Aγαπητή Metrosport,
O ΠΑΟΚ απέτυχε στον ύψιστο στόχο της πρόκρισης σε όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ, πέρασε στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ, ενώ έχει χάσει τέσσερις υπερπολύτιμους βαθμούς στο Πρωτάθλημα. Αυτό είναι το ρεζουμέ των επτά πρώτων επίσημων αγώνων που έδωσε φέτος. Και, όσο κι αν βιάστηκαν ορισμένοι να πετάξουν στα σύννεφα μετά τη νίκη επί της Μπενφίκα, αυτός ο απολογισμός δεν έχει θετικό πρόσημο.
Στην Ευρώπη ο ΠΑΟΚ έκανε αυτό που είχε κάνει και άλλες χρονιές και, μάλιστα, με λιγότερο ποιοτικό ρόστερ. Στην Ελλάδα, έκανε πολύ λιγότερα από τα αναμενόμενα, έχοντας μία μόνο νίκη και δύο ισοπαλίες, με αντιπάλους σαφώς κατώτερους, τη Λάρισα, τον Ατρόμητο και τον Βόλο. Αν θέλουμε να πιστεύουμε στο δόγμα “οι πάντες και τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος”, ο απολογισμός είναι φτωχός. Παίκτες και προπονητής μπορούν να είναι υπερήφανοι μόνο για την πρόκριση επί της Μπενφίκα. Εκείνη η νίκη τόνωσε το γόητρο και τα ταμεία της ομάδας γιατί επιτεύχθηκε επί ενός ανώτερου αντιπάλου και εξασφάλισε τα χρήματα της συμμετοχής στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ.
Βέβαια, υπάρχουν και θετικά σημεία τα οποία δεν μπορούμε να παραβλέψουμε: Η ομάδα παίζει φέτος καλύτερο ποδόσφαιρο. Αγωνίζεται με ένταση, με ενέργεια και με... δυο-τρεις ταχύτητες πάνω από την περσινή. Ταυτόχρονα, καλλιεργεί τις προοπτικές εξέλιξης ποδοσφαιριστών που προέρχονται από τα σπλάχνα της. Μπορεί ο Τζόλης και ο Μιχαηλίδης να έχουν σκαμπανεβάσματα, μπορεί κάποιες στιγμές να “χάνονται”, μπορεί να κάνουν λάθη, μπορεί να φαίνονται “λίγοι” απέναντι σε πιο έμπειρους αντιπάλους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να επιμείνει ο Φερέιρα στη χρησιμοποίησή τους. Ούτε καν ο Γιώργος Κούδας ήταν τέλειος όταν μπήκε να παίξει στην πρώτη ομάδα σε ηλικία 17 ετών. Μόνο με τη σκληρή δουλειά και με τη συμμετοχή τους σε αγώνες θα φτάσουν προς την ολοκλήρωση και όχι με το “πήγαινε-έλα” από τον αγωνιστικό χώρο στον πάγκο και αντίστροφα. Κι αυτό ισχύει για όλους τους πιτσιρικάδες του ΠΑΟΚ που έχουν δείξει ότι έχουν δυνατότητες. Ισχύει ακόμη και για τον Γιαννούλη, που μπορεί να θεωρείται φτασμένος, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι στις 17 αυτού του μήνα “κλείνει” μόλις τα 25.
Τα ερωτήματα που τίθενται για τη συνέχεια είναι δύο. Το πρώτο: Πώς θα αντιμετωπίσει ο Φερέιρα τον όμιλο του Γιουρόπα Λιγκ; Το δεύτερο: Πόσες ελπίδες έχει ο ΠΑΟΚ να κατακτήσει το Πρωτάθλημα;
Ως προς το πρώτο, δύο είναι οι πιθανές απαντήσεις: Η θα κάνει ροτέισον στους ευρωπαϊκούς αγώνες, για να διατηρεί την ομάδα φρέσκια στο Πρωτάθλημα, όπως έκανε ο Λουτσέσκου, ή θα επιδιώξει τη διάκριση και την πρόκριση στην επόμενη φάση, ρισκάροντας και άλλες απώλειες στο Πρωτάθλημα. Μένει να δούμε τι θα αποφασίζει ανά αγώνα και ανά περίσταση.
Ως προς το δεύτερο, ήδη ο ΠΑΟΚ τρέχει να προλάβει μετά τους τέσσερις αδικαιολόγητα χαμένους βαθμούς. Και επειδή άλλος ανταγωνιστής δεν θα υπάρχει και φέτος πλην του Ολυμπιακού, ένα άλλο ερώτημα είναι αν και ο Ολυμπιακός αρχίσει να χάνει τέτοιους βαθμούς. Πολύ φοβάμαι ότι δεν θα συμβεί. Πολύ φοβάμαι ότι ο ίδιος ο ΠΑΟΚ κατέστησε ακλόνητο φαβορί τον Ολυμπιακό από την τρίτη κιόλας αγωνιστική μ' αυτούς τους τέσσερις πεταμένους βαθμούς. Το μόνο σίγουρο είναι, πάντως, ότι από εδώ και πέρα δεν θα του αρκεί να κερδίζει, αλλά θα πρέπει και να χάνει ο Ολυμπιακός. Οι απώλειες με Ατρόμητο και Βόλο υπερκαλύπτονται μόνο με ανάλογες απώλειες του Ολυμπιακού, ή με δύο νίκες του ΠΑΟΚ στα ντέρμπι, στην Τούμπα και στο Καραϊσκάκη...
ΥΓ. Οι επτά πρώτοι επίσημοι αγώνες φέτος δείχνουν ξεκάθαρα ποιος είναι ο τομέας στον οποίο “πονάει” ο ΠΑΟΚ. Η ανάπτυξη και η δημιουργία ευκαιριών απέναντι σε κλειστές άμυνες. Θα το αναλύσουμε αύριο.
Στέλιος Α. Γρηγοριάδης