Επιτέλους πήρε Τσάμπιονς Λιγκ με τη Σίτι ο Γκουαρδιόλα, στον έκτο χρόνο της θητείας του. Και το γεγονός ότι το πήρε στον πρώτο χρόνο της παρουσίας στην ομάδα του Χάλαντ μάλλον δεν είναι τυτχαίο. Ωστόσο, στην πιο κρίσιμη φάση της πορείας της Σίτι προς την κατάκτηση του τροπαίου ο Νορβηγός σούπερ σκόρερ σίγησε. Για να αποδειχτεί περίτρανα, στο πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι είναι αφελής η προσέγγιση που από πολλούς συνηθίζεται και “λέει” ότι το παν για να σκοράρει μια ομάδα είναι να διαθέτει γκολτζή φορ.
Στους ημιτελικούς και τον τελικό ο Χάλαντ σχεδόν δεν ακούμπησε την μπάλα. Ηταν από ελάχιστες έως μηδαμινές οι ευκαιρίες που του δόθηκαν για να τη στείλει στα αντίπαλα δίχτυα. Ειδικά στον τελικό, την πήρε εντός μεγάλης περιοχής όλο κι όλο μία φορά κι εκείνη σε πολύ δύσκολη θέση για σουτ και υπό πίεση από αντίπαλο αμυντικό. Κι αυτό γιατί, μολονότι παικταράδες όλοι οι υπόλοιποι συμπαίκτες του, δεν βρήκαν τον τρόπο να τον τροφοδοτήσουν απέναντι στον φοβερό αμυντικό μηχανισμό της Ιντερ.
Θυμίζω ότι, στους ημιτελικούς, στο 1-1 με τη Ρεάλ στη Μαδρίτη σκόραρε ο Ντεμπρόινε, ενώ στο 4-0 της ρεβάνς έβαλε δύο γκολ ο Σίλβα και από ένα ο Ακάνζι και ο Αλβαρεζ. Οσο για τον τελικό, βρέθηκε να σκοράρει ο Ρόδρι για να βγάλει το φίδι από την τρύπα.
Θυμίζω επίσης ότι και στον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έγινε κάτι παρόμοιο. Ο Χάλαντ τροφοδοτήθηκε ελάχιστα, ουσιαστικά έχασε μόνο μία καλή ευκαιρία, αλλά βρέθηκε από το πουθενά ο καθόλου συνήθης ύποπτος Γκινογκάν για να πετύχει όχι ένα αλλά δύο γκολ και να χαρίσει το τρόπαιο στη Σίτι.
Ολα αυτά λένε, πολύ απλά, ότι ακόμη και ο κορυφαίος γκολτζής του πλανήτη δεν μπορεί να σκοράρει αν δεν “ταϊστεί” σωστά από τους συμπαίκτες του. Λένε επίσης ότι μια αληθινά μεγάλη ομάδα διαθέτει σε όλες τις θέσεις, μεσοεπιθετικά τουλάχιστον, παίκτες που μπορούν να σκοράρουν και εκείνοι ανά πάσα στιγμή.
Ειλικρινά, γελάω και συγχύζομαι ταυτόχρονα όταν ακούω να λένε ότι λείπει, από τον ΠΑΟΚ, για παράδειγμα ένας ικανός γκολτζής, που θα “έχει” το εύκολο γκολ. Ναι, λείπει. Προφανώς λείπει. Ποιος Ολιβέιρα για σκόρερ και ποιος Τόμας. Αλλά μόνο ο γκολτζής λείπει; Δηλαδή αν βάλεις τον Χάλαντ, ή τον Λεβαντόφσκι στην ενδεκάδα λύθηκε το πρόβλημα; Αστείο να το πιστεύει κανείς. Οταν δεν μπορεί να “βρει” τον Χάλαντ ο Ντεμπρόινε, ή ο Σίλβα, ποιος θα μπορέσει να τον “βρει”; Ο Αουγκούστο; Η, μήπως, ο Ντάντας; Κι όταν δεν θα τον “βρίσκουν”, θα σκοράρουν αυτοί; Ας είμαστε σοβαροί…
ΥΓ. Κατά τα άλλα, άξια θριαμβεύτρια του Τσάμπιονς Λιγκ η Μάντσεστερ Σίτι, σίγουρα ήταν η καλύτερη ομάδα φέτος, απέκλεισε για να φτάσει εκεί και Μπάγερν και Ρεάλ, αλλά, όπως είδαμε όλοι, χρειάστηκε για σύμμαχο την τύχη στον τελικό κι ας έμοιαζε, στη θεωρία, με εύκολο αντίπαλο γι’ αυτήν η Ιντερ. Αν δεν “ήθελε” η μπάλα τη Σίτι και τον Πεπ, ή αν “ήθελε” λίγο την Ιντερ, ίσως βλέπαμε άλλο ματς. Οι δύο τεράστιες ευκαιρίες με το οριζόντιο δοκάρι και με την απόκρουση του τερματοφύλακα πάνω στη γραμμή, ούτε οι παίκτες της Ιντερ κατάλαβαν πώς χάθηκαν, ούτε και οι παίκτες της Σίτι.
Ηταν κλασικές περιπτώσεις που λέμε ότι οι συγκυρίες και οι μικρολεπτομέρειες των κρίσιμων στιγμών είναι αυτές που κρίνουν την έκβαση ενός αγώνα. Με διπλάσιες τελικές η Ιντερ, με πιο πολλές και τρανταχτές ευκαιρίες και όμως την κούπα την κέρδισε η Σίτι. Αυτή τη φορά, το ποδόσφαιρο δεν απένειμε δικαιοσύνη στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, απένειμε, όμως, δικαιοσύνη συνολικά στο φετινό Τσάμπιονς Λιγκ.