Πέρασε μόνο μία σεζόν στον ΠΑΟΚ και σε αυτήν πρόλαβε να κάνει όσα λίγοι. Αγωνίστηκε ως παίκτης του και τον κοουτσάρισε. Γι' αυτό και ο Σκοτ Σκάιλς είναι μία εξ ορισμού ξεχωριστή περίπτωση για τον μπασκετικό ΠΑΟΚ. Ήταν βέβαια κάτι πολύ περισσότερο από αυτό.
Είναι κάποιες περιπτώσεις παικτών που «φωνάζουν» από μακριά ότι είναι γεννημένοι για προπονητές και πως ο πάγκος είναι η φυσική συνέχεια της αθλητικής καριέρας τους. Ο Αμερικανός υπήρξε η επιτομή του οξυδερκή παίκτη κάτι που αποτυπώθηκε όχι μόνο στο ρεκόρ όλων των εποχών που γράφτηκε από τα χέρια του και κρατάει σχεδόν 30 χρόνια, από τις 30 Δεκεμβρίου 1990 όταν μοίρασε 30 ασίστ στη νίκη των Μάτζικ επί των Νάγκετς με 155-116.
Ο Σκάιλς κέρδισε τον τίτλο του «Πιο βελτιωμένου παίκτη» του 1991 ενώ έκανε λαμπρή καριέρα και ως προπονητής στο ΝΒΑ για 15 χρόνια, περνώντας από Φίνιξ, Σικάγο, Μιλγουόκι και Ορλάντο. Ενδιάμεσα πάντως στη μεγάλη καριέρα του ως παίκτης και εκείνης που έκανε ως προπονητής, υπήρξε ο ΠΑΟΚ...
Έκανε τον Αλεξόπουλο... ευτυχή
Υπάρχει μία αφορμή για τη σημερινή «βουτιά» μας στο παρελθόν. Ήταν πριν από ακριβώς 23 χρόνια, στις 20 Μαίου 1997, όταν ο Σκοτ Σκάιλς που μέσα σε ένα βράδυ έβγαλε τη φανέλα του αθλητή και έβαλε το κοστούμι του προπονητή, οδήγησε τον ΠΑΟΚ στην 3η θέση του Πρωταθλήματος και στην Ευρωλίγκα. Το πάθημα του δεύτερου μικρού τελικού είχε γίνει μάθημα για τον ΠΑΟΚ που δεν επέτρεψε στο Περιστέρι ούτε καν να πιστέψει σε ένα «διπλό» με το οποίο θα έφερνε τη σειρά στο 2-2. Ο ΠΑΟΚ κυριάρχησε, νίκησε με 78-47, έκανε το 3-1 και πήρε την 3η θέση.
Ξέχωρα όμως από αυτό, ολόκληρη η μπασκετική Ελλάδα υποκλίθηκε στον Σκάιλς που μέσα σε λίγους μήνες μετέτρεψε ένα ασταθές σύνολο, σε μία ομάδα με ταυτότητα και μάλιστα χωρίς τον τραυματία Στογιάκοβιτς.
Περισσότερο δικαιωμένος από όλους ήταν όμως ο Απόστολος Αλεξόπουλος που αποδοκιμαζόταν σχεδόν σε κάθε παιχνίδι στην διάρκεια της σεζόν και πήρε το ρίσκο της επιλογής του Σκάιλς τον οποίο έκανε από παίκτη, προπονητή: «Που είναι αυτός που με αποκαλεί ευτυχή; Είναι εδώ; Ε λοιπόν ναι, είμαι ευτυχής» είχε πει ο τότε ιδιοκτήτης της ομάδας.
Στον 4ο μικρό τελικό του 1997, ο Ντελ Ντεμπς είχε 18 πόντους και επτά ριμπάουντ, ο Ευθύμης Ρεντζιάς 15 πόντους, ο Άντονι Μπόνερ 13 πόντους με 15 ριμπάουντ, τρεις ασίστ και τέσσερα κλεψίματα ενώ 10 πόντους, πέντε ριμπάουντ και τέσσερις ασίστ είχε ο Αχιλλέας Μαματζιόλας.