Σε υψηλό επίπεδο 10ετίας σκαρφάλωσαν οι τιμές του καφέ, με τους αναλυτές να αναμένουν ότι οι σφιχτές συνθήκες στην αγορά του θα συνεχισθούν και το 2023.
Τα συμβόλαια πώλησης για τον Σεπτέμβριο έκλεισαν τη συνεδρίαση της περασμένης Δευτέρας στα 2,34 δολάρια ανά λίβρα (που αντιστοιχεί σε 454 γραμμάρια). Την περασμένη Πέμπτη, τα futures του καφέ στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης έφτασαν τα 2,46 δολάρια που είναι η υψηλότερη τιμή από το 2011, όταν είχε ξεπεράσει και τα 3 δολάρια.
Εν τω μεταξύ, η τιμή αναφοράς της Διεθνούς Ενωσης Καφέ ανερχόταν στα 2,07 δολάρια ανά λίβρα την Παρασκευή, αυξημένη 85% σε ετήσια βάση.
Ο επικεφαλής στρατηγικής της Saxo Bank, Ολε Χάνσεν, δήλωσε στο CNBC ότι το τελευταίο 12μηνο, «μία τέλεια καταιγίδα γεγονότων συνωμότησαν για να ωθήσουν στα ύψη τους αγαπημένους μας κόκκους».
«Το ερώτημα για τη μελλοντική πορεία των τιμών είναι σε ποιο βαθμό οι εξελίξεις αυτές έχουν τελικά μεγαλύτερη διάρκεια. Νομίζω ότι πρέπει να εστιάσουμε σε ό,τι γίνεται στη Βραζιλία φέτος, όπου είχαμε τις χαμηλότερες θερμοκρασίες σε μία γενιά, μία πολύ γρήγορη εξάπλωση του παγετού που έπληξε κάποιες από τις αναπτυσσόμενες περιοχές και είχαμε και μία περίοδο ξηρασίας – αυτά οδηγούν σε μία επισφαλή σοδειά για το 2022», πρόσθεσε.
Ο Χάνσεν πρόσθεσε ότι αυτά τα δυσμενή καιρικά φαινόμενα θα επηρεάσουν τη σοδειά φέτος καθώς και αυτή του 2022, πιθανόν και του 2023.
«Είδαμε τον καφέ να κάνει ράλι σε περίπου 3 δολάρια το 2011, όταν είχαμε ένα άλλο βραζιλιάνικο τραύμα. Αυτοί είναι οι αριθμοί που οδηγούν την αγορά να σπεκουλάρει αν μπορούμε να φθάσουμε ξανά τέτοια επίπεδα, και θεωρώ, έχοντας τη Βραζιλία κατά νου και εφόσον οι προβλέψεις για τους επόμενους μήνες συνεχίσουν να επιβεβαιώνουν μία επιβράδυνση ή μείωση της παραγωγής, ότι τότε ο κίνδυνος να γίνει το προϊόν μας πιο ακριβό είναι πολύ πραγματικός», σημείωσε ο Χάνσεν.
Εκτός από την κακοκαιρία, οι περιορισμοί στην παγκόσμια προσφορά είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην αγορά του καφέ, επειδή οι παραγωγοί και οι εταιρείες που ψήνουν τον καφέ και τον μετατρέπουν στο ρόφημα που πίνουμε είναι συχνά εγκατεστημένοι σε διαφορετικές χώρες.
Πρόβλημα και με την Αιθιοπία
Η αβεβαιότητα στην αγορά προκύπτει επίσης από εξαγωγικές χώρες, όπως η Αιθιοπία, η οποία βρίσκεται στο χείλος εμφύλιου πολέμου, και το Βιετνάμ, το οποίο βλέπει τα κρούσματα του κορονοϊού να αυξάνονται, κάτι που θα μπορούσε να πλήξει την παραγωγή του.
«Νομίζω ότι σε τελική ανάλυση έχουμε μία αγορά, η οποία, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, αρχίσει να δείχνει κάποια στενότητα», επεσήμανε ο Χάνσεν.
Imerisia.gr