Τα ντέρμπι λένε καθορίζονται από τα πρόσωπα. Άλλοι λένε ότι καθορίζονται από τη νοοτροπία, άλλοι από την τύχη, άλλοι από τις στιγμές. Η αλήθεια βρίσκεται ανάμεσα στις προαναφερθείσες λέξεις, δεν πάμε να αλλάξουμε τον χάρτη της ποδοσφαιρικής επιστήμης και ψυχολογίας. Απλώς, στην περίπτωση του Άρη, τα πράγματα έχουν και μια ακόμη διάσταση, ειδικά σε ό,τι αφορά τις επισκέψεις του στην Τούμπα.
Για τους «κιτρινόμαυρους» η (πολύ) νεότερη ιστορία, το έχουμε επαναλάβει αρκετές φορές αναλόγως αφορμών, ξεκίνησε να γράφεται το 2018, μετά τη δηλαδή τη σύσταση της νέας ΠΑΕ και την επιστροφή από την άβυσσο των χαμηλότερων κατηγοριών.
Και με ένα μαγικό τρόπο, αγωνιστικά, άλλαξαν πολλά.
Ο Άρης δεν χρησιμοποίησε τις κυλιόμενες σκάλες, για να φτάσει σε αξιοπρεπή επίπεδα παρουσία αμά τη επιστροφή του στη Super League 1. Ανέβηκε τα σκαλοπατάκια κι έφτασε να εξασφαλίζει άνετες ευρωπαϊκές εξόδους και να «γράφει» δύο σερί 3ες θέσεις.
Όσοι αποφάσισαν την ισπανοποίηση και λατινοποίηση του ρόστερ με ενδιάμεσες πινελιές Πορτογάλων, Σουηδών κλπ, κάτι είχαν στο μυαλό του που, τελικά τους βγήκε.
Οι προσωπικότητες, η αμοιβή τους και το δικό του μενταλιτέ άρχισε να αλλάζει -σταδιακά- επίπεδο το σύνολο, ανεξαρτήτως ποιος καθόταν στον πάγκο. Δεν λέω ότι δεν μετρά η παρουσία του όποιου προπονητή, λέω ότι ο Άρης -μέσα σε έξι αγωνιστικές περιόδους- ήρθε σε ρήξη με το παρελθόν του, έγινε μωσαϊκό εθνικοτήτων και, όσο κι αν δεν αρέσει, έφερε αποτελέσματα.
Πήρε νίκες, αλλά πήρε και ισοπαλίες, εντυπώσεις και έφτασε να θεωρείται νεότερη δύναμη, μέσα στο γκρουπ ομάδων, που παλιότερα, δεν τον έβλεπαν ως ισότιμο αντίπαλο. Και το «παλιότερα» αφορά βάθος 10ετιών, αλλά συνδέεται με τις hardcore εποχές του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Και, για να μη θεωρηθώ «αφοριστικός» ή ότι αποδομώ τους Έλληνες, εκείνοι έβαλαν ορισμένες βάσεις, αλλά τα μεγάλα αποτελέσματα είχαν περισσότερο μορφή πυροτεχνημάτων, γι' αυτό και μνημονεύονταν για χρόνια. Πλέον, τα πράγματα είναι αλλιώς.
Αν αφήσουμε στην άκρη τις τακτικές, εκείνο που έχει αλλάξει ο Θεός του Πολέμου, είναι το συνολικό του «experience, όταν πηγαίνει σε ζόρικες έδρες.
Γιατί, αλλιώς, είναι να παρατάσσεσαι με ποδοσφαιριστές, οι παραστάσεις των οποίων είναι τελείως local και αλλιώς να έχει στην 11άδα σου παίκτες, που έχουν «κάτι να πουν».
Ο «ξένος» έχει κρύο αίμα, κι ας βράζει το αίμα του στα ντέρμπι. Ο «ξένος» κλείνει αφτιά, απομονώνει τις αισθήσεις του και αρκείται σε όσες του είναι χρήσιμες.
Και από το 2018 και μετά, ο Άρης διέθετε (και διαθέτει) παίκτες που δεν καταλαβαίνουν από γεμάτα γήπεδα και εχθρικές ατμόσφαιρες, ποδοσφαιριστές οι οποίοι ένιωσαν τη φανέλα, ένιωσαν τον κόσμο και είδαν τα ντέρμπι «μέσα από τα μάτια τους».
Οι εποχές της ψύχωσης για αποτέλεσμα σε -εκτός έδρας- ντέρμπι και (ενίοτε) του φόβου του αντιπάλου, δεν υπάρχουν στο πολύγλωσσο λεξιλόγιο των ποδοσφαιριστών του Άρη.
Ο Άρης παίζει και κρίνεται βάσει του δικού του experience.