Σημαντικά ευρήματα περιλαμβάνει η καθιερωμένη ετήσια έρευνα του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, η οποία στοχεύει στην καταγραφή των απόψεων των πολιτών για τις υπηρεσίες υγείας αλλά και των δυσλειτουργιών του συστήματος.
Παρά το γεγονός ότι στην Θεσσαλονίκη έχει εμβολιαστεί το 90,6% των πολιτών άνω των 65 χρόνων, το 91,1% των γιατρών, αλλά και σε υψηλά ποσοστά και οι υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες, τα ποσοστά ικανοποίησης από τις προσφερόμενες υπηρεσίες υγείας στη χώρα μας εμφανίζονται μειωμένα, αλλά αυξημένα στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Τα ευρήματα της έρευνας παρουσίασαν σε συνέντευξη τύπου ο πρόεδρος του ΙΣΘ Νίκος Νίτσας και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «to the point» Δημήτρης Κατσαντώνης.
Να σημειωθεί ότι η έρευνα έγινε τηλεφωνικά με τη χρήση ερωτηματολογίου μεταξύ 27 Μαΐου και 3 Ιουνίου 2021, στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης, σε δείγμα 1.128 ατόμων, (άνδρες και γυναίκες άνω των 17 ετών).
Υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού των υγειονομικών οι 7 στους 10
Στο φετινό ερωτηματολόγιο τέθηκαν ζητήματα και για το εμβολιαστικό πρόγραμμα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και αν έκαναν ή θα κάνουν εμβόλιο. Σε ποσοστό 62,1% απάντησαν θετικά ενώ οι υπόλοιποι σε ποσοστό 37,9 αρνητικά.
Το ποσοστά εμβολιασμένων στην Περιφερειακή Ενότητα της Θεσσαλονίκης, σε ηλικίες άνω των 65 ξεπερνούν το… 90% ενώ και άνω των 55 αγγίζουν το 85%.
Αναλυτικότερα από όσους δεν έχουν κάνει ακόμη το εμβόλιο ένα ποσοστό 78,3% διευκρίνισε ότι δεν ήρθε ακόμη η σειρά τους, το 19,8 εκτιμά ότι έχουν ανάγκη το εμβόλιο και ένα μικρό ποσοστό 0,9 ότι δεν πιστεύουν στα εμβόλια.
Ανάλογη έρευνα της ίδιας εταιρείας έγινε και στα μέλη του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης. Στο ερώτημα αν έχουν εμβολιαστεί, ποσοστό 90,1% απάντησε θετικά, 8,5% αρνητικά και 1,5 δεν απάντησε. Από το ποσοστό που εμβολιάστηκαν 77,8% είναι εργαστηριακοί, 90,8% κλινικοί και 91,2 χειρουργοί. Και τις δύο δόσεις έκαναν 97,1% και μόνο τη μία 2,9%. Όσοι έκαναν μόνο τη μία δόση σε ποσοστό 100% απάντησαν ότι θα κάνουν και τη δεύτερη.
Επίσης τέθηκε ερώτημα στους πολίτες και για τον υποχρεωτικό εμβολιασμό των υγειονομικών. Το 68,6% των ερωτηθέντων υποστήριξε ότι πρέπει να καταστεί υποχρεωτικός ενώ το 31,4% όχι.
Ο ένας στους δύο δηλώνει ευχαριστημένος από τη διαχείριση της πανδημίας
Στην έρευνα, στην ερώτηση για τις προσφερόμενες υπηρεσίες υγείας, το ποσοστό ικανοποίησης από 37,5% του Ιουνίου 2020 (από το… 16,3% του ίδιου μήνα το 2019) μειώθηκε στο 34,5%.
Να σημειωθεί ότι τον Ιούνιο του 2020 οι δυσαρεστημένοι από 38,1% αυξήθηκαν σε 45,%. Το ίδιο διάστημα οι ικανοποιημένοι από 30,2% μειώθηκαν σε 23,3%.
Ειδικότερα στον τομέα της δημόσιας υγείας (νοσοκομεία, κέντρα υγείας κ.α.) τα ποσοστά διαμορφώνονται ως εξής: 45,2% δυσαρεστημένοι, 23,3% ικανοποιημένοι και 28,3% ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Στο ερώτημα για το πώς ανταποκρίθηκαν οι υπηρεσίες υγείας στη χώρα μας, εδώ και 16 μήνεςπανδημίας, απάντησαν 51,1% πολύ καλά ή καλά, 40,1% μέτρια και 7,1% πολύ άσχημα ή άσχημα.
Οι σχεδόν 6 στους 10 επισκέπτονται τα ιδιωτικά ιατρεία
Οι ερωτηθέντες σε σχέση με την ιατρική περίθαλψη τους, είπαν ότι επισκέπτονται συχνότερα ιδιωτικά ιατρεία (κατά 58%). Ακολουθούν νοσοκομεία (39,4%) συμβεβλημένα ιατρεία του ΕΟΠΥΥ (37,6%) ιδιωτικά πολυιατρεία-κλινικές (11%) και Κέντρα Υγείας – Ιατρεία ΠΕΔΥ (7,1%).
Στο ερώτημα αν η συνεργασία του ΕΣΥ με ιδιωτικούς φορείς υγείας θα βελτιώσει τις υπηρεσίες το 50,5% απάντησε θετικά. Το 13,6% είπε ότι θα τις επιδεινώσει, το 20% εκτίμησε ότι δεν θα γίνει ούτε το ένα, ούτε το άλλο κι ένα ποσοστό 15,8% απέφυγε να τοποθετηθεί.
Όπως είπε ο κ. Νίτσας «κατά τη διάρκεια της καραντίνας οι περισσότεροι συμπολίτες μας που χρειάστηκαν να τηλεφωνήσουν ή να επισκεφθούν κάποιον συνάδελφο προτίμησαν ιδιωτικό ιατρείο σε ποσοστό 66,9% ενώ ακολούθησαν τα ιατρεία του ΕΟΠΠΥ κατά 21,3% τα Κέντρα Υγείας 8,11%, τα Το.Μ.Υ. κατά 2,2% και κάτι άλλο 1,5%.»
Περισσότερο δυσαρεστημένοι οι νέοι από τις υπηρεσίες υγείας
Ένα από τα εντυπωσιακά ευρήματα, όπως είπε ο πρόεδρος του ΙΣΘ Νίκος Νίτσας, είναι ότι οι νέες ηλικιακές ομάδες εμφανίζονται περισσότερο δυσαρεστημένες, από ότι οι μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, για τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας.
Ο κ. Νίτσας σχολίασε ότι υπάρχει «αισθητή μείωση της δυσαρέσκειας απέναντι στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείες και οφείλεται στις προσπάθειες από πλευράς του Υπουργείου Υγείας για ενίσχυση του ΕΣΥ, αλλά κυρίως στις προσπάθειες των γιατρών του δημοσίου αλλά και του ιδιωτικού τομέα οι οποίοι με αυταπάρνηση αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την αναχαίτιση της νόσου». Εξέφρασε δε δημόσια τα συλλυπητήρια στις οικογένειες των συναδέλφων που απεβίωσαν ύστερα από νόσηση με covid19, πριν προλάβουν να εμβολιαστούν.