Δεν γίνεται, όσο και να θέλει κάποιος, ειδικά αν είναι πιστός, να καταλάβει όλους αυτούς τους συνανθρώπους μας που επιμένουν, στις ειδικές συνθήκες που ζούμε λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, να θεωρούν ότι είναι υπέρτατο θρησκευτικό καθήκον τους -σώνει και καλά- να πάνε στην εκκλησία τη Μεγάλη Παρασκευή και να πάρουν το Αγιο Φως την Ανάσταση...
Πώς αλλιώς πρέπει να τους το πούνε -όχι η Πολιτεία δια των εκπροσώπων της αλλά οι Ιεράρχες μας, ότι δεν κινδυνεύει η πίστη κανενός, ότι καμία έκτακτη κατάσταση δεν πρόκειται να την περιορίσει.
Τι άλλο να πει σε όλους αυτούς ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ο οποίος εδώ και καιρό εξήγησε ότι η πίστη μας δεν απειλείται γιατί “είναι βαθιά θεμελιωμένη στις ρίζες του πολιτισμού μας”;
Τι άλλο να πει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Ιερώνυμος, ο οποίος έδωσε και παραδείγματα από το παρελθόν, αναφερόμενος σε παρόμοια κατάσταση στην Τήνο και την Πάρο, εξαιτίας της οποίας ο τότε Αρχιεπίσκοπος έδωσε ευλογία να μην νηστέψουν οι πιστοί για να αντέξουν τις αρρώστιες παρόλο που ήταν Μεγάλη Εβδομάδα;
Είναι, δηλαδή, άθεοι ο Πατριάρχης και ο Αρχιεπίσκοπος. Είναι άπιστοι; Εξυπηρετούν συμφέροντα σε βάρος της εκκλησίας μας; Παίρνουν με χαρά τέτοιες αποφάσεις; Αγαλλιάζει η ψυχή τους με την συμμόρφωση σε τέτοια μέτρα;
Οχι, βέβαια. Με πόνο ψυχής το κάνουν, αλλά, και με έναν ρεαλισμό και μια λογική την οποία οφείλουμε όλοι οι πιστοί να τα αναγνωρίσουμε, να τους τα πιστώσουμε.
Διότι τις ψύχραιμες, τις σοβαρές, τις μετρημένες φωνές Ιεραρχών της Εκκλησίας μας θα πρέπει να ακούμε, όχι τους φανατικούς, όχι Ιεράρχες που θεωρούν ότι κατέχουν την απόλυτη γνώση, που αδιαφορούν για τις συστάσεις των ειδικών επιστημόνων.
Δεν είναι πια και καταστροφή αν για μια χρονιά δεν μπορέσουμε να μεταδώσουμε το Αναστάσιμο Φως από λαμπάδα σε λαμπάδα, όπως είναι το έθιμο των Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Αυτό το Πάσχα “ας μεταλαμπαδεύσουμε από καρδιά σε καρδιά το φως της ελπίδας και της εν Χριστώ αναστάντι αφοβίας”, όπως είπε ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας, Αναστάσιος.