Αγαπητή Metrosport
Δέκα χρόνια στην Ευρώπη, ο Σίντζι Καγκάβα έκανε σπουδαία καριέρα. Τα εννιά από τα δέκα, με Μάντσετσερ Γιουνάιτεντ και Ντόρτμουντ, ήταν στην πρώτη γραμμή αναγνωρισιμότητας και δημοφιλίας, χάρη στη σταθερά καλή απόδοσή του, τις πολλές ασίστ που μοίραζε, αλλά και στην ικανότητά του στο σκοράρισμα. Μεγάλος παίκτης, κακά τα ψέματα. Ομως, μεγάλος παίκτης ΗΤΑΝ. Το αν εξακολουθεί να είναι, θα φανεί στην πράξη.
Το 2019, αφού έκανε ένα εξάμηνο πέρασμα από την Μπεσίκτας και το 2020, ως παίκτης της Σαραγόσα, ήταν μάχιμος, αλλά πολύ μακριά από τα νούμερά του και το καλοκαίρι του 2020 έμεινε ελεύθερος. Ελεύθερος αλλά και χωρίς ομάδα, μέχρι να έρθει στον ΠΑΟΚ. Οπότε, θα ψάξει τώρα να ξαναβρεί τον καλό εαυτό του μετά από απραξία τουλάχιστον επτά μηνών και μετά από δεκαενιά μήνες από τότε που έπαψε να είναι ο παίκτης που όλοι ήξεραν.
Δεν είναι εύκολο. Και γίνεται δυσκολότερο από τη στιγμή που σε λίγο, στις 17 Μαρτίου, θα κλείσει τα 32 και θα μπει στα 33. Προφανώς οδεύει προς τη δύση της ποδοσφαιρικής καριέρας του και, όπως και να το κάνουμε, το βράδυ δεν μοιάζει ούτε με το πρωί, ούτε με το μεσημέρι, ούτε καν με το απόγευμα. Εχει (αν έχει) πολύ λιγότερη λάμψη...
Τον είδαμε για ένα μισάωρο στο πρόσφατο ματς του ΠΑΟΚ με τη Λάρισα. Δεν χρειαζόταν να είσαι βαθύς γνώστης του ποδοσφαίρου για να καταλάβεις ότι πρόκειται για πάστα μεγάλου παίκτη. Η υποδοχή της μπάλας, η κάθε επαφή μαζί της, το κεφάλι που είναι πάντα ψηλά για να βλέπει γήπεδο και η επιμονή στην πάσα μπροστά και όχι πίσω, αρκούν για να εξηγήσεις τους λόγους για τους οποίους διακρίθηκε σε υψηλό επίπεδο. Ταυτόχρονα, δεν ήταν δύσκολο να καταλάβεις ότι είναι πολύ βαρύς σε σχέση με τον παλιό Καγκάβα μετά από έξι-επτά μήνες απροπονησίας και απουσίας από αγώνες. Συνεπώς, εδώ δεν τίθεται θέμα αν έχασε την ποιότητά του, γιατί το να ξέρεις μπάλα είναι σαν το ποδήλατο. Δεν ξεχνιέται ποτέ. Το θέμα είναι αν μπορεί να φτάσει σε ένα επίπεδο φυσικής κατάστασης που να του επιτρέπει να ξεδιπλώνει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Αν κάποια στιγμή, δηλαδή, θα μπορεί και πάλι το σώμα του να ανταποκρίνεται στις υψηλές απαιτήσεις που έχει προ πολλού δημιουργήσει η ποδοσφαιρική αξία του.
Πιστεύω ότι με τις Λάρισες, τις Λαμίες και τους Παναιτωλικούς δεν θα δυσκολεύεται ιδιαίτερα. Αλλά για τα πιο δύσκολα ματς, τα ντέρμπι, δηλαδή, τα πλέι οφ, τους ημιτελικούς και τον τελικό του Κυπέλλου, πρέπει να δουλέψει πάρα πολύ σκληρά για να δικαιολογήσει την προυπηρεσία του στα γήπεδα και τη φήμη του. Μαζί του, βέβαια, πρέπει να δουλέψει και ο Πάμπλο Γκαρσία, για να τον βοηθήσει να επανέλθει και να τον αξιοποιήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
ΥΓ. Σε κάθε περίπτωση, είναι ένα τρομερά ενδιαφέρον στοίχημα. Πολύ σπάνια έρχονται στην Ελλάδα τόσο μεγάλα ονόματα, έστω και στα “γεράματά” τους.