Τη νέα ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες οφείλει να ενεργοποιήσει ως το τέλος Απριλίου κάθε κράτος μέλος της ΕΕ.
Σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία, μετά την υποβολή του σχετικού αιτήματος, η Κομισιόν θα εξετάσει τα αιτήματα και θα διατυπώσει συστάσεις τον Ιούνιο, με το Συμβούλιο της ΕΕ να λαμβάνει την τελική απόφαση τον Ιούλιο, αφού προηγηθούν έντονες διαβουλεύσεις.
Η ρήτρα, που θα ισχύσει για τέσσερα χρόνια (2025- 2028)- μετά το 2028, η ΕΕ θα αξιολογήσει εάν απαιτείται παράταση- θα επιτρέπει στα κράτη- μέλη τη μεγαλύτερη δημοσιονομική ευελιξία για την αύξηση των αμυντικών δαπανών, χωρίς να παραβιάζονται οι νέοι ιδιαίτερα αυστηροί κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Όπως αναφέρουν κυβερνητικοί παράγοντες, η εφαρμογή τής εν λόγω ρήτρας θα αποτελέσει θετικό γεγονός για την Ελλάδα, καθώς, λόγω και της γεωπολιτικής θέσης της, η χώρα διαθέτει διαχρονικά μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ στην άμυνα σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Το 2022 οι αμυντικές δαπάνες ανήλθαν στο 2,6% του ΑΕΠ, υπερκαλύπτοντας σταθερά τον στόχο του ΝΑΤΟ για δαπάνες ύψους τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ και με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο να είναι 1,3% του ΑΕΠ.
Το ανώτατο όριο της δημοσιονομικής ευελιξίας για κάθε κράτος- μέλος είναι 1,5% του ΑΕΠ ετησίως. Οι επιπλέον δαπάνες θα υπολογίζονται σε σύγκριση με το 2021- το έτος πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι χώρες που έχουν ήδη αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες τους μετά το 2021, θα μπορούν να υπολογίζουν αυτήν την αύξηση ως μέρος της ρήτρας.
Η ευελιξία αφορά τόσο στις επενδύσεις όσο και στις τρέχουσες δαπάνες που σχετίζονται με την άμυνα και συγκεκριμένα:
Κατασκευή και αναβάθμιση στρατιωτικών υποδομών (στρατιωτικές βάσεις, αποθήκες όπλων, δίκτυα επικοινωνιών).
Πρόσληψη και εκπαίδευση στρατιωτικού προσωπικού (στρατιώτες, αξιωματικοί, κυβερνοάμυνα).
Έρευνα και ανάπτυξη στον τομέα της άμυνας (νέα τεχνολογία, τεχνητή νοημοσύνη, drones).
Ως προϋπόθεση, τα κράτη- μέλη καλούνται να προμηθεύονται εξοπλισμό από ευρωπαϊκές εταιρείες, προκειμένου να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.
Μετά τη λήξη της ρήτρας διαφυγής, τα κράτη θα πρέπει να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση των αμυντικών τους δαπανών μέσα από τον ετήσιο προϋπολογισμό τους. Εάν υπάρχουν παραγγελίες στρατιωτικού εξοπλισμού που έχουν υπογραφεί πριν από το 2028, αλλά παραδίδονται μετά, θα μπορούν να καλυφθούν από τη ρήτρα, εφόσον παραμένουν εντός του ορίου του 1,5% του ΑΕΠ.
Το 2028, η ΕΕ θα επανεξετάσει την κατάσταση και ενδέχεται να παρατείνει την ευελιξία εάν οι γεωπολιτικές συνθήκες το απαιτούν.