Αυτό περίμεναν οι Κιτρινόμαυροι το καλοκαίρι με την επιλογή του Κιριστιάν Λόπεθ, αλλά στην πράξη… δεν τους βγήκε. Ο Ισπανός έχει προσφέρει μηδαμινά πράγματα στη γραμμή κρούση,ς καθώς σε 12 συμμετοχές έχει καταγεγραμμένη μόλις μία τελική προσπάθεια (!) και ένα γκολ. Σε αντίθεση με τον Δημήτρη Μάνο, ο οποίος αποκτήθηκε έχοντας στο πλάνο θέση εναλλακτικής επιλογής αλλά λόγω της ισχνής παρουσίας του Λόπεθ εξελίχθηκε γρήγορα σε βασική μονάδα. Και οι μέχρι τώρα αριθμοί του δικαιώνουν τόσο τον ίδιο όσο και τον προπονητή. Ο Έλληνας επιθετικός σε 12 συμμετοχές έχει δύο γκολ αλλά και 16 καταγραμμένες τελικές προσπάθειες, που σημαίνει ότι – σε σχέση με τον Λόπεθ – είναι τουλάχιστον μέσα στις φάσεις που δημιουργεί ο Αρης.
Αντικειμενικά πάντως αυτό που λείπει εδώ και πολλά χρόνια από την ομάδα είναι ο επιθετικός - «Killer». Ούτε ο Μπράουν Ιντέγε για παράδειγμα κατάφερε να ανταποκριθεί τόσο πολύ σε αυτόν τον ρόλο, έχοντας πολλά σκαμπανεβάσματα στην απόδοσή του. Σε 22 συμμετοχές για το Πρωτάθλημα πέτυχε 8 γκολ και είχε 30 τελικές. Για την ακρίβεια, στον Αρη έχουν να δουν επιθετικό που βάζει τα γκολ με συχνότητα και να είναι αποτελεσματικός σε σχέση με τις τελικές που κάνει από την εποχή του Κάμπορα και εκείνα τα 15 γκολ του τη σεζόν 2009-10. Σε βάθος 20ετίας, μόλις τρεις επιθετικοί τελείωσαν τη σεζόν με διψήφιο αριθμό τερμάτων σε επίπεδο Α’ Εθνικής.
Ο Σέρχιο Κόκε δύο φορές (22 γκολ στη διετία 2006-08) και ο Ντεμπά Νίρεν με τα 15 γκολ που πέτυχε τη σεζόν 2002-03. Η ασφάλεια του αποτελεσματικού φορ είναι κάτι που λείπει από τον Άρη στην τελευταία διετία, σε σημείο μάλιστα που προηγούμενοι προπονητές είχαν “βαφτίσει” επιθετικούς σχεδόν όλους τους περιφερειακούς παίκτες (βλ. Ντιγκινί, Λάρσον, Μαντσίνι, Γκάμα) προσπαθώντας να βρουν το αντίδοτο στην επιθετική δυστοκία της ομάδας. Προφανώς το ποδόσφαιρο έχει εξελιχθεί και στην εξίσωση του γκολ οφείλει να μετέχει κάθε παίκτης, αλλά μία πετυχημένη ομάδα που έχει στόχους να διεκδικεί τίτλους χρειάζεται έναν αποτελεσματικό φορ. Τον killer της.