Μοναδική ομάδα ο ΠΑΟΚ που εκπροσωπεί την Ελλάδα στους ευρωπαϊκούς θεσμούς μετά και τον αποκλεισμό του Ολυμπιακού, έχει ένα πρόσθετο χρέος, συγχρονως όμως και ένα δεύτερο αγωνιστικό βάρος. Ως εκ τούτου καλείται άμεσα με την λήξη της regular season του εθνικού πρωταθλήματος, να αντιμετωπίσει την ισχυρή βελγική Γάνδη για το Europa Conference League και «καπάκι» τον πρώτο αντίπαλο που θα του βγάλει η κλήρωση για τα πλέι οφ.
Τα χρονικά περιθώρια ανάμεσα στις παράλληλες υποχρεώσεις είναι στενά και η πίεση αδιαμφισβήτητα έντονη. Με δύο καρπούζια λοιπόν ο ΠΑΟΚ στη μασχάλη, είναι επόμενο να αντιμετωπίσει σχετικές δυσκολίες, οι οποίες πιθανόν να παρουσιαστούν και θα αφορούν αφενός το κατά πόσο θα έχει την άνεση της ξεκούρασης η ομάδα και αφετέρου τη δυνατότητα που θα έχει ο Λουτσέσκου να διαχειριστεί με επιτυχία το ρόστερ που διαθέτει, με δεδομένο ότι θα απαιτηθούν rotation για να τα βγάλει πέρα και στα δύο μέτωπα. Αυτό το τελευταίο βέβαια θα ισχύσει κατά κύριο λόγο αν υπάρξει συνέχεια στην ευρωπαϊκή του πορεία.
Επί του προκειμένου και με βάση τα όσα διαφάνηκαν μέσα από το παιχνίδι στη Λαμία, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι ο Λουτσέσκου ελπίζει πλέον σε κάτι που περίμενε, διακινδυνεύοντας τόσο καιρό επικίνδυνα και περιπετειώδη rotation. Επί παραδείγματι είδε παίκτες που πέρασαν από μια μεγάλη κρίση (όπως ο Σβαμπ) να συνέρχονται και άλλους που ταλαιπωρήθηκαν από αλεπάλληλους τραυματισμούς και μακροχρόνιες απουσίες (Ελ Καντουρί, Ολιβέιρα) να δείχνουν έτοιμοι να βοηθήσουν.
Επιπρόσθετα εκτίμησε κατά πόσο θα μπορούσε να ποντάρει στον Σοάρες και στον Σάστρε. Για τον Μουργκ δεν χρειάζεται να γίνει σοβαρός λόγος. Έχοντας λοιπόν μια ξεκάθαρη εικόνα για όλους και για όλα ο Ραζβάν και θεωρώντας βασικό και κύριο στόχο αυτή τη φορά την ευρωπαϊκή πορεία και διάκριση της ομάδας του, αφήνει (όσο μπορεί) στην άκρη και για την ώρα τα πλέι οφ και επικεντρώνεται μονοσήμαντα στην προετοιμασία για το καθοριστικό παιχνίδι της Πέμπτης.
Στο οποίο, ασφαλώς η Τούμπα θα ξαναγίνει... Τούμπα. Όσο για το εθνικό πρωτάθλημα που ετοιμάζεται να βάλει τον επίλογο του, δικαίως η κοινή γνώμνη το θεωρεί και το χαρακτηρίζει μια επαναλαμβανόμενη πονεμένη ιστορία βαθμολογικών κλοπών και υπεξαιρέσεων. Μια φαρσοκωμωδία, το σενάριο της οποίας υπογράφουν με τα δύο χέρια οι ορκισμένοι καμικάζι διαιτητές της παράγκας, εξωθούμενοι και καλυπτόμενοι από το νέο «αδελφάτο» που έχει πλέον εδραιωθεί με το σφιχταγκάλιασμα Κλάτενμπεργκ και λιμανιού.