Η ένοπλη εισβολή των διαδηλωτών-οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στον ιερό χώρο της Δημοκρατίας, στο Καπιτώλιο, ήταν το μεγαλύτερο χτύπημα που θα μπορούσε να δεχτεί η χώρα-φάρος του σύγχρονου δημοκρατικού και πολιτισμένου δυτικού κόσμου.
Ηταν νομοτελειακά βέβαιο, όμως, ότι αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε κάτι τόσο βαρύ, τόσο ακραίο, τόσο αποκρουστικό. Ολοι το καταλαβαίναμε ότι προς τα κει οδηγεί τα πράγματα ο ακραίος λαϊκιστής ηγέτης της πιο ισχυρής Δημοκρατίας στον κόσμο, ο Ντόναλντ Τραμπ, προκειμένου να μπορεί να έχει ένα αφήγημα, για να μπορεί να διατηρείται στην επικαιρότητα μέσα από τις αστήρικτες καταγγελίες περί νοθείας στις εκλογές, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν σε κανένα δικαστήριο.
Η ρητορική του μίσους, ο ρατσισμός, ο διχασμός, οι συνεχείς επιθέσεις στα ΜΜΕ και ο δήθεν αντισυστημισμός, καλλιέργησαν το κλίμα για να υπάρξουν αυτές οι έξαλλες αντιδράσεις που σε ζωντανή μετάδοση παρακολούθησαν οι πολίτες σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Αντιδράσεις που υποκινήθηκαν από τον πρόεδρο των ΗΠΑ και οδήγησαν στις πιο ντροπιαστικές εικόνες που θα μπορούσε κανείς να παρακολουθήσει, με προέλευση μια χώρα παγκόσμια δύναμη, με ισχυρούς θεσμούς, που αρέσκεται να περηφανεύεται γι' αυτούς και να τους προβάλλει.
Εναντίον αυτών των θεσμών-πυλώνων της αμερικανικής δημοκρατίας επιτέθηκαν οι κινητοποιημένοι από την ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ οπαδοί του, διεισδύοντας δια της βίας μέσα στο Καπιτώλιο και θυμίζοντάς μας πόσο μεγάλος κίνδυνος είναι και πόσο διαλυτικά μπορεί να λειτουργήσει ακόμη και για χώρες υπερδυνάμεις ο ακραίος λαϊκισμός.
Ο
λαϊκισμός ήταν πάντοτε επικίνδυνος,
αλλά νομίζω πως ποτέ δεν ήταν τόσο
επικίνδυνος όσο σήμερα. Διότι σήμερα
υπάρχουν ευνοϊκότατες προϋποθέσεις
για την εμφάνιση αλλά και τη διάδοσή
του.
Η οικονομική ανισότητα
αυξήθηκε κι αυτό αρκεί. Οι «χαμένοι»
της παγκοσμιοποίησης θέλουν να τιμωρήσουν
τις «ευνοημένες» ελίτ, όχι μόνο γιατί
αισθάνονται αδικημένοι αλλά κυρίως
γιατί αισθάνονται περιθωριοποιημένοι
πολιτικά.
Ο
λαϊκισμός προσφέρει «ρεαλιστική»
εναλλακτική. Μπορεί να κερδίσει εκλογές,
μπορεί να πλήξει θεσμούς, μπορεί να
διαδοθεί σαν μολυσματική ασθένεια,
μπορεί να μεταλλάξει ακόμα και τους
αντιπάλους του.
Αυτό ακριβώς έκανε ο Τραμπ κατά το μεγαλύτερο μέρος της θητείας του ως πρόεδρος των ΗΠΑ. Με αυτή την στρατηγική επιχείρησε να επιβληθεί και το... τερμάτισε από την στιγμή που έχασε τις εκλογές, καθώς δεν είχε τίποτε επί της ουσίας να πει και πουθενά αλλού να στηρίξει μια επιχειρηματολογία.
Η αμερικανική δημοκρατία αποδείχθηκε ανθεκτική. Παρόλα αυτά, η αντιμετώπιση του λαϊκισμού και η νίκη της Δημοκρατίας κόντρα σε ακραίους και αδίστακτους λαϊκιστές ηγέτες σαν τον Τραμπ αποτελεί τη μεγαλύτερη
και δυσκολότερη πρόκληση παγκοσμίως τον 21ο αιώνα.
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news