Σωτήρια αποδεικνύεται για το εγχώριο πιστωτικό σύστημα η συνολική στρατηγική των μαζικών και έγκαιρων ρυθμίσεων δανείων που εφάρμοσαν οι τράπεζες αμέσως μόλις ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.
Η χθεσινή τοποθέτηση του πολύπειρου τραπεζίτη Μιχάλη Σάλλα στο DelphiForum ότι η αύξηση των κόκκινων δανείων που θα προκύψουν από την πανδημία του κορωνοϊού θα είναι διαχειρίσιμη για το εγχώριο πιστωτικό σύστημα αποτέλεσε μια ακόμη «ισχυρή» εκτίμηση ότι το μέγεθος του προβλήματος δεν θα πάρει τελικά ανησυχητικές διαστάσεις. Υπενθυμίζεται ότι στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι εκτιμήσεις των επικεφαλής των ελληνικών τραπεζών κατά την πρόσφατη ενημέρωση που έκαναν στους διεθνείς αναλυτές με αφορμή την δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων των τραπεζών για το πρώτο τρίμηνο του 2020.
Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει τα αντανακλαστικά των τραπεζών να προχωρήσουν σε μαζικές ρυθμίσεις δανείων με το ξέσπασμα της πανδημίας, ενώ ταυτόχρονα αναδεικνύει και την αποτελεσματικότητα των «εργαλείων» που υπάρχουν πλέον για την εκκαθάριση των ισολογισμών των τραπεζών από κόκκινα δάνεια.
Ρυθμίστηκαν 20 δισ. δάνεια
Με βάση τα στοιχεία που απέστειλαν πρόσφατα οι τράπεζες στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, προκειμένου η τελευταία να ετοιμάσει την διαπραγματευτική της στρατηγική ενόψει του νέου γύρου συζητήσεων που με τους Θεσμούς για την κρατική επιδότηση των στεγαστικών δανείων δανειοληπτών που πλήττονται από τον κορωνοϊό, προκύπτει ότι έως τις 29 Φεβρουαρίου, οι δανειολήπτες που έχουν δεχτεί πλήγμα από την κρίση του κορωνοϊού ανέρχονται σε 1,7 εκατομμύρια, εκ των οποίων οι 330.000 έχουν δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία.
Τα δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία περιλαμβάνουν:
· Δάνεια που εξυπηρετούνται κανονικά
· Δάνεια που έχουν ρυθμιστεί και πλέον εξυπηρετούνται
· Δάνεια μη εξυπηρετούμενα
Το συνολικό ύψος όλων των παραπάνω δανείων ανέρχεται, σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συλλέξει οι τράπεζες, σε 20 δισ. ευρώ περίπου.
Όπως τονίζει, υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος «από το σύνολο των παραπάνω δανείων, περίπου 250.000 δάνεια, συνολικού ύψους 13 – 14 δισ. ευρώ εξυπηρετούνται κατόπιν συνεννόησης των κατόχων τους με την τράπεζά τους. Αν στα παραπάνω δάνεια που συνδέονται με την πρώτη κατοικία προσθέσεις και περίπου 4 – 5 δισ. ευρώ επιχειρηματικά δάνεια που ρυθμίστηκαν εν μέσω κορωνοϊού, τότε συνολικά το εγχώριο πιστωτικό σύστημα έχει οδηγήσει σε ρύθμιση περί τα 20 δισ. ευρώ δάνεια.
«Το πιστωτικό σύστημα δεν έχει άλλη επιλογή από τα ρυθμίσει όλα τα δάνεια όσων επλήγησαν από την πανδημία του κορωνοϊου» επισημαίνει η ίδια πηγή διευκρινίζοντας «ότι είναι η μόνη λύση για να διατηρηθεί όρθια τόσο η πραγματική οικονομία όσο και το πιστωτικό σύστημα».
Συνολικά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανέρχονται αυτή την περίοδο σε 71 δισ. ευρώ με τις μέχρι σήμερα εκτιμήσεις να τοποθετούν τελικά τον πήχη στα 78 – 80 δισ. ευρώ.
Νέο μοντέλο ρυθμίσεων δανείων
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα προχώρησαν συντονισμένα σε αναπροσαρμογή του υφιστάμενου μοντέλου ρυθμίσεων που δίνονταν μέχρι σήμερα σε ενήμερους δανειολήπτες σε μια προσπάθεια να προσαρμοστούν όσο γίνεται πιο άμεσα και με τις λιγότερες δυνατές συνέπειες στις νέες συνθήκες που δημιουργεί σε όλο το φάσμα της οικονομίας η πανδημία του κορωνοϊού.
Όπως αναλύει υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος «τα νέα δεδομένα επιβάλουν αναπροσαρμογή της στρατηγικής ρυθμίσεων με κύριο χαρακτηριστικό την χρονική παράταση των διευκολύνσεων» και εξηγεί «ότι τις υφιστάμενες βραχυπρόθεσμες διευκολύνσεις, διάρκειας από 6 έως 9 μήνες, που δίνονται μέχρι σήμερα σε ενήμερους δανειολήπτες που κινδυνεύουν να κοκκινίσουν θα τις ακολουθήσουν νέες πιο βαθιές ρυθμίσεις διάρκειας δύο και σε πολλές περιπτώσεις τριών ετών».
Σε αυτή τη φάση οι Τράπεζες προχωρούν σε αναστολές πληρωμών έως και για 9 μήνες σε ενήμερους δανειολήπτες, ιδιώτες και επιχειρήσεις, που επλήγησαν από τα περιοριστικά μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας. Στόχος τους είναι να κρατηθούν ζωντανά με βραχυπρόθεσμες διευκολύνσεις υγιή μέχρι και την κρίση του κορωνοϊού δάνεια και να μην οδηγηθούν στη χρεοκοπία οι πελάτες τους.
Σε δεύτερο χρόνο ωστόσο, που τοποθετείται στα τέλη της χρονιάς, θα ξεκινήσει η αξιολόγηση κάθε περίπτωσης ξεχωριστά, ειδικά στον επιχειρηματικό τομέα. Στη βάση των προβλέψεων για την πορεία των ταμειακών ροών κάθε επιχείρησης, θα εφαρμόζονται ρυθμίσεις διάρκειας 2 ή 3 ετών, όσο δηλαδή θα χρειαστεί για την ανάκαμψη τους. Σε αυτό το διάστημα θα καταβάλλονται μόνο τόκοι ή και μέρος του κεφαλαίου, στον βαθμό που το αντέχει ο οφειλέτης.
Με τον τρόπο αυτόν θα διατηρήσουν σε λειτουργιά τις βιώσιμες επιχειρήσεις μέχρι η οικονομία να ανακάμψει και στη συνέχεια θα επανέλθουν οι προηγούμενοι όροι αποπληρωμής των δανείων.
News247