Στην αποκατάσταση του ισοζυγίου ισχύος στο Αιγαίο, έπειτα από σχεδόν 15 χρόνια αποχής από μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, προχωρά η χώρα μας μέσω της λεγόμενης «αγοράς του αιώνα», όπως χαρακτηρίζεται η προμήθεια 24 μαχητικών αεροσκαφών Rafale, 3+1 φρεγατών Belharra και 3+1 κορβετών Gowind 2500, από τη γαλλική αμυντική βιομηχανία. Η συνδυασμένη χρήση τους από το 2025, όταν και θα αρχίσει να ολοκληρώνεται η συνολική ένταξή τους στις Ένοπλες Δυνάμεις, θεωρείται ότι θα αποτελέσει «game changer» για την παρουσία της Ελλάδας στην περιοχή. Όπως εκτιμάται, όχι μόνο θα υπάρχει πλήρης θωράκιση των ελληνικών συνόρων από οποιαδήποτε εξωτερική απειλή, αλλά ταυτόχρονα θα προσδώσει στη χώρα μας και το χαρακτηριστικό μιας περιφερειακής στρατιωτικής υπερδύναμης.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι μια σειρά από επιτελείς του Πενταγώνου παρομοιάζουν τον ρόλο που αναμένεται να διαδραματίσουν τα παραπάνω οπλικά συστήματα στο Αιγαίο, αλλά και ευρύτερα στη ΝΑ Μεσόγειο με τη δράση που ανέπτυξε το θωρηκτό «Αβέρωφ» κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. «Όπως το “Αβέρωφ” έκλεισε τον τουρκικό στόλο στα Στενά το 1912, έτσι και 100 χρόνια μετά τα Rafale και οι Belharra αναμένεται να περιορίσουν την παρουσία του τουρκικού στόλου και της αεροπορίας κοντά στα μικρασιατικά παράλια», σημειώνουν χαρακτηριστικά. Αν δίπλα στα παραπάνω οπλικά συστήματα τοποθετήσουμε και τη συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας, την οποία υπέγραψαν την περασμένη Τρίτη στο Παρίσι οι ηγέτες των δύο χωρών, τότε η ελληνική πλευρά αποκτά ένα επιπλέον σαφές πλεονέκτημα που της εξασφαλίζει ότι σε μια ενδεχόμενη στρατιωτική αντιπαράθεση με την Τουρκία, για πρώτη φορά ίσως, δεν θα είναι εντελώς μόνη...
Πλάνο ενίσχυσης
Αποδεσμεύοντας πριν από έναν ακριβώς χρόνο ένα έκτακτο πακέτο ενίσχυσης της άμυνας συνολικού ύψους 10 δισ. ευρώ, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης άναψε επί της ουσίας το πράσινο φως ώστε να ξεκινήσει, και μάλιστα αμέσως, ένα τεράστιο εξοπλιστικό πρόγραμμα, το οποίο προέβλεπε όχι μόνο βασικές αγορές οπλικών συστημάτων, αλλά και εκσυγχρονισμό ορισμένων ήδη υπαρχόντων, με στόχο να επανενεργοποιηθεί πλήρως το ελληνικό δόγμα αποτροπής έναντι της τουρκικής απειλής. Μια απειλή η οποία, τουλάχιστον κατά την τελευταία δεκαετία, είχε γιγαντωθεί εξαιτίας του δικού της υπερεξοπλισμού και της ανάπτυξης της αμυντικής της βιομηχανίας. Από το σύνολο των 10 δισ. ευρώ, περίπου 3,2 δισ. εκτιμάται ότι θα κατευθυνθούν στην αγορά των 24 μαχητικών αεροσκαφών Rafale, η παράδοση των οποίων στην Πολεμική Αεροπορία έχει ήδη ξεκινήσει από τον περασμένο Ιούλιο.
Περισσότερα από 5 δισ. θα κοστίσουν οι τρεις φρεγάτες Belharra και Gowind, ενώ τα υπόλοιπα 2 δισ. θα πάνε για εκσυγχρονισμούς υφιστάμενων οπλικών συστημάτων, όπως οι φρεγάτες MEΚO του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά και για αγορά βλημάτων, τορπιλών, ανταλλακτικών, ελικοπτέρων και άλλων υλικών άμεσης προτεραιότητας.
Προχωρώντας σε μια σύγκριση των στρατιωτικών δυνατοτήτων Ελλάδας και Τουρκίας, αλλά και κάνοντας μια προβολή ισχύος των δύο χωρών σε βάθος πενταετίας, με βάση τα οπλικά συστήματα που διαθέτουν ή πρόκειται να διαθέτουν οι ελληνικές και οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις το 2026, γίνεται σαφές ότι το υπάρχον άνοιγμα της εξοπλιστικής ψαλίδας ανάμεσα στις δύο χώρες θα έχει περιοριστεί σημαντικά. Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία θα εξακολουθήσει να έχει αριθμητική υπεροχή έναντι της Ελλάδας σε διάφορους τομείς, όντας μεγαλύτερη σε πληθυσμό και κατ’ επέκταση σε επίπεδο αμυντικού προϋπολογισμού, η χώρα μας θα αποκτήσει ένα ισχυρό προβάδισμα σε ποιοτικό επίπεδο, μέσω της χρήσης σύγχρονων οπλικών συστημάτων, η αντιμετώπιση των οποίων θα είναι δύσκολο να γίνει με βάση τις δυνατότητες του τουρκικού οπλοστασίου.
Οι αναλογίες των δυνάμεων
Όσον αφορά τις αναλογίες δυνάμεων Ελλάδας - Τουρκίας, η χώρα μας εμφανίζεται κατά το τρέχον έτος να κάνει ένα τεράστιο εξοπλιστικό άλμα, σε μια προσπάθεια αφενός να καλύψει το χαμένο έδαφος ετών, αφετέρου να δημιουργήσει βάσεις για την πλήρη αποκατάσταση της ισορροπίας δυνάμεων στο Αιγαίο κατά το άμεσο μέλλον. Ενδεικτικά, να σημειώσουμε ότι για το τρέχον έτος η χώρα μας έχει προϋπολογίσει δαπάνες για την άμυνα ύψους 5,4 δισ. ευρώ, όταν το 2020 ο αντίστοιχος προϋπολογισμός ήταν 3,4 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με αναφορά του ΝΑΤΟ (Ιούνιος 2021), μετά από πολλά χρόνια η Ελλάδα εμφανίζεται να διαθέτει ποσοστό 38,5% του αμυντικού της προϋπολογισμού για συντήρηση παλιών και αγορά νέων οπλικών συστημάτων, όταν τα προηγούμενα έτη το ποσοστό αυτό κυμαινόταν από 8,17% (το 2014) έως 13,45% (το 2016).
Αντίστοιχα, ο αμυντικός προϋπολογισμός της Τουρκίας εμφανίζεται φέτος σε σχέση με το 2020 να είναι μειωμένος, κυρίως λόγω της κατάρρευσης της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας σε σχέση με το δολάριο, από 19,4 δισ. σε 17 δισ. δολάρια. Επί της ουσίας, πάντως, ο ακριβής προσδιορισμός των τουρκικών αμυντικών δαπανών είναι ένας δυσεπίλυτος γρίφος, δεδομένου ότι από τον συγκεκριμένο κορβανά τροφοδοτούνται οι δαπάνες πολλών και διαφορετικών φορέων, τα οικονομικά στοιχεία των οποίων είτε δεν είναι ακριβή είτε δημοσιοποιούνται υπό αδιαφανείς όρους, αφού δεν υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο από τους αρμόδιους ελεγκτικούς θεσμούς, όπως το Κοινοβούλιο. Την ίδια στιγμή, ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, οι αναλογίες της χώρας μας με τον εξ Ανατολών γείτονά της, όπως αναφέρει σχετική έκθεση του Κυπριακού Κέντρου Στρατηγικών Μελετών (ΚΚΣΜ) για το 2020, παρουσιάζονται σήμερα μειωμένες, 2,4 Τούρκοι στρατιώτες για κάθε Έλληνα, σε σύγκριση με 3,5:1 το 2014. Προς αυτή την κατεύθυνση, τα μέγιστα έχουν συντελέσει αφενός οι μαζικές εκκαθαρίσεις Γκιουλενιστών και αντιφρονούντων στο καθεστώς Ερντογάν, σε επίπεδο μόνιμων στελεχών από το τουρκικό στράτευμα, αφετέρου η μείωση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, από 12 σε 6 μήνες. Ακόμη κι έτσι, πάντως, η Τουρκία εξακολουθεί να έχει έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς στο ΝΑΤΟ, με το εν ενεργεία στρατιωτικό ανθρώπινο δυναμικό της να ανέρχεται σε 355.000 άτομα έναντι 142.000 που διαθέτει η Ελλάδα.
Στρατός Ξηράς
Το ανθρώπινο δυναμικό του Στρατού στην Ελλάδα ανέρχεται σε 93.500 σε σύγκριση με 260.000 στην Τουρκία. Όσον αφορά τα άρματα μάχης, η Ελλάδα διαθέτει σήμερα 1.328 και η Τουρκία 2.379. Παρά το γεγονός ότι η Τουρκία εμφανίζεται αριθμητικά να υπερτερεί, η πλειονότητα των τουρκικών αρμάτων είναι σχεδίασης δεκαετίας του 1960, με σημαντικό μέρος τους να μην καταγράφει κάποια αξιόλογη αναβάθμιση. Παρ’ όλα αυτά, εκτιμάται ότι τόσο ο ελληνικός όσο και ο τουρκικός Στρατός διαθέτουν περίπου ισάξιο αριθμό σύγχρονων αρμάτων μάχης τύπου Leopard. Σε σχέση με τα Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού (ΤΟΜΠ), αναφέρεται ότι αισθητή αύξηση κατά 648 παρατηρείται σε αυτά της ελληνικής πλευράς σε σχέση με το 2014, ενώ καμία στην τουρκική. Η Ελλάδα διαθέτει 2.567 ΤΟΜΠ και η Τουρκία 3.636, τα οποία όμως αναμένεται να πολλαπλασιάσει τα προσεχή χρόνια, αφού έχει αναπτύξει σημαντική εγχώρια βιομηχανία. Ως προς τα μεταγωγικά αεροσκάφη, η Ελλάδα διαθέτει 18 και η Τουρκία 49. Σχεδόν παρόμοια είναι η αναλογία για τα ελικόπτερα, με τη χώρα μας να διαθέτει, μαζί με τα 38 μεταχειρισμένα ελικόπτερα OH-58 Kiowa, 168 μονάδες, ενώ η Τουρκία 330. Η χώρα μας διαθέτει 28 επιθετικά ελικόπτερα έναντι 77 που διαθέτει η Τουρκία. Στα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) η Τουρκία έχει ξεκάθαρο πλεονέκτημα, αφού, όπως εκτιμάται, αυτή την περίοδο επιχειρούν περίπου 160 Bayraktar (εξαιρουμένων των 500 drones), ενώ μόλις πριν από λίγες ημέρες παραδόθηκε και επισήμως στον τουρκικό Στρατό ως πλήρως επιχειρησιακό το πρώτο επιθετικό μη επανδρωμένο αεροσκάφος Akinci. Από την άλλη πλευρά, η χώρα μας εμφανίζεται να διαθέτει περίπου 38 UAV, αρκετά από τα οποία θέλουν εκσυγχρονισμό. Το πλεονέκτημα της Ελλάδας, πάντως, όσον αφορά την ξηρά, είναι ότι έχει μικρή συνοριακή γραμμή με την Τουρκία, με τον ποταμό Έβρο να παρεμβάλλεται ανάμεσα στις δύο χώρες, αλλά και τη μορφολογία του εδάφους να είναι τέτοια που να διευκολύνει αρκετά όχι μόνο την απόκρουση μιας επιθετικής ενέργειας, αλλά και την άμεση ανταπόδοσή της.
Πολεμική αεροπορία
Η ενίσχυση της Πολεμικής Αεροπορίας με 24 μαχητικά αεροσκάφη Rafale αναμένεται να κάνει τη διαφορά στο Αιγαίο. Η Μοίρα που θα φιλοξενήσει στα υπόστεγά της τις «ριπές ανέμου» είναι η 332 Μοίρα Παντός Καιρού (ΜΠΚ) στην αεροπορική βάση της Τανάγρας με έμβλημά της ένα γεράκι και φόντο τον χάρτη της Ελλάδας. Στα όπλα των αεροσκαφών περιλαμβάνονται κατευθυνόμενα βλήματα Meteor, ενώ μπορούν να φέρουν και τους υπάρχοντες πυραύλους που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία στο οπλοστάσιό της όπως Mica, Scalp (μακρού πλήγματος) και Exocet. Τα εν λόγω αεροσκάφη δίνουν τη δυνατότητα στους πιλότους της Αεροπορίας μας να πλήξουν τον εχθρό ακόμη και από απόσταση 120 χιλιομέτρων (η μεγαλύτερη εμβέλεια που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο δυτικό οπλοστάσιο), βάζοντας τέλος στις κλειστές αερομαχίες με τους Τούρκους. Μπορούν δηλαδή να ρίξουν όλους τους πυραύλους που έχουν στα πτερύγιά τους εναντίον του αντιπάλου προτού καν τον δουν στο οπτικό τους πεδίο. Δίπλα στα Rafale τα επόμενα χρόνια θα εξακολουθούν να επιχειρούν τα μαχητικά Mirage 2000-5, F-4 Phantom και F-16, που διαθέτει ήδη στις τάξεις της η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία. Να σημειώσουμε ότι 85 μαχητικά F-16 βρίσκονται ήδη σε φάση αναβάθμισης σε επίπεδο Viper, κάτι το οποίο τους δίνει τη μελλοντική δυνατότητα να ανταγωνίζονται, πλην της Stealth τεχνολογίας, στα ίσα τα F-35, τα οποία επίσης αναμένεται αργότερα (προς το 2030) να εντάξει στο δυναμικό της η χώρα μας.
Από την άλλη, η Τουρκία φαίνεται να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα ως προς την ανανέωση του αεροπορικού της στόλου. Μετά τα θέματα που προέκυψαν στις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες, λόγω της προμήθειας του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος S-400, έμειναν εκτός του προγράμματος F-35, με αποτέλεσμα πλέον η Άγκυρα να έχει πολύ περιορισμένες επιλογές για να προμηθευτεί μαχητικά 5ης γενιάς. Η ραχοκοκαλιά του αεροπορικού της στόλου θα εξακολουθεί να αποτελείται από το F-16, καθώς η συζήτηση που έχει ανοίξει με τη ρωσική πλευρά για την προμήθεια Su-35 δεν αναμένεται ότι θα έχει κάποια κατάληξη. Παράλληλα, η προσπάθεια που καταβάλλει για την εγχώρια ανάπτυξη ενός μαχητικού αεροσκάφους (TF-X) δεν φαίνεται να προχωρά, με τους αναλυτές να προβλέπουν ότι αυτό ίσως χρειαστεί έως και 15 χρόνια προκειμένου να καταστεί επιχειρησιακά έτοιμο. Εκείνο, πάντως, που προβληματίζει την ελληνική πλευρά είναι η ενεργοποίηση του ρωσικού αντιαεροπορικού-αντιπυραυλικού συστήματος S-400, όπως και η ανάπτυξη των πυραύλων Gezgin, οι οποίοι είναι υπό κατασκευή σε συνεργασία με την Ουκρανία και προσομοιάζουν με τους Tomahawk έχοντας εμβέλεια 800-1.200 χιλιόμετρα.
Πολεμικό ναυτικό
Ο ελληνικός στόλος, με την προμήθεια 3+1 φρεγατών Belharra, 3+1 κορβετών Gowind, σε συνδυασμό με τα 4 υποβρύχια Type 214 «Παπανικολής», που ήδη υπηρετούν στις τάξεις του, εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια θα καταστεί ένας από τους πιο ισχυρούς της Μεσογείου. Ως προς τον οπλισμό τους, τόσο οι φρεγάτες όσο και οι κορβέτες θα είναι εξοπλισμένες με πυραύλους τύπου Mica, Exocet και Aster 30. Αν δίπλα στα παραπάνω προσθέσουμε και τις 4 υπό αναβάθμιση γερμανικές φρεγάτες ΜΕΚΟ-200, αλλά και τις υπερσύγχρονες πυραυλακάτους που συνεχώς εντάσσει στη δύναμή του το Πολεμικό Ναυτικό, γίνεται κατανοητό ότι η χώρα μας πολύ δύσκολα θα χάσει την πρωτοκαθεδρία της στη θάλασσα τα επόμενα χρόνια.
Την ίδια ώρα, οι Τούρκοι διαθέτουν 10 σύγχρονες κορβέτες εγχώριας σχεδίασης, με το ναυπηγικό τους πρόγραμμα να συνεχίζεται. Παράλληλα, η Άγκυρα έχει λάβει απόφαση μέσα στα επόμενα χρόνια το Πολεμικό Ναυτικό της να αποκτήσει 6 γερμανικά υποβρύχια Type 214, περίπου παρόμοια με αυτά της χώρας μας. Ταυτόχρονα εμφανίζεται να δρομολογεί ένα πρόγραμμα ναυπήγησης 4 φρεγατών πολλαπλού ρόλου που θα αρχίσουν να τίθενται σε υπηρεσία από το 2023, όπως και ένα πρόγραμμα ναυπήγησης 7 αντιτορπιλικών αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής TF-2000, με το πρώτο πλοίο να τίθεται σε υπηρεσία το 2027.
Stratologia.gr
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news.
Κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook