδα τι συναισθήματα επικρατούσαν καθώς πηγαίνατε να αγωνιστείτε στο Ντόνετσκ για τον επαναληπτικό;
«Το θυμάμαι πολύ έντονα αυτό. Το κλίμα ήταν πολύ βαρύ πριν τον επαναληπτικό στην Ουκρανία και αναφέρομαι στο κλίμα που επικρατούσε έξω από τα αποδυτήρια, έξω από τον στενό κύκλο της ομάδας. Νιώθαμε τον αρνητισμό από τον Τύπο, δεν πίστευαν ότι θα πάρουμε την πρόκριση, είχαμε και κάποιες ατυχίες όσο αφορά το ρόστερ, δεν ήμασταν πλήρεις. Ουσιαστικά μας είχαν με το ενάμιση πόδι εκτός Μουντιάλ.
Εμείς δεν είχαμε χάσει τη πίστη μας, εκείνη η ομάδα δεν χρειαζόταν εκείνο το παιχνίδι για να το αποδείξει. Όλα τα χρόνια είχε δώσει τα διαπιστευτήριά της και ετοιμαζόμασταν για ακόμα μια μάχη. Η ταυτότητα που είχε η Εθνική ήταν ένας για όλους και όλοι για έναν, αυτό μας οδήγησε στην πρόκριση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Νότιας Αφρίκης.
*Το γκολ του Σαλπιγγίδη απέναντι στην Ουκρανία που έδωσε το εισιτήριο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2010
Το να πετυχαίνεις γκολ για την ομάδα σου νομίζω είναι ότι καλύτερο για έναν ποδοσφαιριστή. Αλλά αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι οι στόχοι που πετυχαίνονται ομαδικά και όχι η ατομική επιτυχία. Απλά να πετυχαίνεις γκολ είναι ένα συναίσθημα που δεν μπορείς να το περιγράψεις με λέξεις, το αισθάνεσαι εκείνη τη στιγμή και οποιαδήποτε λέξη ακούγεται φτωχή, ειδικά όταν το γκολ σου δίνει τόσο σημαντική πρόκριση».
«Μετά τον αγώνα με τη Νιγηρία αντιλήφθηκα ότι ήμουν ο πρώτος σκόρερ της Εθνικής στη διοργάνωση»
Παρότι στο πρώτο παιχνίδι των ομίλων γνωρίσατε την ήττα από τη Νότιο Κορέα καταφέρατε να νικήσετε τη Νιγηρία. Πριν το παιχνίδι είχες σκεφτεί ότι μπορεί να είσαι ο πρώτος Έλληνας που θα σκοράρει σε τελική φάση Παγκοσμίου Κυπέλλου;
«Σε καμία περίπτωση δεν σκέφτηκα κάτι τέτοιο, όπως και στο παιχνίδι με την Ουκρανία, που πέτυχα το γκολ το οποίο μας έδωσε πρόκριση. Μπαίνοντας να παίξεις τόσο σημαντικά παιχνίδια το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι να κάνεις ένα καλό παιχνίδι και να το απολαύσεις, να κυνηγήσεις αυτό που σου προσφέρεται, δηλαδή με την Ουκρανία την πρόκριση και με τη Νιγηρία την πρώτη νίκη της Ελλάδας σε Μουντιάλ. Αυτά ήρθαν στη ροή του αγώνα.
Θεωρώ τυχερό τον εαυτό μου που έπαιξα σε τέτοια ματς και ακόμα πιο τυχερό που πέτυχα αυτά τα δύο σημαντικά τέρματα. Μετά το παιχνίδι αντιλήφθηκα ότι ήμουν ο πρώτος σκόρερ της Εθνικής στη διοργάνωση. Άμα δεις το πανηγυρισμό μου και τους ενός και του άλλου γκολ θα καταλάβεις πόσο έντονα το ζήσαμε όλοι στην ομάδα. Είναι από τα πιο σημαντικά σημεία της καριέρας μου, μιλώντας για το συναισθηματικό κομμάτι, όχι από πλευράς αριθμών».
*Ο πανηγυρισμός του Σαλπιγγίδη και των υπολοίπων παικτών της Εθνικής στο πρώτο γκολ της Ελλάδας σε Μουντιάλ
Στον αγώνα με τη Νιγηρία αγωνίστηκες σε όλο το 90λεπτο, αλλά στο επόμενο παιχνίδι με την Αργεντινή έμεινες στον πάγκο. Υπήρχε κάποιος τραυματισμός;
«Δεν υπήρχε κάποιο θέμα τραυματισμού. Περίμενα να παίξω αλλά τελικά δεν αγωνίστηκα ούτε ως αλλαγή. Ο προπονητής μου είπε ότι για λόγους τακτικής μένω εκτός ενδεκάδας και ότι θα με χρησιμοποιήσει ως αλλαγή κατά τη διάρκεια του αγώνα. Εν τέλει δεν με έβαλε γιατί υπήρχαν και κάποιες αναγκαστικές αλλαγές. Δεν ήμουν στο μυαλό του προπονητή, ούτε του ζήτησα εξηγήσεις γιατί ήταν και το τελευταίο του παιχνίδι στο πάγκο της ομάδας και πότε δεν έμαθα. Θα ήθελα να παίξω, δεν μου δόθηκε η ευκαιρία, αλλά στο ποδόσφαιρο δεν έρχονται τα πράγματα πάντα όπως τα θέλεις και σχεδιάζεις. Ο προπονητής αποφασίζει για αυτά και δεν υπήρξε ποτέ κανένα θέμα».
«Ο Ρεχάγκελ είχε μια διαφορετική προσέγγιση στην επαφή με τον αθλητή, μας συμβούλευε και με τη μορφή του πατέρα»
Μετά το γκολ με τη Νιγηρία ένιωσες ότι κουβαλάς κάποιο έξτρα βάρος στις πλάτες, λόγω της σημασίας του τέρματος;
«Όταν αγωνίζεσαι σε υψηλό επίπεδο και είσαι στην Εθνική ομάδα πάντα κρίνεσαι και ενδεχομένως κρίνεσαι πιο αυστηρά σε σχέση με άλλα παιδιά. Μαθαίνεις να ζεις με αυτό, αλλά πρέπει να είσαι σε θέση να μπορείς να το διαχειριστείς, ήταν κάτι που το είχα στην καριέρα μου, όπως και όλοι οι συμπαίκτες μου. Στην Εθνική ομάδα υπήρχε ένα διαφορετικό κλίμα, είχε ένα πολύ καλό κλίμα, είχε επιτυχίες, ουσιαστικά ήταν ένα άγχος εντελώς διαχειρίσιμο και για αυτό ερχόντουσαν και οι επιτυχίες. Επομένως δεν μας βάραινε το συναίσθημα ότι πρέπει να αποδείξουμε κάτι γιατί ήμασταν μια ενωμένη ομάδα».
Τι κρατάς από τη συνεργασία σου με τον Ότο Ρεχάγκελ;
«Ήταν ένας άνθρωπος που ήταν κοντά στους ποδοσφαιριστές, στήριζε τις επιλογές του, η Εθνική είχε συνήθως το ίδιο ρόστερ και κορμό. Ήταν ένας άνθρωπος που μας συμβούλευε με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μας έλεγε ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι όλη μας η ζωή, είναι ένα κομμάτι αυτής, υπάρχουν και άλλα πράγματα που έχουμε. Είχε μια διαφορετική προσέγγιση στην επαφή με τον αθλητή. Μας συμβούλευε και με τη μορφή του πατέρα».
«Το κλίμα δεν ήταν ευχάριστο στη Βραζιλία, υπήρχαν διάφοροι τριγμοί μεταξύ των ποδοσφαιριστών»
Το 2010 ανέφερες ότι υπήρχε καλό κλίμα στην ομάδα. Στο Μουντιάλ του 2014 αρκετοί διεθνείς έχετε δηλώσει ότι υπήρξε ένταση μέσα στα αποδυτήρια, ότι δεν υπήρχε ηρεμία που επικρατούσε τα προηγούμενα χρόνια. Ποιο ήταν το κλειδί για τη σχέση μεταξύ των ποδοσφαιριστών ώστε να καταγράψετε ακόμα μια επιτυχία, με την πρόκριση στα νοκ-άουτ;
«Όντως το κλίμα δεν ήταν ευχάριστο, υπήρχαν διάφοροι τριγμοί μεταξύ των ποδοσφαιριστών, υπήρχε μια αβεβαιότητα για το μετά, όσο αφορά το τιμόνι της ομάδας, καθώς ο Σάντος δεν είχε συμφωνήσει και τελικά έφυγε μετά το Μουντιάλ. Αυτό που κατάφερε η ομάδα με αυτές τις συνθήκες ήταν πολύ σημαντικό, γιατί όλα τα παιδιά ξέραμε ότι πάνω από όλα είναι η ομάδα και όχι εμείς. Το αίσθημα της επιβίωσης και η ταυτότητα που είχε μέσα στον αγωνιστικό χώρο έβγαιναν και ήρθε αυτή η επιτυχία. Η αλήθεια είναι ότι δεν πιάσαμε υψηλά στάνταρ, απλά ξέραμε πως πρέπει να κερδίσουμε ακόμα και με τους τριγμούς που υπήρχαν μέσα στην ομάδα».
Μετά την ήττα με 3-0 από την Κολομβία υπήρξε κάποια ομιλία ή συζήτηση μέσα στα αποδυτήρια;
«Δεν σε κρατάει μια ηγετική ομιλία σε τέτοιες συνθήκες, σε κρατάει η ταυτότητα και η προσωπικότητα του καθενός ξεχωριστά. Ακόμα και να υπάρχουν δύο άνθρωποι να μιλήσουν άμα δεν μπορούν οι υπόλοιποι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εκάστοτε κατάστασης δεν μπορεί να σε σώσει μια ηγετική ομιλία. Υπήρχαν πολλά παιδιά που ήταν σημαντικές προσωπικότητες, που μπορούσαν να ανταπεξέλθουν σε όλες τις συνθήκες. Επίσης, είχαμε καλό δέσιμο μεταξύ μας οι παίκτες και εκείνη η ομάδα είχε ταυτότητα, όλα αυτά ήταν το κλειδί της επιτυχίας».
Στους δύο αγώνες με Ακτή Ελεφαντοστού και Κόστα Ρίκα βρεθήκατε να κυνηγάτε το σκορ και παρόλα αυτά καταφέρατε να επιστρέψετε και τις δύο φορές. Αυτό ήταν αποτέλεσμα των προσωπικοτήτων που είχε η Εθνική;
«Το μέταλλο εκείνης της ομάδας ήταν ο λόγος. Το μέταλλο το δημιουργούνε οι ποδοσφαιριστές μαζί με τον προπονητή και το προπονητικό τιμ. Ήταν μια καλοδουλεμένη ομάδα. Είχε τους παίκτες και το προπονητικό τιμ ώστε να μπορέσει να επιβιώσει κάτω από δύσκολες συνθήκες, όπως και το κατάφερε».
«Η ατυχία χτύπησε τον Φάνη και την ομάδα στα πέναλτι με την Κόστα Ρίκα»
Είχατε κάποιο γούρι κατά τη διαδικασία των πέναλτι με την Κόστα Ρίκα;
«Δεν είχαμε κάποιο γούρι, ήμασταν απλά αγκαλιά και περιμέναμε να χτυπήσουμε τα πέναλτι. Επέλεξε ο προπονητής κάποιους και τα παιδιά συμφώνησαν, όλοι ένιωθαν καλά. Το πέναλτι είναι όμως και θέμα τύχης. Δεν θεωρώ πως ο Φάνης ( σ.σ. Γκέκας ) χτύπησε άσχημα το πέναλτι, απλά ήταν άτυχος, ήταν ένας καλός τερματοφύλακας και το έπιασε. Μια χαρά το χτύπησε, απλά η ατυχία χτύπησε τον Φάνη και την ομάδα.
Δεν έφταιγε ο Φάνης. Απλά του δώσαμε το χέρι και τον αγκαλιάσαμε. Σε τέτοιες περιπτώσεις δεν πρέπει να κοιτάμε ποιος φταίει, αλλά να σηκώσουμε το κεφάλι και να προχωρήσουμε. Ήταν το τελευταίο παιχνίδι της σεζόν, θέλαμε όλοι να περάσουμε αλλά δεν έγινε».
Το παιχνίδι με την Κόστα Ρίκα είναι το παιχνίδι που θα ήθελες να ξανά παίξεις με την Εθνική;
«Σίγουρα. Ήταν μια ομάδα στα μέτρα μας, ήταν μια ομάδα που μπορούσαμε να αποκλείσουμε, ήταν απλά πιο τυχερή από εμάς και προκρίθηκε. Ήμασταν μπροστά σε μια πολύ μεγάλη πρόκληση. Μετά το Ευρωπαϊκό του 2004 ήταν μια ευκαιρία για εμάς να φτάσουμε στους 8 του κόσμου. Και στους 16 που παίξαμε ήταν τεράστια επιτυχία, αλλά σκέψου να κάναμε ένα βήμα παραπέρα. Δεν τα καταφέραμε και κρατάμε τις όμορφες εμπειρίες και τις στιγμές. Και σίγουρα την επιτυχία που φτάσαμε μέχρι του 16 του κόσμου με την Εθνική μας ομάδα».
«Όλοι θέλαμε να μείνει ο Σάντος, ήταν ο καλύτερος προπονητής που συνεργάστηκα»
Αναφέρθηκες νωρίτερα στην αβεβαιότητα που επικρατούσε για το μέλλον του Φερνάντο Σάντος. Δεν υπήρχε καμία ενημέρωση αν θα μείνει ή θα φύγει;
«Δεν γνώριζε κανένας τι θα γίνει και τελικά αποχώρησε. Όλοι θέλαμε να μείνει ο Σάντος, γιατί ήταν ένας προπονητής οποίος είχε φτιάξει μια πολύ καλή ομάδα. Βρήκε μια καλή ομάδα και τη βελτίωσε σε πάρα πολλά στοιχεία. Δεν γνωρίζω τον ακριβής λόγο που αποχώρησε, είχε να κάνει με τη διοίκηση της Εθνικής και τον ίδιο τον προπονητή, αλλά δεν γνωρίζω τους ακριβείς λόγους».
Τι σου έχει μείνει από τη συνεργασία σου με τον Σάντος;
«Κέρδιζε τον σεβασμό των ποδοσφαιριστών, δεν χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να το καταφέρει. Υπήρχε αρχή, μέση και τέλος στη λειτουργία της ομάδας, μιλάμε για 24 ώρες τριβή, δηλαδή υπάρχουν στιγμές χαλάρωσης και στιγμές που πρέπει όλοι να συγκεντρωθούν για το φαγητό, για την ομιλία, για το βίντεο που έπρεπε να παρακολουθήσουμε. Επίσης, υπήρχε πολύ καλό σκάουτινγκ, είχε καλούς συνεργάτες που μας προετοιμάζανε κατάλληλα για ποιους θα αντιμετωπίσουμε και που πρέπει να επικεντρωθούμε. Σε όλα του λειτουργούσε με άρτιο τρόπο, ήταν πάρα πολύ οργανωτικός. Ήταν ο καλύτερος προπονητής που συνεργάστηκα στην καριέρα μου».
«Δεν υπήρχαν κλίκες στην Εθνική ομάδα, υπήρχαν παρέες»
Υπήρχαν μεγάλες διαφορές ανάμεσα στην Εθνική του 2010 και του 2014;
«Μεγάλες διαφορές δεν υπήρχαν όσο αφορά την προσέγγιση. Η διαφορά ήταν η ένταση που υπήρχε στα αποδυτήρια το 2014, σε σχέση με το Μουντιάλ της Αφρικής. Υπήρχε η ανυπομονησία να πας σε ένα μεγάλο τουρνουά, ενώ για αρκετούς ήταν η δεύτερη φορά. Δεν υπήρχε η ηρεμία του 2010. Όσο αφορά όμως το αγωνιστικό κομμάτι, όταν η ομάδα έμπαινε στο γήπεδο ήξερε τι ήθελε και τα κατάφερνε μια χαρά, ότι σχέσεις και να υπήρχαν μεταξύ των παιδιών. Εξάλλου και πριν που δεν υπήρχε κανένα απολύτως πρόβλημα ο καθένας επέλεγε τις παρέες του, δεν ήταν μια ομάδα που ήταν 20 συμπαίκτες ενωμένοι, αναφέρομαι εκτός αγωνιστικού χώρου.
Όταν κάποιος περνάει χρόνο με την παρέα του δεν σημαίνει ότι δεν έχει καλές σχέσεις με τους άλλους, απλά το 2014 είχαν αυξηθεί οι στιγμές έντασης, είχε χαθεί λίγο ο έλεγχος γενικά, όχι απαραίτητα από τον Σάντος, αλλά και από τους ίδιους τους παίκτες. Δεν υπήρχαν κλίκες στην Εθνική ομάδα, υπήρχαν παρέες. Αυτό συνέβαινε σε όλες τις ομάδες που αγωνίστηκα, ο καθένας επέλεγε την παρέα του, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι κλίκα».
Πέρα από το οικογενειακό κλίμα, υπάρχει κάποιο άλλο στοιχείο που είναι σημαντικό για μια Εθνική ομάδα;
«Σίγουρα να έχεις καλούς ποδοσφαιριστές, να έχεις παίκτες που είναι έτοιμοι να θυσιαστούν για το καλό της ομάδας. Να βάζουν πιο ψηλά το εμείς από το εγώ. Αν ο καθένας κοιτάει το προσωπικό του όφελος κάποια στιγμή σε μια δύσκολη καμπή είτε ενός αγώνα, είτε μιας περιόδου τα προβλήματα θα βγουν στην επιφάνεια. Μπροστά υπάρχει το σήμα της Εθνικής και πίσω το όνομα. Αν τα βάλουμε και στο μυαλό μας σε σωστή σειρά έτσι πρέπει να λειτουργούμε. Πρώτα η ομάδα και μετά εμείς, μέσα από την ομάδα θα διακριθούμε και εμείς ως μονάδες».
«Οι επιτυχίες της Εθνικής έπρεπε να ευαισθητοποιήσουν του Έλληνες παράγοντες ώστε να φτιάξουν το ελληνικό ποδόσφαιρο»
Από την τεράστια επιτυχία της Εθνικής το 2004 έχει ξεκινήσει η συζήτηση αν μπορεί να υπάρχει συσχέτιση της πορείας της Εθνικής ομάδας με τα όσα συμβαίνουν στα ελληνικά γήπεδα;
«Σε μια Εθνική ομάδα πολλοί ποδοσφαιριστές μπορεί να παίζουν στην Ευρώπη, αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο που αναδεικνύει τη διαφορά. Απλά πρέπει να εμπνεόμαστε από τις επιτυχίες της Εθνικής και να κοιτάμε πως μπορούμε να βελτιωθούμε για να φτιάξουμε το ελληνικό ποδόσφαιρο. Οι επιτυχίες έπρεπε να ευαισθητοποιήσουν του Έλληνες παράγοντες ώστε να φτιάξουν το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτοί οι ποδοσφαιριστές που πήραν το Euro ήταν 23, δεν μπορούν να φτιάξουν όλο το ελληνικό ποδόσφαιρο 23 παιδιά που πήγαν στα γήπεδα της Πορτογαλίας και έφεραν το τρόπαιο.
Οι παράγοντες και οι ομάδες πρέπει να το αλλάξουν και ο τρόπος που λειτουργούν. Πως 23 παίκτες θα αλλάξουν το ελληνικό ποδόσφαιρο; Όταν αρκετοί από αυτούς έπαιζαν στο εξωτερικό. Εκ των πραγμάτων δεν γίνεται, γιατί είναι σε άλλη χώρα και αυτοί που είναι στην Ελλάδα είναι λίγοι. Την Ομοσπονδία πρέπει να την προβληματίσει αν αυτά παιδιά πρέπει να έχουν κάποια θέση».