Τα τελευταία χρόνια, ο όρος «superfood» έχει εμφανιστεί ευρέως στις συσκευασίες τροφίμων και στα μέσα ενημέρωσης, ενώ το στυλ «σούπερ δίαιτα» έχει γίνει της μόδας. Είναι ενδιαφέρον ότι μεταξύ των τροφίμων που θεωρούνται υγιεινά, εκείνα με ισχυρισμούς «υπερτροφή», «υπερφρούτο» και «υπερσπόροι» παρουσιάζουν αξιοσημείωτα μεγάλες πωλήσεις. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η δημοφιλής κουλτούρα των επιρροών διευκολύνουν επίσης τη δημοτικότητα των superfoods.
Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλες ρυθμιστικές κατηγορίες τροφίμων (π.χ., «βιολογικά τρόφιμα»), η έννοια του superfood είναι σχετικά ασαφής και μερικές φορές θεωρείται απλώς ένα τέχνασμα του μάρκετινγκ. Γενικά, τα superfoods αναφέρονται σε τροφές με υψηλά επίπεδα είτε θρεπτικών είτε βιοδραστικών φυτοχημικών με οφέλη για την ανθρώπινη υγεία. Όμως ως αποτέλεσμα του διφορούμενου εύρους των superfoods, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων απαγόρευσε την εμφάνιση της λέξης «superfood» σε οποιοδήποτε προϊόν, εάν οι παραγωγοί δεν παρείχαν αξιόπιστα επιστημονικά στοιχεία για τον ισχυρισμό τους. Επίσης η Εθνική Υπηρεσία Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου επισημαίνει ότι οι ισχυρισμοί πως ορισμένα τρόφιμα είναι «super» είναι συχνά ανακριβείς.
Ωστόσο, ενάντια στις παρεμβάσεις και τους κανονισμούς των αρχών, ο όρος «superfood» συνεχίζει να χρησιμοποιείται εκτενώς στην άτυπη επικοινωνία μάρκετινγκ και στην κάλυψη των μέσων ενημέρωσης, γεγονός που οδηγεί σε αυξανόμενο ενδιαφέρον για την κατανάλωση τέτοιων τροφίμων. Μάλιστα σύμφωνα με το Google Trends ο όρος «superfood» αναζητήθηκε περισσότερες φορές το 2020 κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Δεδομένης της ασάφειας του ορισμού, το «super» είναι μια υποκειμενική έννοια. Στη βιβλιογραφία του μάρκετινγκ, πολλές έννοιες βασίζονται στις υποκειμενικές αντιλήψεις των καταναλωτών. Για παράδειγμα, αν και υπάρχουν κοινώς αναγνωρισμένες μάρκες/προϊόντα πολυτελείας, η «πολυτέλεια» συχνά αντιμετωπίζεται διαφορετικά από διαφορετικούς καταναλωτές. Αυτό σημαίνει ότι ένα προϊόν (π.χ. ένα κινητό) θα μπορούσε να είναι πολυτέλεια για έναν καταναλωτή αλλά όχι για έναν άλλον.
Ο όρος superfood χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για να περιγράψει τη μπανάνα (παρόλα αυτάοι μπανάνες σπάνια βρίσκονται στις τρέχουσες λίστες των υπερτροφών.) Το 1917, η United Fruit Company επινόησε τον όρο ως ένα τέχνασμα μάρκετινγκ για την προώθηση της μπανάνας. Αυτό δεν βασίστηκε σε καμία επιστημονική μελέτη, αλλά περισσότερο στην ευελιξία της μπανάνας δεδομένης της παχιάς της φλούδας, του φθηνού κόστους και του ότι είναι βρώσιμη είτε ψημένη είτε όχι.
Από τότε, πολλά τρόφιμα έχουν χαρακτηριστεί ως υπερτροφές. Και με την παγκόσμια βιομηχανία τροφίμων να αξίζει τρισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, το μάρκετινγκ για την αύξηση των πωλήσεων ενός συγκεκριμένου τροφίμου μπορεί να κάνει τεράστια διαφορά στα κέρδη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έως και το 40% των ανθρώπων μπορεί να είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα για τρόφιμα που παρέχουν όφελος για την υγεία.
Ως απόδειξη για την ανάπτυξη των υπερτροφών, υπήρξε τριπλασιασμός στον αριθμό των τροφίμων και ποτών που φέρουν την επισήμανση superfoods μεταξύ 2011 και 2015. Δεν είναι ότι έχουν ανακαλυφθεί εκατοντάδες νέα τρόφιμα, αλλά τα υπάρχοντα προστίθενται στη λίστα με τα superfoods . Αυτό περιλαμβάνει ορισμένα δημητριακά (π.χ. κινόα) και σπόρους (δηλαδή σπόρους κολοκύθας). Οι τρέχουσες λίστες περιλαμβάνουν επίσης νέα συσκευασμένα και επεξεργασμένα τρόφιμα, όπως έτοιμες σαλάτες, μπάρες και μείγματα ποτών.
Αν και είναι δελεαστικό να πιστεύουμε ότι ένα μόνο τρόφιμο θα μπορούσε να βελτιώσει την υγεία της καρδιάς μας, ωστόσο είναι μύθος. Το superfood είναι ένας όρος μάρκετινγκ που δημιουργήθηκε για να βοηθήσει στην πώληση προϊόντων. Παρόλα αυτά εξακολουθεί να χρησιμοποιείται συχνά στα μέσα ενημέρωσης, περιγράφοντας το οτιδήποτε, από μπρόκολο και παντζάρι μέχρι γύρη μελισσών ή τις πράσινες σκόνες. Είναι όμως σημαντικό να σημειωθεί ότι μπορείτε να κάνετε μια θρεπτική διατροφή ακόμα κι αν δεν τρώτε ποτέ καμία από αυτές τις λεγόμενες υπερτροφές. Για παράδειγμα, τα μήλα είναι εξαιρετικά θρεπτικά, αλλά σπάνια περιλαμβάνονται σε κάποια λίστα των superfoods. Το ίδιο ισχύει και για τα καρότα.
Επίσης η επισήμανση ορισμένων τροφίμων ως «super» μπορεί να είναι προβληματική. Ο ίδιος ο όρος υποδηλώνει ότι ένα τρόφιμο είναι καλύτερο από ένα άλλο. Μπορεί επίσης να δημιουργήσει μια λανθασμένη εντύπωση ότι όλοι θα πρέπει να αγοράζουμε και να τρώμε το superfood X ή superfood Y, δημιουργώντας έτσι μια παραμορφωμένη άποψη για τη διατροφή. Και αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην παράβλεψη άλλων τροφών εξίσου υγιεινών.
Επιπλέον υπάρχει και το εξής ερώτημα: Ποιος αποφασίζει για το ποια τροφή είναι superfood; Δεν υπάρχει μια επιτροπή superfoods από ειδικούς σε θέματα υγείας και διατροφής που να συγκρίνει τα τρόφιμα και να αποφασίζει ποια από αυτά ανήκουν στη λίστα. Από διατροφικής άποψης, δεν υπάρχει κανένα τρόφιμο που να είναι πιο «super» από κάποιο άλλο. Το φαγητό είναι φαγητό. Και ενώ ορισμένα τρόφιμα μπορεί να θεωρούνται πιο υγιεινές επιλογές από άλλα (όπως τα φρέσκα φρούτα σε σύγκριση με τον ζαχαρούχο χυμό), η επισήμανση superfoods έχει δοθεί αποκλειστικά σε τρόφιμα για σκοπούς μάρκετινγκ, είτε από τη βιομηχανία τροφίμων είτε από τη βιομηχανία της διατροφής. Και όπως ο Σούπερμαν, έτσι και τα superfoods μπορεί να είναι μια ελκυστική ιδέα και τίποτα περισσότερο. Γι αυτό και οι διατροφικές οδηγίες συνιστούν να τρώμε μια ποικιλία τροφών για να έχουμε μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή.
Εξάλλου η αλήθεια είναι ότι η διατροφή είναι υπέροχα περίπλοκη, διαφορετική για όλους και κυρίως μυστηριώδης και καμία υπερτροφή δεν θα σας σώσει. Μπορεί να είναι διασκεδαστικό να δοκιμάζετε νέα τρόφιμα και ορισμένα από αυτά που φέρουν το σήμα «superfoods» είναι θρεπτικά, αλλά πρώτα σκεφτείτε αν αξίζει τα χρήματα, καθώς πιθανότατα μπορείτε να πάρετε τα θρεπτικά συστατικά από μια πιο καθημερινή πηγή.
jenny.gr