Δραματική είναι κατάσταση των μισθών στην ΕΕ, καθώς μόνο ένας στους επτά εργαζόμενους έχει δει το ποσό του να αυξάνεται σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat οι χαμηλόμισθοι αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τέταρτο (25,2%) των εργαζομένων ηλικίας κάτω των 30 ετών, με τους Έλληνας να βρίσκονται σε χειρότερη θέση.
Κι αυτό γιατί oι εργαζόμενοι άνω των 16 ετών είναι ως επί το πλείστον δυσαρεστημένοι με τη δουλειά τους σε ότι έχει να κάνει με τις απολαβές, τις συνθήκες και την ασφάλεια που αυτή τους παρέχει.
Στο σύνολο της ΕΕ, η Ελλάδα βρίσκεται πίσω μόνο από τη Βουλγαρία, αφού στο σύστημα μέτρησης της Eurostat η Ελλάδα έχει μόλις 6,8 μονάδες και η Βουλγαρία βρίσκεται στις 6,2 μονάδες.
Αναλυτικότερα, το υψηλότερο ποσοστό παρατηρήθηκε στη Βουλγαρία (26,8%), ακολουθούμενη από τη Ρουμανία (23,9%), τη Λετονία (23,3%), την Ελλάδα (21,7%), την Εσθονία (21,2%) και την Κύπρο (20%).
Επί της ουσίας, οι 2 στους 10 εργαζόμενους στην Ελλάδα ήταν χαμηλόμισθοι, ενώ, αν ανατρέξει κανείς στα προηγούμενα έτη, θα διαπιστώσει ότι η ζημιά έγινε μετά το 2010, όταν δηλαδή μπήκαμε στο τούνελ των μνημονίων. Ε
Στον αντίποδα, λιγότερο από το 10% των εργαζομένων ήταν χαμηλόμισθοι στην Πορτογαλία (1,8%), στη Σουηδία (4,1%), στη Φινλανδία (6,5%), στην Ιταλία (8,8%), στη Σλοβενία (9,4%) και στη Γαλλία και στη Δανία (9,7% και οι δύο).
Ακόμη, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Οικονομικής Κοινωνικής Επιτροπής, (ΟΚΕ), η πραγματική αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού μεταξύ 2020-2021 μειώθηκε κατά 3%, παρά τις αυξήσεις 2%.
Μεταξύ 2021-2022 ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε ονομαστικά κατά 7,5%. Όμως λόγω του πληθωρισμού η πραγματική αύξηση σε όρους αγοραστικής δύναμης ανήλθε σε μόλις 0,29%. Αντίστοιχα, την επόμενη χρονιά ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε ονομαστικά κατά 9,4%, όμως η αγοραστική δύναμη αυξήθηκε με πολύ χαμηλότερο ρυθμό, κατά 5,3%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι συνολικά μεταξύ 2019 και 2024 εκτιμάται ότι η ακρίβεια περιορίστηκε κατά περίπου 121 ευρώ από τον κατώτατο μισθό, ο οποίος αυξήθηκε ονομαστικά κατά 180 ευρώ, σε όρους αγοραστικής δύναμης οι αυξήσεις αντιστοιχούν σε 59 ευρώ.