Το μαρούλι (Lactuca sativa) καλλιεργείται από τους Ρωμαϊκούς χρόνους, ενώ η προέλευση του είναι από την Ασία. Tρώγεται ωμό σε σαλάτες αλλά και μαγειρεμένο με κρέας, το γνωστό φρικασέ.
Η διατροφική αξία του μαρουλιού ποικίλλει ανάλογα με την ποικιλία. Παρέχει μικρές ποσότητες φυτικών ινών, ενώ τα σημαντικότερα θρεπτικά συστατικά του είναι η βιταμίνη Α (κυρίως με την πρόδρομη μορφή του β- καροτένιου), η βιταμίνη C και το κάλιο. Όσο πιο σκούρο πράσινο το μαρούλι, τόσο περισσότερο β-καροτένιο περιέχει.
Το μαρούλι φαίνεται ότι έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Εργαστηριακά πειράματα με εκχυλίσματα μαρουλιού έδειξαν ότι έχει σημαντική δράση κατά της φλεγμονής που προκαλείται από βιοκαταλύτες όπως η καραγενάνη (πολυσακχαρίτης, που χρησιμοποιείται ως σταθεροποιητής για να δώσει πιο πυκνή και πλούσια υφή σε τρόφιμα και ποτά) ή η λiποξυγενάση (η λιποξυγενάση LOX είναι ένα ένζυμο που περιέχει μη αιμικό σίδηρο και είναι πολύ διαδεδομένη στα φυτά και τα ζώα). Ωστόσο, απαιτείται περισσότερη έρευνα σε αυτόν τον τομέα για να τεκμηριωθούν αυτά τα αποτελέσματα.
Το μαρούλι μπορεί να είναι ευεργετικό στη μείωση των υψηλών επιπέδων χοληστερόλης. Σε μελέτη που διεξήχθη σε τρωκτικά για να ελεγχθεί η επίδραση της κατανάλωσης μαρουλιού στο λίπος και τη χοληστερόλη φάνηκε ότι μειώθηκαν τα επίπεδα της χοληστερόλης στα ποντίκια που τρέφονταν με μαρούλι συγκριτικά με εκείνα που δεν τρέφονταν με το πράσινο φυλλώδες λαχανικό.
Είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε αντιοξειδωτικά, ενώ φαίνεται ότι μπορεί να βελτιώσει την πέψη. Μελέτη έχει δείξει την αντιοξειδωτική δράση του μαρουλιού τόσο in vitro όσο και in vivo, δηλαδή τόσο σε εργαστηριακά πειράματα όσο και σε πειραματόζωα.
Στο μαρούλι αποδίδονται καταπραϋντικές, αναλγητικές και αντιμυκητισιακές ιδιότητες. Η μεγάλη περιεκτικότητά του σε καροτένια, βιταμίνη C και Ε το καθιστούν ένα πολύτιμο αντιοξειδωτικό θησαυρό και μια δυνητικά φαρμακευτική τροφή του μέλλοντος.
Πηγή:ygeiamou.gr