Η μπάλα του έκανε το χατίρι, πήρε τα φάλτσα που έπρεπε και κατέληξε στα δίχτυα. Ο Ραφίνια άνοιξε το σκορ στην αναμέτρηση της Λιντς με την Λέστερ και αφιέρωσε το γκολ του στην τραγουδίστρια, Μαρίλια Μεντόνσα, η οποία έφυγε από τη ζωή σε τραγικό αεροπορικό δυστύχημα.
Στο 26ο λεπτό της αναμέτρησης ο Βραζιλιάνος ανέλαβε να εκτελέσει ένα κερδισμένο φάουλ και με αριστοτεχνικό τρόπο παραβίασε την αντίπαλη εστία. Όταν τα δίχτυα κουνήθηκαν, έβγαλε την μπλούζα και από μέσα εμφανίστηκε μια δεύτερη, η οποία είχε αφιέρωση για την άτυχη καλλιτέχνη.
Αυτό ήταν και το πέμπτο φετινό γκολ του 24χρονου εξτρέμ. Ο Μαρσέλο Μπιέλσα τον έχει εμπιστευτεί σε 10 παιχνίδια στο αγγλικό πρωτάθλημα και σε όλα έχει βρεθεί στο αρχικό σχήμα. Μόλις σε τρία αντικαταστάθηκε και στα δύο ήταν λόγω τραυματισμού.
Ο Ραφίνια έχει μεγαλώσει σε μια από τις φαβέλες της Βραζιλίας, έχει ξεφύγει από τα ναρκωτικά, σκέφτηκε να τα παρατήσει μετά από πολλά «χαστούκια» και να γίνει κουρέας ενώ στάζει μέλι για Ροναλντίνιο και Μπιέλσα.
«Απειλήθηκε» η ζωή του
Μικρός συμμετείχε στα τουρνουά Βάρζια της πατρίδας του. Ήταν πολλές οι φορές που φοβήθηκε για τη ζωή του όταν άκουγε έξω από την πόρτα των αποδυτηρίων τους φιλάθλους να απειλούν τους παίκτες ότι αν δεν κερδίσουν θα βρεθούν νεκροί.
Οι άνθρωποι στη Βραζιλία γνωρίζουν τι είναι τα βάρζια αλλά «αν δεν το ζήσεις, δεν μπορείς να το καταλάβεις», όπως έχει παραδεχθεί. Είναι μια «άγρια δύση», ένα δίκτυο ανεξάρτητων αγώνων που διοργανώνονται από την τοπική κοινότητα. Το επίπεδο είναι χαμηλότερο από των ακαδημιών.
Οι παίκτες εκεί δεν χρειάζονται συμβόλαιο. Παίζουν στο χώμα και στη ζέστη. Μπάλα δεν υπάρχει. Κάποιος θα τη φέρει από το σπίτι του. Συχνά τα δίχτυα και τα δοκάρια απουσιάζουν. Μπορεί μια ομάδα να εμφανιστεί και χωρίς φανέλες. Οι άνθρωποι εκεί παίζουν με θυμό, σα να εξαρτάται η ζωή τους από αυτό.
Το θετικό είναι ότι οι απειλές, έμεναν απλά στα λόγια. Οι οπαδοί προσπαθούσαν να παίξουν με το μυαλό των παικτών. Ωστόσο, ήταν συχνό το φαινόμενο, τα αφεντικά της εκάστοτε κοινότητας να στέκονται γύρω από το γήπεδο με όπλα.
Είναι περήφανος που έπαιξε σε πολλά τέτοια τουρνουά. Έμαθε να είναι σκληρός και να αγωνίζεται με πίεση. Ήταν μια δύναμη ώθησης για τον ίδιο.
Έχει δύο οικογένειες
Μια στο σπίτι και μια στους δρόμους. Όταν μεγαλώνεις σε φαβέλα στο Πόρτο Αλέγκρε, μαθαίνεις γρήγορα ότι δεν μπορείς να ζήσεις μόνος σου. Οι φίλοι είναι απαραίτητοι, είναι μια δεύτερη οικογένεια. Βρίσκονται δίπλα σου όχι απλά για παρέα αλλά και για προστασία.
Το Restiga, στο οποίο μεγάλωσε, είναι μακριά από το κέντρο της πόλης και συχνά χρειαζόταν να φύγουν το πρωί και να γυρίσουν το βράδυ σπίτι για να παίξουν μερικά παιχνίδια. Ήταν ένα μεγάλο ταξίδι και τις περισσότερες φορές, το έκαναν νηστικοί αφού δεν υπήρχαν χρήματα.
Δε δίσταζαν να ρωτήσουν τους περαστικούς στο δρόμο για φαγητό. «Όταν κανείς μας δεν είχε φαγητό, ρωτούσαμε αγνώστους στο δρόμο. Έπρεπε πραγματικά να είσαι απελπισμένος για να το κάνεις αυτό, αλλά ήμασταν αρκετά πεινασμένοι. Το πρόβλημα ήταν ότι ο κόσμος μας φοβόταν. Μόλις είχαμε παίξει ποδόσφαιρο και ήμασταν βρώμικοι και ιδρωμένοι. Πώς να πιστέψουν ότι δεν θέλαμε να τους ληστέψουμε;».
Επαίτης γινόταν σπάνια. Οι γονείς του δούλευαν σκληρά για να έχουν ένα κομμάτι ψωμί στο τραπέζι. Το σπίτι τους ήταν αρκετά μικρό. Μοιραζόταν ένα υπνοδωμάτιο με τους γονείς και τον μικρότερο αδερφό του ενώ εκεί βρισκόταν και τα σκυλιά και οι γάτες που είχαν.
Πήγε σε πάρτι του Ροναλντίνιο
Από μικρός ήθελε να μοιάσει στο Ροναλντίνιο. Του άρεσαν πολύ όσα έκανε στον αγωνιστικό χώρο και δεν έχανε στιγμή να απολαύσει τα παιχνίδια του.
Όταν είχε υπογράψει στην Μπαρτσελόνα, έκανε ένα πάρτι στο σπίτι του. Στεκόταν στην πόρτα και υποδεχόταν με ένα πλατύ χαμόγελο τους πάντες. «Όταν με είδε, με πήρε αγκαλιά και περπάτησε μαζί μου. Είχα παγώσει. Δεν ήξερα πως να αντιδράσω. Ήταν το καλύτερο πάρτι που είχα πάει», θυμάται.
Ακόμη και τώρα, παρακολουθεί βίντεο με τις ενέργειες του Βραζιλιάνου και θα ήθελε πολύ να του μοιάσει.
Ξέφυγε από τα ναρκωτικά
Παίζοντας στα τουρνουά βάρτζια, ξόδευε πολλά περισσότερα από όσα μπορούσε να αντέξει οικονομικά η οικογένεια του καθώς τα ταξίδια ήταν αρκετά και οι αποστάσεις μεγάλες. Έπρεπε να πηγαίνει από κοινότητα σε κοινότητα. Στόχευε να ενταχθεί σε μια ακαδημία και να έχει ένα μηνιαίο εισόδημα για να μπορεί να βοηθήσει και την οικογένεια του.
Δεν ήταν καθόλου εύκολο να συμβεί αυτό και στη φαβέλα, όπου ζούσε, θα μπορούσε να βρει εύκολα χρήματα με διάφορους μη νόμιμους τρόπους. Είχε χάσει αρκετούς φίλους που είχαν μπλέξει.
Ευτυχώς, ο ίδιος έμεινε μακριά από όλα αυτά καθώς οι γονείς του είχαν φροντίσει να του εξηγήσουν πως λειτουργήσει ο κόσμος αυτός και να τον συμβουλεύσουν ότι σε περίπτωση που μπλέξει τη μια μέρα μπορεί να είναι ζωντανός και την άλλη νεκρός.
Θα γινόταν κουρέας
Μέχρι τα 18 του χρόνια είχε δοκιμάσει την τύχη του σε αρκετές ακαδημίες αλλά πάντα έβλεπε την πόρτα να κλείνει. Πριν κλείσει τα 19, έκανε προπόνηση με την Κ19 της Αβάι. Βρισκόταν έξι ώρες μακριά από το σπίτι του. Ήθελε όσο τίποτα άλλο να κερδίσει ένα συμβόλαιο αλλά ένας τραυματισμός του το στέρησε. Δεν κατάφερε να μπει στην ομάδα και του ζητήθηκε να προπονείται μόνος.
Η απογοήτευση ήταν μεγάλη και χωρίς να το σκεφτεί πήρε τον πατέρα του τηλέφωνο και του ζήτησε να πάει να τον πάρει. Γυρίζοντας σπίτι συζήτησε με τους γονείς του και όταν άκουσε τη μητέρα του να του λέει ότι εάν σταματήσει το ποδόσφαιρο, θα πρέπει να βρει μια άλλη δουλειά, κάτι μέσα του ταρακουνήθηκε.
Δεν είχε τελειώσει το σχολείο και θα έπρεπε να εργαστεί σε κάποιο σούπερ μάρκετ ή σε κουρείο. Δεν θα ήταν εύκολο. Έβλεπε και τη μητέρα του, η οποία είχε αλλάξει πολλές δουλειές. Υπήρχε κομμώτρια, μανικιουρίστα, πωλήτρια αρωμάτων και ρούχων, σερβιτόρα μέχρι που πήγε σχολείο, πήρε πτυχίο και έγινε δασκάλα.
Ήθελε από τα επτά του χρόνια να γίνει ποδοσφαιριστής, είχε περάσει τόσα, δεν μπορούσε να τα παρατήσει. Το σκέφτηκε καλά και αποφάσισε να κάνει λίγη ακόμη υπομονή.
Ο ταπεινός Μπιέλσα
Στην πρώτη προπόνηση της Λιντς, πήρε την μπάλα και άρχισε να παίζει μόνος του. Κάποια στιγμή ένιωσε ένα χτύπημα στην πλάτη. Γύρισε και είδε τον Μπιέλσα. «Είναι ο πιο ταπεινός προπονητής που έχω συναντήσει στη ζωή μου, με έκανε να χαλαρώσω αμέσως. Με καλωσόρισε και είπε ότι βρισκόταν εκεί για να με βοηθήσει.
Στις πρώτες προπονήσεις σταματούσε το παιχνίδι, με έπαιρνε στην άκρη και μου εξηγούσε τι ακριβώς ήθελε από εμένα. Πού πρέπει να κινούμαι και τι αποφάσεις να παίρνω. Του χρωστάω πολλά».
«Φοβήθηκα ότι θα χάσω το πόδι μου»
Προς τα τέλη της περασμένης αγωνιστικής περιόδου, δέχθηκε ένα φάουλ από τον Φερναντίνιο και έπεσε στο χορτάρι. Ήταν ένα δυνατό χτύπημα στο μηρό. «Είμαι συνηθισμένος από τα βάρζια, όπου πρέπει να σπάσει το πόδι για να σε προσέξουν, ειδάλλως βάζεις απλά πάγο. Έτσι, «γύρισα, κοίταξα τον Μπιέλσα και του είπα θα είμαι καλά σε δυο ή τρεις ημέρες».
Όταν γύρισε σπίτι, έβγαλε τον επίδεσμο και είδε ότι το πόδι του είχε πρηστεί. Η αρτηριακή του πίεση είχε πέσει. Κάλεσε αμέσως τον γιατρό και πήγε στο νοσοκομείο. Ο πόνος ήταν τόσο έντονος που χρειάστηκε να κάνει αναισθησία. Δυσκολευόταν να περπατήσει.
Οι γιατροί έκαναν λόγο για εσωτερικό αιμάτωμα και του είπαν ότι θα χρειαστεί να μπει στο χειρουργείο. Ήταν η πρώτη φορά που θα έκανε εγχείρηση. Ο πόνος όσο περνούσε ο χρόνος γινόταν αφόρητος και φοβήθηκε ότι θα έχανε το πόδι του.
Η επέμβαση ήταν επιτυχής. Δεν υπήρχε κάποιος θρόμβος, και του χορηγήθηκαν παυσίπονα. Την επόμενη μέρα επέστρεψε σπίτι του αλλά μετά από τρία 24ωρα ο πόνος επέστρεψε. Έπρεπε να αφαιρεθεί περισσότερο αίμα. Πήγε στο νοσοκομείο τρεις με τέσσερις φορές. Οι γιατροί έκαναν καλή δουλειά και μπορεί να έχασε τα παιχνίδια κόντρα σε Λίβερπουλ, Γιουνάιτεντ και Μπράιτον, όμως πήρε κάποια λεπτά κόντρα στην Τότεναμ.
Ο Ραφίνια είναι ένας «πολεμιστής». Γνωρίζει τον τρόπο να μάχεται και να ξεπερνά τις αντιξοότητες. Η ζωή του τού έμαθε πως πρέπει να μοχθήσεις για να έχεις έστω και τα προς το ζην.