Εάν δεν κοιμάστε σε ένα ολοσκότεινο δωμάτιο με κλειστά τα παντζούρια, τότε σύμφωνα με Κινέζους επιστήμονες, κινδυνεύει η υγεία της καρδιάς σας. Πιο συγκεκριμένα, στην έρευνά τους, που δημοσιεύτηκε στο Stroke, παρατήρησαν ότι όσοι κρατούσαν τις περσίδες ανοιχτές, διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου έως και κατά 43%.
Ωστόσο, υπάρχει εξήγηση, σύμφωνα με τους ερευνητές, καθώς με αυτό τον τρόπο, μπορούν να εισχωρήσουν στο δωμάτιο το φως από τα φώτα του δρόμου, μαζί όμως και η φωτορύπανση από την κίνηση των αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα να παρεμβαίνουν στον φυσικό κύκλο ύπνου-αφύπνισης του σώματος. Συνεπώς, ο ανεπαρκής ύπνος επιβαρύνει τόσο την καρδιά όσο και άλλα όργανα.
«Η μελέτη μας υποδηλώνει ότι τα υψηλότερα επίπεδα έκθεσης σε εξωτερικό τεχνητό φως τη νύχτα μπορεί να αποτελούν παράγοντα κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο. Γι’ αυτό, συμβουλεύουμε τους ανθρώπους που κατοικούν σε αστικά περιβάλλοντα να μειώσουν αυτή την έκθεση» επισημαίνει ο Δρ Jain-Bing Wang, ειδικός σε θέματα δημόσιας υγείας και ερευνητής της μελέτης.
Για να διερευνήσουν την επίδραση του τεχνητού φωτός στη λειτουργία της καρδιάς, οι ερευνητές μελέτησαν 28.300 άτομα από την κινεζική πόλη-λιμάνι Ningbo, περίπου 120 μίλια νότια της Σαγκάης. Οι συμμετέχοντες ήταν κατά μέσο όρο 62 ετών και δεν είχαν ιστορικό καρδιαγγειακής νόσου, όπως εγκεφαλικό επεισόδιο ή ανεύρυσμα.
Καθένας από τους συμμετέχοντες παρακολουθήθηκε για έξι χρόνια – από το 2015 έως το 2021 – με τους επιστήμονες να καταγράφουν περιπτώσεις εγκεφαλικού επεισοδίου ή άλλων αντίστοιχων νόσων μέσω των ιατρικών αρχείων των νοσοκομείων. Συνολικά, εντόπισαν 1.278 περιπτώσεις, εκ των οποίων οι 900 αφορούσαν σε εγκεφαλικά επεισόδια.
Εκτιμώντας τη φωτορύπανση που αντιστοιχούσε σε κάθε ασθενή, για τις ανάγκες της ανάλυσης, χρησιμοποίησαν δορυφορικές εικόνες. Τα αποτελέσματα προσαρμόστηκαν ανάλογα με την ηλικία, το φύλο και το εισόδημα για να υποδηλώσουν τον κίνδυνο και την επιρροή της φωτορύπανσης.
«Η έκθεση σε έντονο τεχνητό φως τη νύχτα θα μπορούσε να επηρεάσει τον κιρκάδιο ρυθμό του σώματος, καταστέλλοντας την έκκριση μελατονίνης. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε αλλαγές σε βιολογικούς δείκτες, όπως σε αύξηση των επιπέδων τριγλυκεριδίων, της αρτηριακής πίεσης και της γλυκόζης στο αίμα, παράγοντες δηλαδή καρδιαγγειακού κινδύνου» επισημαίνει ο Δρ Wang.
Συνδυαστικά, η μελέτη εξέτασε επίσης τον κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου από την ατμοσφαιρική ρύπανση. Όπως διαπιστώθηκε, όσοι ζούσαν σε περιοχές με τα υψηλότερα επίπεδα PM10 – μια μικροσκοπική ένωση που απελευθερώνεται από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων – είχαν έως και 50% υψηλότερο κίνδυνο να πάσχουν από καρδιαγγειακή νόσο, σε σύγκριση με όσους εκτέθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδα. Αντίστοιχα, όσοι εκτέθηκαν σε υψηλότερα επίπεδα σωματιδίων PM2.5 – μιας μικρότερης ουσίας που εκλύεται από τα αυτοκίνητα- διέτρεχαν 41% υψηλότερο κίνδυνο και, τέλος, όσοι εκτέθηκαν σε οξείδιο του αζώτου, παρουσίασαν 31% υψηλότερο κίνδυνο.
«Παρά τις σημαντικές προόδους στη μείωση των παραδοσιακών παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως το κάπνισμα, η παχυσαρκία και ο διαβήτης τύπου 2, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη οι περιβαλλοντικοί παράγοντες στις προσπάθειές μας να μειώσουμε την παγκόσμια επιβάρυνση των καρδιαγγειακών παθήσεων» καταλήγει ο Δρ Wang.
πηγή: ygeiamou