«Φωτιά» στα δεξιά κόμματα φαίνεται πως βάζει η woke ατζέντα που υιοθετούν όλο και περισσότερες συντηρητικές διακυβερνήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που δεν φαίνονται να γίνονται αποδεκτές από τους ψηφοφόρους τους.
Ενδεικτικό άλλωστε είναι το γεγονός ότι βουλευτές της ΝΔ, την επαύριον των εκλογών της 9ης Ιουνίου, τόνισαν ότι το κόμμα έχασε μεγάλη μερίδα του παραδοσιακού εκλογικού της κορμού, που είναι κατά βάση συντηρητικός, λόγω της woke ατζέντας που προσπάθησε να επιβάλει σε ένα ακροατήριο, που δεν τασσόταν υπέρ της.
Παρά το γεγονός ότι ο όρος “woke”, χρησιμοποιείται συχνά με αρνητική χροιά, ο όρος επινοήθηκε αρχικά από προοδευτικούς αφρο-Αμερικανούς για να αναφερθούν στα κινήματα φυλετικής δικαιοσύνης στις αρχές και στα μέσα της δεκαετίας του 1900, που ενημερώνονταν και πάλευαν για την πάταξη της κοινωνικής αδικίας και της φυλετικής ανισότητας.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος της διεθνούς κοινότητας άρχισε να χρησιμοποιεί τον όρο με μια μάλλον αρνητική χροιά, προκειμένου να αναφερθεί στην άκρατη προώθηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών, «καλυμμένων» με πολιτικές παροχής δικαιωμάτων και προώθησης διάφορων κοινωνικών ομάδων, όπως η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα.
Σταδιακά, ο όρος εξαπλώθηκε διεθνώς και προστέθηκε στο Αγγλικό Λεξικό της Οξφόρδης, την ώρα που συντηρητικοί κύκλοι τη χρησιμοποιούν αρνητικά, προκειμένου να αναφερθούν με ειρωνικό τρόπο στα διάφορα κινήματα, όπως το Black Lives Matter και το Me Too.
Μάλιστα, ο συγγραφέας Ross Douthat επινόησε τον όρο “woke capitalism” για τις μάρκες που χρησιμοποιούν πολιτικά προοδευτικά μηνύματα ως υποκατάστατο της γνήσιας μεταρρύθμισης, με την κουλτούρα του “woke capitalism” να περιλαμβάνει διαφημιστικές καμπάνιες που σχεδιάστηκαν για να προσελκύσουν τους millennials, που έχουν συνήθως πιο φιλελεύθερες κοινωνικά απόψεις από τις προηγούμενες γενιές, με τις καμπάνιες συχνά να γίνονται αντιληπτές από τους πελάτες ως ανειλικρινείς και μη αυθεντικές.