Με ψυχραιμία, αλλά και αρκετές επιφυλάξεις ως προς τις πραγματικές επιχειρησιακές του δυνατότητες, αντιμετωπίζει το υπουργείο Εθνικής Αμυνας την πρώτη δοκιμαστική εκτόξευση του τουρκικού βαλλιστικού πυραύλου, μικρού βεληνεκούς, Tayfun (Tυφώνας), που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη, στις 7 το πρωί, από αεροπορική βάση κοντά στο λιμάνι της Ριζούντας, στη Μαύρη Θάλασσα.
Αν και η Αγκυρα επιχείρησε να παρουσιάσει ότι η ελληνική πλευρά αιφνιδιάστηκε από την εκτόξευση του συγκεκριμένου πυραύλου, εντούτοις η χώρα μας είχε γνώση των προσπαθειών που κατέβαλε τα τελευταία χρόνια η τουρκική αμυντική βιομηχανία προκειμένου να αυξήσει το βεληνεκές του βαλλιστικού πυραύλου Bora (Θύελλα), από τα 280 στα 600 χλμ. Επί της ουσίας άλλωστε ο νέος πύραυλος Tayfun αποτελεί αναβάθμιση του Bora, η επιχειρησιακή ένταξη του οποίου στον τουρκικό στρατό πραγματοποιήθηκε στις αρχές του έτους. Οι Τούρκοι πρόσθεσαν επιπλέον δεξαμενές καυσίμων στον Bora, μείωσαν το βάρος της κεφαλής του προκειμένου να επεκταθεί η εμβέλειά του και τον μετονόμασαν σε Tayfun.
Σύμφωνα με κύκλους του Πενταγώνου, η ανάπτυξη του Tayfun, όπως και νωρίτερα του Bora, βασίστηκε σε αντιγραφή αντίστοιχων κινεζικών και πακιστανικών πυραυλικών συστημάτων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται ως προς τις πραγματικές δυνατότητές τους, οι οποίες, με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις που υπάρχουν, απέχουν πολύ από τις αντίστοιχες δυνατότητες των πυραύλων που υπάρχουν ήδη στο ελληνικό οπλοστάσιο, όπως οι πύραυλοι Scalp με βεληνεκές άνω των 250 χλμ. «Η Τουρκία διαθέτει ήδη οπλικά συστήματα τουρκικής παραγωγής που μπορούν να πλήξουν στόχους στο έδαφος και εκτοξεύονται από αυτό, τα λεγόμενα συστήματα εδάφους-εδάφους. Τέτοια είναι τα Kasirga και Yildirim, ενώ η τελευταία προσθήκη ήταν τα Bora, τα οποία φέρεται να φτάνουν σε απόσταση 280 χιλιομέτρων. Ανεξάρτητα από την εκτόξευση του Tayfun και τις πραγματικές του επιδόσεις, που μόνο οι Τούρκοι γνωρίζουν πραγματικά, παραμένει ερωτηματικό κατά πόσο οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις διαθέτουν αποκλειστικά τη σχετική τεχνογνωσία και σε τι βάθος, δεδομένου ότι η ανάπτυξη του πυραυλικού τους προγράμματος βασίζεται σε αντιγραφές και πιθανώς βελτιώσεις αντίστοιχων συστημάτων τρίτων χωρών, εκτός Δύσης», αναφέρουν οι ίδιοι κύκλοι, τονίζοντας πως η εκτόξευση και μόνο του πυραύλου από μόνη της δεν αποτελεί σημαντικό γεγονός αν δεν ληφθούν υπόψη και άλλες παράμετροι που αφορούν τα χαρακτηριστικά του πυραύλου.
Πιο συγκεκριμένα, οι παραπάνω κύκλοι θεωρούν ότι αν και οι πληροφορίες που έχουν δοθεί από τουρκικής πλευράς είναι ελάχιστες, σε σημείο που να εγείρονται ακόμη και αμφιβολίες ως προς τα τελικά αποτελέσματα της εκτόξευσης, ο Tayfun δεν αποτελεί κάποιο οπλικό σύστημα που θα μπορούσε να απειλήσει πραγματικά τη χώρα μας, αφενός λόγω της εξαιρετικά ισχυρής αεράμυνας που διαθέτουν οι Ενοπλες Δυνάμεις σε όλη την έκταση της ελληνοτουρκικής οριογραμμής από τον Εβρο μέχρι και το Νότιο Αιγαίο, αφετέρου διότι ο συγκεκριμένος πύραυλος εμφανίζει ορισμένα χαρακτηριστικά που τον καθιστούν ευάλωτο στο ελληνικό αντιπυραυλικό σύστημα. Ειδικότερα και με βάση τις πρώτες εκτιμήσεις που μπορούν να γίνουν από στοιχεία που προέρχονται αποκλειστικά από τουρκικές πηγές, εφόσον η εκτόξευση του Tayfun δεν έχει επιβεβαιωθεί ως προς το εύρος της από κάποιον ανεξάρτητο οργανισμό, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι:
■ Πρώτον, εμφανίζεται να έχει έντονο αποτύπωμα, αφού η τουρκική αμυντική βιομηχανία στερείται πρόσβασης σε δυτική τεχνολογία αιχμής. Οπως εκτιμάται, ο Tayfun αφήνει μεγάλο αποτύπωμα στα ραντάρ, γεγονός το οποίο τον κάνει εύκολα ανιχνεύσιμο και τρωτό στα μέσα εξουδετέρωσής του.
■ Δεύτερον, η δυσαναλογία που υπάρχει ανάμεσα στον χρόνο πτήσης σε σχέση με την απόσταση που μπορεί να διανύσει, τον καθιστά επίσης εύκολα ανιχνεύσιμο και ευάλωτο.
■ Τρίτον, η αύξηση της ποσότητας των καυσίμων που χρειάζεται για να αυξηθεί η εμβέλειά του, επηρεάζει την ποσότητα της εκρηκτικής ύλης που μπορεί να μεταφέρει στην κεφαλή του, κάτι το οποίο έχει επίδραση στην αποτελεσματικότητά του στον στόχο.
■ Τέταρτον, η εμπειρία από προηγούμενες δοκιμές αντίστοιχων πυραυλικών συστημάτων από μέρους της Τουρκίας δείχνει ότι στερούνται σύγχρονων συστημάτων πλοήγησης, κάτι που σημαίνει αδυναμία ακρίβειας ως προς τον εντοπισμό και εξουδετέρωση του πιθανού στόχου τους.
«Λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες καιρικές συνθήκες που έγινε η δοκιμή, οι οποίες ήταν ιδανικές και ως εκ τούτου ευνοϊκές για τον πύραυλο, παραμένει άγνωστο πώς ο πύραυλος θα συμπεριφερθεί σε δυσμενείς ή και ακραίες καιρικές συνθήκες. Γενικά η επιτυχής ανάπτυξη και χρήση πυραυλικών συστημάτων μάλλον δεν αποτελεί καθοριστικό παράγοντα επιτυχίας στον πόλεμο αν δει κανείς τις εξελίξεις στην Ουκρανία, όπου, παρά την ευρεία χρήση ανάλογων οπλικών συστημάτων από τη ρωσική πλευρά, η Ουκρανία αντεπιτίθεται με επιτυχία. Πιθανότατα η δοκιμή του Tayfun και η δημοσιοποίησή της την παρούσα χρονική περίοδο εντάσσεται στις προσπάθειες της Τουρκίας να συντηρεί κλίμα έντασης και εκφοβισμού της Ελλάδας, ενώ παράλληλα αποσκοπεί και στον επηρεασμό της εσωτερικής κοινής γνώμης», καταλήγουν οι παραπάνω κύκλοι.
Ποιος είναι ο Tayfun
Ο πύραυλος Tayfun αναπτύχθηκε από την τουρκική αμυντική βιομηχανία Rocetsan και σύμφωνα με την τουρκική πλευρά κατά τη δοκιμή διήνυσε απόσταση 561 χλμ. μέσα σε 458 δευτερόλεπτα, προτού πέσει στα ανοικτά των ακτών του λιμανιού της Σινώπης. Αν και επίσημα τόσο η κατασκευάστρια εταιρεία όσο και η τουρκική κυβέρνηση απέφυγαν να δώσουν ξεκάθαρα στοιχεία για τη δοκιμή, εντούτοις τα τουρκικά ΜΜΕ δημοσίευσαν αρκετούς χάρτες, αμφισβητούμενα βίντεο και φωτογραφίες, που συνοδεύονταν, μεταξύ άλλων, από την επισήμανση ότι η Ελλάδα είναι εντός του βεληνεκούς του νέου οπλικού συστήματος της Τουρκίας. Εκτός από την Ελλάδα και ανάλογα με το σημείο της εκτόξευσής του, ο πύραυλος Tayfun μπορεί να πλήξει την Κύπρο, το Ισραήλ, τον Λίβανο, το Ιράκ μέχρι και τη Βαγδάτη, το βόρειο Ιράν μέχρι τις ακτές της Κασπίας, τη Συρία, ολόκληρη την Αρμενία και τις νότιες ακτές της Ουκρανίας και της Ρωσίας στη Μαύρη Θάλασσα. Ο Tayfun ανήκει στην κατηγορία των Πυραύλων Μικρού Βεληνεκούς, το οποίο κυμαίνεται στο εύρος των 300-1.000 χιλιομέτρων. Οι πύραυλοι αυτού του τύπου μπορούν να φέρουν κεφαλές με συμβατικά, πυρηνικά, χημικά και βιολογικά όπλα. Η ταχύτητα του συγκεκριμένου βλήματος φέρεται να φτάνει τα 3,6 Mach.
Σύμφωνα με τον καθηγητή, δρα Θεόδωρο Λιόλιο, αν. κοσμήτορα και καθηγητή Πυρηνικής Φυσικής & Στρατιωτικών Επιστημών (ΣΣΕ) και διευθυντή του Ελληνικού Κέντρου Ελέγχου Οπλων, για την Τουρκία δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να επεκτείνει το βεληνεκές ενός πυραύλου της από τη στιγμή που θα αποφάσιζε να το κάνει. «Αυξάνοντας τα καύσιμα του Bora και μειώνοντας το βάρος της κεφαλής του, θα μπορούσε να επεκτείνει το βεληνεκές του συγκεκριμένου πυραύλου. Επί της ουσίας αυτό έκανε, αλλάζοντας ταυτόχρονα την ονομασία του πυραύλου από Bora σε Tayfun. Να υπενθυμίσω ότι τα ίδια είχε κάνει και ο Σαντάμ Χουσεΐν παλιά, όταν οξυγονοκολλούσε δεξαμενές καυσίμων στους πυραύλους Σκουντ δημιουργώντας τους πυραύλους Αλ Χουσεΐν και Αλ Αμπάς, οι οποίοι έφταναν μέχρι και τα 1.000 χλμ. Βεβαίως η ευστοχία εκείνων των πυραύλων ήταν πολύ μικρή», αναφέρει ο κ. Λιόλιος. Να σημειώσουμε πως οι βαλλιστικοί πύραυλοι χωρίζονται γενικά σε 5 κατηγορίες:
■ Βαλλιστικοί πύραυλοι μικρού βεληνεκούς (SRBM),
■ βαλλιστικοί πύραυλοι μεσαίου βεληνεκούς (MRBM),
■ βαλλιστικοί πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς (IRBM),
■ διηπειρωτικός βαλλιστικός πύραυλος (ICBM),
■ βαλλιστικός πύραυλος υποβρύχιας εκτόξευσης (SLBM).
Ο Tayfun αναπτύχθηκε από την κρατική εταιρεία Roketsan, η οποία κατασκευάζει επίσης και τα υπόλοιπα τρία πυραυλικά συστήματα Bora, Yildirim και Kasirgas που έχουν ήδη εντάξει στο οπλοστάσιό τους οι τουρκικές Ε.Δ. Η Roketsan, όπως και άλλες τουρκικές κρατικές αμυντικές βιομηχανίες, από το 2018 υπάγεται στην Προεδρία της Δημοκρατίας, δηλαδή στον ίδιο τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Να σημειώσουμε πως ο πύραυλος Yildirim (Aστραπή) έχει εμβέλεια 150-300 χλμ. και η σχεδίασή του βασίζεται στο κινεζικό πυραυλικό σύστημα B-611 SRBM. Ομοίως και οι Kasirgas αποτελούν την τουρκική έκδοση του κινεζικού πυραυλικού συστήματος Τ-300 και έχουν εμβέλεια από 30 μέχρι και 120 χλμ.
Εκτόξευση βαλλιστικού πυραύλου ATACMS, αμερικανικής σχεδίασης και κατασκευής, με βεληνεκές μεταξύ 165 και 300 χιλιομέτρων
Αντιβαλλιστικά συστήματα
Την ίδια στιγμή πάντως οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις εμφανίζονται έτοιμες να αντιμετωπίσουν την προσπάθεια της Τουρκίας να αναβαθμίσει την πυραυλική της απειλή έναντι της χώρας μας, έχοντας στο οπλοστάσιό τους αντιβαλλιστικά συστήματα όπως οι πύραυλοι Patriot και S-300, αλλά και έναν σημαντικό αριθμό βαλλιστικών πυραύλων ATACMS, αμερικανικής σχεδίασης και κατασκευής, με βεληνεκές μεταξύ 165 και 300 χιλιομέτρων και εκρηκτική κεφαλή που φτάνει τα 230 κιλά. Σύμφωνα με τον κ. Λιόλιο, το μυστικό αντιμετώπισης της συγκεκριμένης απειλής είναι τα νησιά της Ελλάδας, τα οποία φέρονται να έχουν επάνω τους πυραύλους μικρού βεληνεκούς ATACMS. «Οι συγκεκριμένοι πύραυλοι φθάνουν πολύ βαθιά μέσα στην Τουρκία και αποτελούν την ελληνική απάντηση στη συγκεκριμένη τουρκική απειλή. Εξάλλου η Αγκυρα αυξάνοντας το βεληνεκές των πυραύλων της δεν απειλεί πολύ περισσότερο την Ελλάδα απ’ ό,τι την απειλούσε μέχρι πρόσφατα, γιατί στην πραγματικότητα με τα 300 χιλ. του Bora έφτανε μέχρι Θεσσαλονίκη. Σε κάθε περίπτωση πάντως η χώρα μας έχει και άλλα όπλα για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την απειλή των Tayfun και αυτά είναι οι πύραυλοι Patriot και S-300», επισημαίνει ο διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Ελέγχου Οπλων.
Παράλληλα ο κ. Λιόλιος προσθέτει πως η χώρα μας, πέρα από τα επιχειρησιακά, διαθέτει και διπλωματικά μέσα προκειμένου να πιέσει την Τουρκία να εγκαταλείψει ή να περιορίσει το πυραυλικό της πρόγραμμα, αφού υπάρχουν σχετικές συνθήκες τις οποίες από το 1999 έχει υπογράψει η Αγκυρα και προβλέπουν την επιβολή κυρώσεων σε όποιον τις παραβεί. «Υπάρχει μια διεθνής συνθήκη που ονομάζεται «Καθεστώς Ελέγχου Πυραυλικής Τεχνολογίας», την οποία έχει υπογράψει η Τουρκία, όπως άλλωστε και η Ελλάδα. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη συνθήκη, δεν μπορεί όποιος θέλει να κατασκευάσει ό,τι πυραυλικό σύστημα θέλει, αφού τίθενται μια σειρά από περιορισμοί, όπως το βεληνεκές το οποίο δεν μπορεί να ξεπερνά τα 300 χλμ., η κεφαλή που δεν μπορεί να μεταφέρει περισσότερα από 500 κιλά ισοδύναμο ΤΝΤ, δηλαδή εκρηκτικά, κ.λπ. Αυτό ισχύει για τις χώρες οι οποίες κάνουν εισαγωγή εξοπλισμού από το εξωτερικό», λέει ο κ. Λιόλιος.
«Μέχρι πέρυσι η Τουρκία έκανε δοκιμές του συγκεκριμένου πυραύλου με βεληνεκές που έφτανε μέχρι τα 280 χλμ. Από εκεί και πέρα δεν γνωρίζουμε αν το βεληνεκές του Tayfun είναι αυτό που δίνεται, καθώς κάτι τέτοιο θα πρέπει να πιστοποιηθεί από ανεξάρτητους διεθνείς οργανισμούς. Αν όμως το βεληνεκές είναι αυτό, τότε το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών θα πρέπει να πιέσει πολύ τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αποδείξουν ότι δεν έχουν δώσει τεχνολογία στην Τουρκία η οποία χρησιμοποιήθηκε για την ανάπτυξη του Tayfun. Ακόμη όμως και αν η Αγκυρα εισήγαγε σχετική τεχνολογία από χώρες εκτός Ευρώπης, π.χ. Πακιστάν ή Κίνα, τότε και πάλι υπόκειται σε κυρώσεις», καταλήγει ο διευθυντής του Ελληνικού Κέντρου Ελέγχου Οπλων.