Συνέντευξη στον Πέτρο Χαριζακλή
Στο ποδόσφαιρο η ποιότητα είναι απαραίτητη, ειδικά σε ομάδες που θέλουν να πρωταγωνιστήσουν. Σπουδαίο ρόλο όμως παίζει και η χημεία. Αν δεν υπάρξει αυτή, όσοι καλοί ποδοσφαιριστές και να πάρουν μεταγραφή σε μία ομάδα, δεν θα κάνουν ένα καλό σύνολο.
Ο Σάντορ Τόργκελε είναι ένας ποδοσφαιριστής που δεν ταίριαξε στην Ελλάδα, στις δύο ομάδες που αγωνίστηκε εδώ. Σίγουρα δεν μπορείς να τον χαρακτηρίσεις ως killer, ωστόσο ήταν ένας παίκτης που γνώριζες πως θα δώσει πάντα το 100% και θα πέσει στον λάκκο των λεόντων για την ομάδα. Πάλευε σε κάθε μονομαχία, όμως για έναν επιθετικό δεν είναι αρκετό.
Επαιξε μόλις δύο χρόνια στο ελληνικό πρωτάθλημα, από το καλοκαίρι του 2005 έως αυτό του 2007. Αγωνίστηκε με τη φανέλα του Παναθηναϊκού και του ΠΑΟΚ κατά σειρά, ματώνοντας μόνο μια φορά τα δίχτυα. Ενας παρεξηγημένος επιθετικός που έφυγε μικρός από την Ουγγαρία, έζησε το όνειρο της Πρέμιερ Λιγκ, με το «τριφύλλι» έπαιξε στο Τσάμπιονς Λιγκ ενώ μετά τον ΠΑΟΚ η καριέρα του ζωντάνεψε πηγαίνοντας στη Γερμανία.
Το Metrosport.gr τον εντόπισε στην πατρίδα του την Ουγγαρία, όπου τους τελευταίους μήνες εργάζεται ως βοηθός προπονητή στη Φέχερβαρ, αντιπάλου του ΠΑΟΚ και της ΑΕΚ το 2018-2019. Μας μίλησε για το παρελθόν στον Δικέφαλο του Βορρά, τον τσακωμό με τον Ζαγοράκη, το χρώμα του χρήματος που ποτέ δεν είδε αλλά και το χειροκρότημα του κόσμου του ΠΑΟΚ στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό. Εξήγησε γιατί δεν σκόραρε όσο θα ήθελε, μίλησε για τις αλλαγές προπονητών στους «ασπρόμαυρους» ενώ ζήτησε από τους φιλάθλους του Δικεφάλου να υποστηρίζουν πάντα τους παίκτες.
-Γεια σου Σάντορ. Τι κάνεις; Πως είναι τα πράγματα με τον κορωνοϊό στην Ουγγαρία;
«Πάντα μιλάμε γι΄αυτό. Εχουμε πολλά κρούσματα καθημερινά, κυριαρχεί η μετάλλαξη Ομικρον που είναι ήπια. Ελπίζω να τελειώσει όλο αυτό σύντομα, μας έχει κουράσει. Το πέρασα μετά τα Χριστούγεννα, αλλά ήπια γιατί είμαι εμβολιασμένος».
-Με τι ασχολείσαι αυτό το διάστημα;
«Είμαι βοηθός προπονητή στη Φέχερβαρ. Πρέπει να αναλύω την προπόνηση, τον αντίπαλό μας, κάνω κάποιες ειδικές προπονήσεις με τους επιθετικούς, αλλά κάνω ό,τι μου λέει ο προπονητής. Ηρθα με τον προπονητή τον περασμένο Απρίλιο, έχουμε κι άλλον βοηθό, τον Γιουχάζ. Με τον προπονητή γνωριζόμαστε από την Αουγκσμπουργκ».
-Το είχες σκεφτεί από πριν σταματήσεις την καριέρα σου, πως θέλεις να ασχοληθείς με την προπονητική;
«Όταν ήμουν ποδοσφαιριστής στην ΜΤΚ, ξεκίνησα μαθήματα προπονητικής, πήρα ό,τι δίπλωμα μπορούσα γιατί προετοιμαζόμουν για να γίνω προπονητής. Πριν την Φέχερβαρ, ήμουν σε άλλη ομάδα, την Κερουλέτι, ήμουν βοηθός του τεχνικού διευθυντή και την ίδια στιγμή προπονούσα την Εθνική ομάδα στις ηλικίες κάτω 15, 16 και 17. Εχω το δίπλωμα UEFA Α, πρέπει να πάρω εμπειρίες και στη συνέχεια να πάω για να πάρω το UEFA Pro. Πρέπει να έχεις 2-3 χρόνια στο ποδόσφαιρο, ως προπονητής, για να πάρεις το Pro. Είμαι χαρούμενος αυτή τη στιγμή στην ομάδα, αλλά όχι όταν χάνουμε. Είναι όπως όταν παίζεις μέσα στο γήπεδο».
«Στην Ελλάδα υπήρχε πρόβλημα με το οικονομικό, τώρα ο Σαββίδης επενδύει»
-Τι διαφορές βλέπεις στο ούγγρικο ποδόσφαιρο σε σχέση με όσα έζησες παλιότερα στην Ελλάδα;
«Όταν ήμουν στην Ελλάδα, δεν πήρα χρήματα στον ΠΑΟΚ. Πήρα πριμ υπογραφής αλλά μετά δεν πήρα τίποτα, υπήρχαν πολλά προβλήματα, με τους οπαδούς, με τους παίκτες μεταξύ τους. Δεν ήταν η καλύτερη στιγμή για μένα. Στην Ουγγαρία δεν έχουμε πρόβλημα με τα χρήματα, όταν σου λένε πως θα πάρεις τόσα, τόσα παίρνεις. Δεν είναι όλα φανταστικά, πουθενά δεν είναι.
Μία διαφορά είναι πως υπάρχει πολύς κόσμος που ασχολείται με τις ομάδες, οπότε υπάρχει μεγάλη πίεση. Στην Ουγγαρία δεν υπάρχει τόσο αυτό, δεν έρχεται πολύς κόσμος στο γήπεδο. Το ελληνικό πρωτάθλημα είναι λίγο ανώτερο από το ούγγρικο. Εδώ στην Ουγγαρία είναι δύσκολο, στην Ελλάδα είναι πιο ποιοτικό. Οι πρώτες πέντε ομάδες είναι πολύ καλύτερες από τις άλλες, στην Ουγγαρία όλοι μπορεί να κερδίσουν όλους. Εδώ είναι πιο ισορροπημένα τα πράγματα. Στην Ελλάδα υπάρχει μεγαλύτερες ευκαιρίες να παίξουν ταλαντούχοι παίκτες, εδώ στην Ουγγαρία δεν δίνουν την ευκαιρία γιατί είναι δύσκολο να πάρεις το αποτέλεσμα».
-Παρακολουθείς το ελληνικό πρωτάθλημα και τον ΠΑΟΚ;
«Δεν προλαβαίνω ιδιαίτερα, κοιτάω τα αποτελέσματα αλλά μέχρι εκεί. Διαβάζω κάποια νέα κάποιες φορές. Είδα τον τελικό ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός στο ΟΑΚΑ, ήμουν στην Ελλάδα. Έβαλε το γκολ στο τέλος του αγώνα, ένας παίκτης που μπήκε αλλαγή (σ.σ. Κρμέντσικ). Το θυμάμαι. Τώρα ο ΠΑΟΚ έχει καλή ομάδα, έχουν αλλάξει τα πράγματα, έχει έναν ιδιοκτήτη που ρίχνει χρήματα και παίρνει παίκτες. Πάντα ο Ολυμπιακός ήταν μεγάλος αντίπαλος, αλλά ο ΠΑΟΚ δεν μπορούσε να τον κερδίσει εύκολα».
-Ξεχωρίζεις κάποιον παίκτη; Τι διαφορές βλέπεις από την εποχή σου;
«Μου άρεσε ο Ουάρντα στον τελικό, επίσης μου άρεσαν και οι Βιεϊρίνια και ο Σβαμπ. Τότε δεν ήταν τόσο καλή ομάδα, δεν υπήρχε τίποτα, ούτε ιδιοκτήτης ούτε τίποτα, τον συνάντησα μια φορά μόνο, υπήρχαν πολλά προβλήματα στην ομάδα. Τώρα είναι όλα εντελώς διαφορετικά. Τότε οι οπαδοί ήταν εναντίον του προέδρου, τα έβαζαν και μαζί μας όταν χάναμε. Μας περίμεναν έξω από το γήπεδο μετά από ένα ματς, δεν μπορούσαμε να φύγουμε, γιατί δεν ήταν χαρούμενοι. Είναι λογικό όταν δεν κερδίζουμε, να μην είναι χαρούμενοι. Τώρα ο Σαββίδης επενδύει χρήματα».
-Η μεταγραφή σου στην Κρίσταλ Πάλας ήταν το καλύτερο συμβάν στην καριέρα σου;
«Αν έχεις μια ευκαιρία να παίξεις στην Πρέμιερ Λιγκ και έρχεσαι από την Ουγγαρία, είναι κάτι πολύ καλό. Ήταν πρόκληση για μένα, θα είχα μάθει πολλά αλλά νομίζω πως δεν ήμουν έτοιμος. Ήταν διαφορετικό το επίπεδο και πολύ ανώτερο. Στον ΠΑΟΚ τα πράγματα ήταν δύσκολα με τα οικονομικά, αλλά ήμουν χαρούμενος που έπαιζα στην ομάδα. Ημουν χαρούμενος που έπαιξα Τσάμπιονς Λιγκ με τον Παναθηναϊκό».
-Σου έλειψε ένας τίτλος σε 20ετή καριέρα;
«Δεν μου λείπει τίποτα. Ό,τι πήρα από το ποδόσφαιρο το κρατάω για μένα, ήταν καλό. Επαιξα σε καλό επίπεδο, σε πολλά πρωταθλήματα, στο Τσάμπιονς Λιγκ. Κρατάω τα καλά μόνο. Είμαι απολύτως ικανοποιημένος από την καριέρα που έκανα».
«Αν έβαζα γκολ σε κάθε παιχνίδι, δεν θα είχε σημασία τι έγινε με τον Ζαγοράκη»
-Στον ΠΑΟΚ ξεκίνησες τη θητεία σου με τον Ντουμιτρέσκου, μετά ήρθε ο Βούκοτιτς και στη συνέχεια είχες προπονητή τον Παράσχο. Με τον πρώτο και τον τρίτο έπαιζες περισσότερο. Γιατί με τον Βούκοτιτς δεν έπαιζες;
«Δεν ξέρω. Δεν μου είπε ποτέ γιατί δεν παίζω. Μπορεί να του άρεσαν οι άλλοι επιθετικοί, μπορεί να μην του έκανε η ποιότητα μου».
-Με ποιον είχες καλύτερες σχέσεις και τι γνώμη είχες προπονητικά και για τους δύο;
«Με τον Ντουμιτρέσκου είχα καλές σχέσεις αλλά δεν έμεινε καιρό. Καλός άνθρωπος ήταν και ο Παράσχος».
-Ισχύει πως σε μία από τις πρώτες σου προπονήσεις συγκρούστηκες με τον Θοδωρή Ζαγοράκη; Γιατί έγινε αυτό;
«Αν έβαζα γκολ σε κάθε παιχνίδι, δεν θα είχε σημασία τι έγινε με τον Ζαγοράκη. Δεν μπορούσα να σκοράρω, δεν ήμουν καλά, δεν έπαιζα πάντα στην θέση μου, έπαιζα στα άκρα. Ημουν και λίγο άτυχος. Πρέπει να νιώθεις χαρούμενος και άνετος. Πρέπει να νιώθεις ότι σε πιστεύει ο κόουτς, ότι σε θέλουν οι συμπαίκτες σου, όταν λείπει κάτι, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Ισχύει πως μαλώσαμε στην προπόνηση με τον Ζαγοράκη αλλά δεν θυμάμαι τον λόγο. Εχουν περάσει πολλά χρόνια. Δεν του άρεσε που ένας απλός ξένος παίκτης μιλούσε μαζί του. Ηταν λογικό γιατί είχε πάρει το Euro το 2004, είχε τρομερή ποιότητα. Στα 23 μου δεν το καταλάβαινα, ίσως έπρεπε να σκάσω και να συνεχίσω να δουλεύω πιο σκληρά. Σε οποιαδήποτε δουλειά, ακόμη όταν έχεις δίκιο πρέπει να μην απαντήσεις. Τώρα που είμαι σχεδόν στα 40, το καταλαβαίνω».
-Ηρθες στην Ελλάδα αρχικά στον Παναθηναϊκό και στη συνέχεια στον ΠΑΟΚ. Τι έφταιξε και δεν μπορούσες να σκοράρεις αρκετά; Μήπως δεν έπαιζες όσο χρειαζόταν γιατί πολλά έγραφαν για την αφλογιστία σου.
«Δεν έπαιξα πολύ, στον ΠΑΟΚ σου εξήγησα τι συνέβαινε. Δύο χρόνια δεν είχα πολλά παιχνίδια στα πόδια μου. Δεν ήταν καλό για μένα, δεν είχα ρυθμό».
-Μήπως ήσουν παρεξηγημένος ποδοσφαιριστής; Το λέω γιατί ως επιθετικός δεν ήσουν αυτός που θα βάλει πολλά γκολ σε μια χρονιά, αλλά πάντα έδινες το 100% σου.
«Πάντα έδινα το 100% μου. Πάντα πάλευα από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό».
«ΠΑΟΚ είναι ο κόσμος του, έπρεπε να σκοράρω κόντρα στον Ολυμπιακό»
-Στον ΠΑΟΚ έπαιξες 27 ματς αλλά πέτυχες μόνο 1 γκολ, σε μια ήττα από τον Ολυμπιακό. Ο κόσμος του Δικεφάλου σε χειροκρότησε μετά το τέλος του ματς. Τι έφταιξε και δεν έβαλες παραπάνω γκολ και πως ένιωσες για το χειροκρότημα;
«Δεν ξέρω. Δεν έπαιζα στην θέση μου, αν είχα εμπιστοσύνη από τον προπονητή ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα. Κάτι δεν λειτουργούσε εκείνη τη χρονιά για μένα. Ηξερα ότι έπρεπε να σκοράρω κόντρα στις μεγάλες ομάδες και το έκανα με τον Ολυμπιακό (σ.σ. γέλια). Στον ΠΑΟΚ αν τα πας καλά κόντρα στον Ολυμπιακό και στον Αρη, τότε ο κόσμος σε συμπαθεί, γιατί είναι τα πιο σημαντικά παιχνίδια. Ενιωθα καλά μετά που με έβλεπε στον δρόμο ο κόσμος, που μου έλεγε ότι ήμουν καλός. Είμαι λυπημένος που δεν μπόρεσα να δώσω περισσότερο. Εδωσα τα πάντα και ο κόσμος το κατάλαβε για αυτό με χειροκρότησε».
-Τι έφταιξε που ο ΠΑΟΚ εκείνη τη χρονιά βγήκε 5ος. Μήπως οι τρεις αλλαγές προπονητών;
«Τα πολλά προβλήματα. Μαλώνανε οι ξένοι με τους Ελληνες στα αποδυτήρια, τα οικονομικά ήταν χάλια και φυσικά στον κόσμο δεν άρεσε η εικόνα μας. Ισως η ποιότητα δεν ήταν αρκετή για να τερματίσουμε παραπάνω. Φυσικά έφταιγαν και οι αλλαγές προπονητών».
-Γιατί έφυγες από τους «ασπρόμαυρους»;
«Κυρίως λόγω των οικονομικών προβλημάτων. Δεν είχα πάρει τον μισθό μου για ολόκληρη τη σεζόν. Μετά από το πριμ υπογραφής, δεν πήρα τίποτα. Μετά ο Ζαγοράκης ανέλαβε και μιλήσαμε, δεν με ήθελαν και δεν ήθελα να μείνω και έτσι σπάσαμε το συμβόλαιο. Αν ήθελα να μείνω στον ΠΑΟΚ, θα έμενα γιατί είχα συμβόλαιο».
-Τι σήμαινε για σένα ο ΠΑΟΚ; Με μια λέξη ή με μια φράση.
«Ο κόσμος του. Όταν παίζαμε κόντρα στον Αρη και έβλεπες το γήπεδο γεμάτο να τραγουδά ο κόσμος, ήταν τέλειο συναίσθημα».
-Τι θετικό και τι αρνητικό θυμάσαι από τη θητεία σου στον ΠΑΟΚ;
«Το αρνητικό ήταν ότι ο σύλλογος ήταν ανοργάνωτος. Το θετικό ήταν πως κερδίσαμε τον Αρη 1-0».
-Από την Τούμπα ποια στιγμή έχεις κρατήσει;
«Πάλι το παιχνίδι με τον Αρη. Ηταν καλύτερη η στιγμή μου στον ΠΑΟΚ».
-Θέλεις να αφήσεις ένα μήνυμα στον κόσμο του Δικεφάλου;
«Ναι. Υποστηρίξτε τους παίκτες, μείνετε κοντά τους. Αν τους πιστεύετε και τους υποστηρίζετε, τότε θα κάνουν καλά πράγματα. Οι ομάδες χρειάζονται τους οπαδούς τους για να στηρίζουν. Μείνετε θετικοί ως προς τους παίκτες, προσπαθούν για το καλύτερο».