Ως αντικοινωνικά άτομα με απαξία προς την ανθρώπινη ζωή αλλά και με σταθερή ροπή προς διάπραξη νέων αδικημάτων χαρακτηρίζονται από τους ανακριτές οι 105 κατηγορούμενοι -στην πλειονότητά τους Κροάτες ή κροατικής καταγωγής- οι οποίοι κατηγορούνται για τη δολοφονία του 29χρονου οπαδού της ΑΕΚ, Μιχάλη Κατσουρή, στις 7 Αυγούστου, στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Όπως αναφέρεται στα εντάλματα προσωρινής κράτησής τους, στα οποία αποτυπώνεται και το σκεπτικό των ανακριτών πίσω από την προφυλάκισή τους, οι κατηγορούμενοι στο σύνολό τους, εφόσον αφήνονταν ελεύθεροι μετά τις απολογίες τους, ενδεχομένως να διέφευγαν στο εξωτερικό ή να διέπρατταν νέα εγκλήματα.
Οι δικαστικές αρχές αποφάσισαν την προσωρινή κράτηση των εμπλεκομένων στη στυγερή δολοφονία του 29χρονου, αποτιμώντας τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν έως τώρα στο πλαίσιο των ερευνών, όπως μαρτυρικές καταθέσεις κ.ά., καθώς και τις απολογίες των ίδιων των κατηγορουμένων. Ενδεικτικά, στο σκεπτικό της προφυλάκισης ενός εκ των κατηγορουμένων, αναφέρονται τα εξής: «Από όλο το ανακριτικό υλικό, το οποίο έχει μέχρι τώρα συλλεχθεί από την προανάκριση και από την κυρία ανάκριση, που διενεργείται, δηλαδή από τις καταθέσεις των μαρτύρων και τα έγγραφα, σε συνδυασμό με την απολογία του κατηγορουμένου, προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ενοχής σε βάρος του για τα προαναφερθέντα αδικήματα, που του αποδίδονται με το κατηγορητήριο εκ των οποίων η εγκληματική οργάνωση, η έκρηξη και κατοχή εκρηκτικών υλών τιμωρούνται με κάθειρξη. Επίσης, με βάση το ανακριτικό υλικό, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των κακουργηματικών πράξεων για τις οποίες κατηγορούνται και δη τον από κοινού σχεδιασμό, τον οργανωμένο και βίαιο τρόπο δράσης, στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, την είσοδο στην Ελλάδα με μοναδικό σκοπό την τέλεση αδικημάτων με αφορμή αθλητική εκδήλωση, ενώ είχε απαγορευθεί η οργανωμένη μετακίνηση οπαδών από την αρμόδια ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική αρχή (ΟΥΕΦΑ), τις απρόκλητες επιθέσεις σε βάρος ανυποψίαστων πολιτών, την κατασκευή και κατοχή εκρηκτικών υλών και εν συνεχεία πρόκληση εκρήξεων με εκρηκτικούς μηχανισμούς και φθορών ξένης περιουσίας σε κατοικημένη περιοχή, επιδεικνύοντας πλήρη απαξία στα έννομα αγαθά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας, κρίνεται ότι, εάν αφεθεί ελεύθερος, είναι πολύ πιθανό να τελέσει και άλλα εγκλήματα, λαμβανομένου πλέον υπόψη ότι ο κατηγορούμενος είναι αλλοδαπός υπήκοος και μόνιμος κάτοικος Κροατίας και στερείται οποιασδήποτε γνωστής διαμονή στη χώρα, ήτοι στοιχεία από την συνδρομή του οποίου προκύπτει σκοπός φυγής του».
«Μεθοδολογία»
Σύμφωνα ακόμη με τις ανακριτικές αρχές οι κατηγορούμενοι συγκρότησαν «στην Αττική, σε μη επακριβώς προσδιορισμένο χρόνο, πάντως τουλάχιστον από τις αρχές Αυγούστου 2023 έως τις 8 Αυγούστου 2023 από κοινού, επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή δράση ομάδα, αποτελούμενη από περισσότερα από τρία άτομα (εγκληματική οργάνωση)» και εντάχθηκαν σε αυτήν ως μέλη της, επιδιώκοντας, την τέλεση κακουργημάτων και πλημμελημάτων. Συνεχίζοντας οι ανακριτικές αρχές αναφέρουν πως από τη βαρύτητα των πράξεων, την βιαιότητα κατά την τέλεση τους, τις περιστάσεις αυξημένης επικινδυνότητας για τη ζωή ή την σωματική ακεραιότητα, τα αίτια που ώθησαν τους δράστες σε αυτές τις πράξεις και την σοβαρή διασάλευσή της δημόσιας τάξης, «προκύπτει η αντικοινωνικότητα των κατηγορουμένων και σταθερή ροπή προς διάπραξη νέων εγκλημάτων στο μέλλον».
Σύμφωνα ακόμη με τα όσα αναφέρονται στα εντάλματα προσωρινής κράτησης, οι κατηγορούμενοι που προφυλακίστηκαν, στο πλαίσιο της εγκληματικής οργάνωσης που συγκρότησαν είχαν διακριτούς και κατανεμημένους ρόλους, ενεργούσαν βάσει οργανωμένου σχεδίου και επεδίωκαν «με σαφή αθλητική αναφορά και οπαδικό κίνητρο, την συστηματική διάπραξη των αδικημάτων σε βάρος οπαδών διαφορετικών σωματείων, καθώς και φθορών σε οχήματα και εγκαταστάσεις».
Τέλος, στα εντάλματα περί προσωρινής κράτησης αναφέρεται πως οι εμπλεκόμενοι πριν τελέσουν τις αξιόποινες πράξεις για τις οποίες ερευνώνται, κατόπιν προ συνεννόησης, συγκεντρώνονταν ομαδικά σε «ασφαλή» για τους ίδιους σημεία, προκειμένου να μη γίνουν αντιληπτοί από περιπολούντες αστυνομικούς και οπαδούς αντιπάλων ομάδων. Στη συνέχεια «επιβιβαζόταν στο οχήματα τους με τα οποία κινούμενα σε στοίχιση («κονβόι»), προσέγγιζαν χώρους συναθροίσης συνδέσμων φιλάθλων αντίπαλων σωματείων, σταθμεύοντάς αυτά σε παρακείμενες οδούς, πααραμένοντας αθέατά. Με την αποβίβαση τους, εφοδιάζονταν με μέσα ικανά και πρόσφορα, να προκαλέσουν κίνδυνο για την σωματική ακυρότητα τρίτων, ήτοι αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, πέτρες, κροτίδες, φωτοβολίδες, ρόπαλα, μαχαίρια κ.λπ. και εφορμούσαν πεζή στα γήπεδα στόχους τους, προκαλώντας συμπλοκές και σωματικές βλάβες, ενώ ξεσπούσαν την καταστροφική τους μανία και σε σταθμευμένα οχήματα πέριξ αυτών».