Σκληρές και ανατριχιαστικές είναι οι περιγραφές που κάνουν οι Αρεοπαγίτες στην απόφασή τους για την τραγική κατάσταση των σκυλιών που βρέθηκαν να αιμορραγούν από διάφορα μέρη του σώματός τους λόγω των τραυμάτων τα οποία είχαν, μετά από σκληρές κυνομαχίες με pitbull που αποκαλύφθηκε ότι γίνονταν στην Κεντρική Μακεδονία.
Τα σε οικτρή κατάσταση σκυλιά, πληγωμένα από δαγκώματα και νυχιές, αδυνατισμένα βρέθηκαν είτε μέσα στο χώρο της αυτοσχέδιας αρένας την οποία είχαν δημιουργήσει μέσα σε στάβλο αλόγων, είτε μέσα σε κλουβιά που βρέθηκαν στις καρότσες αυτοκινήτων. Πλέον της τραγικής τραυματικής κατάσταση που βρέθηκαν τα περισσότερα σκυλιά, υπήρχαν και άλλα με υποθερμία από τις κακουχίες, την ασιτία και στις συνεχείς σκληρές κυνομαχίες.
Ένα άλλο pitbull βρέθηκε πεταμένο, νεκρό, έξω από το στάβλο και ένα δεύτερο λίγες μέρες μετά την έφοδο της Αστυνομίας στο χώρο που γινόντουσαν οι σκληρές μάχες πάνω στην αρένα, εξέπνευσε μέσα στο κτηνιατρείο που είχε μεταφερθεί για περίθαλψη. Τα σκυλιά ήταν υποσιτιζόμενα για να είναι ελαφριά, ευκίνητα και επιθετικά. Μάλιστα, για να είναι ακόμη περισσότερο επιθετικά, σε άλλα τους έδιναν περιορισμένη τροφή και σε άλλα καθόλου, έτσι ώστε να δημιουργείται στα νηστικά επιθετικότητα και να έχουν καλύτερες επιδόσεις πάνω στην αρένα.
Όπως αναφέρεται στην αρεοπαγιτική απόφαση, σε Αστυνομικό Τμήμα της Κεντρικής Μακεδονίας, υπήρξε η πληροφορία ότι γίνονται προγραμματισμένες κυνομαχίες με μεγάλα στοιχήματα σε κτήμα το οποίο βρίσκεται πίσω από γνωστό κέντρο διασκέδασης της περιοχής. Τότε υπήρχε και η καταγγελία ότι στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας γινόταν παράνομη εκτροφή pitbull, με απώτερο σκοπό να συμμετέχουν σε κυνομαχίες.
Όπως περιγράφεται στην δικαστική απόφαση, σε στάβλο αλόγων είχε δημιουργηθεί αυτοσχέδια αρένα και «στηνόντουσαν» κυνομαχίες. Ο χώρος αυτός λειτουργούσε και ως στέκι κυνηγών. Εκεί υπήρχε ξύλινος στίβος μάχης. Στο έδαφος υπήρχε κόκκινη μοκέτα και γύρο γύρο περιμετρικά υπήρχαν ξύλινες τάβλες για να μην πέφτουν από την αρένα τα σκυλιά που μονομαχούσαν.
Έτσι, οργανώθηκε επιχείρηση, ανδρών του Αστυνομικού Τμήματος, της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας και της Ομάδας Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας της τοπικής Αστυνομικής Διεύθυνσης.
Η μικρή, σχετικά, αστυνομική δύναμη πραγματοποίησε έφοδο και βρέθηκε μπροστά σε 150 περίπου άτομα που συμμετείχαν σε κυνομαχία, είτε ως ιδιοκτήτες σκύλων, είτε ως τζογαδόροι που στοιχημάτιζαν πάνω στις επιδόσεις και την επιβίωση των σκυλιών οι οποίοι έδιναν μάχη επιβίωσης.
Εκείνη τη στιγμή της εφόδου ήταν σε εξέλιξη μονομαχία μεταξύ δύο σκύλων, ράτσας pitbull, τα οποία έφεραν τραύματα, ενώ συνολικά βρέθηκαν 7 σκυλιά της συγκεκριμένης ράτσας, τα 6 περισυλλέγησαν και το 7ο βρέθηκε νεκρό.
Μόλις οι θεατές και συμμετέχοντες στην κυνομαχία αντιλήφθησαν τα αστυνομικά όργανα, μπήκαν στα αυτοκίνητά τους και εξαφανίστηκαν, χωρίς η Αστυνομία να προλάβει να καταγράψει τους αριθμούς κυκλοφορίας των αυτοκινήτων. Όπως εκτιμούν, σε κάποιο ή κάποια αυτοκίνητα ήταν και τα χρήματα των στοιχημάτων που έπεφταν κατά την διάρκεια των κυνομαχιών που είχαν γίνει μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Οι αστυνομικοί εντόπισαν έξω από το στάβλο ένα αυτοκίνητο το οποίο ανήκε σε 41χρονο ο οποίος ήταν ο μόνος από τους συλληφθέντες ο οποίος έχει καταδικαστεί για την διεξαγωγή κυνομαχιών και κακομεταχείριση σκύλου και έχει προσφύγει στον Άρειο Πάγο. Αρχικά οι συλληφθέντες ήταν 17 (13 Έλληνες και 4 αλλοδαποί) ηλικίας 21 έως 55 ετών, αλλά διώξεις ασκήθηκαν μόνο κατά των 13. Ο ένας εξ αυτών καταδικάστηκε και οι υπόλοιποι 12 αθωωθήκαν, καθώς επήλθε παραγραφή των αδικημάτων στα οποία είχαν υποπέσει.
Την ημέρα εκείνη οι συλληφθέντες αρνήθηκαν ότι βρέθηκαν στο στάβλο με σκοπό τη διενέργεια κυνομαχιών, υποστηρίζοντας ότι επρόκειτο για «συνάντηση κυνηγών στο στέκι». Ο 41χρονος, τότε, καταδικαστείς είναι ελεύθερος επαγγελματίας, παππούς και πατέρας δυο παιδιών. Καταδικάστηκε, για κακή και βάναυση μεταχείριση ζώου ράτσας pitbull (με το παλαιό νομοθετικό πλαίσιο). Του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 15 μηνών (πρωτόδικα είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 18 μηνών), με τριετή αναστολή και χρηματικό πρόστιμο 5.000 ευρώ.
Στο αυτοκίνητο αυτό, «υπήρχε κλουβί με ένα ζωντανό Pit Bull, χρώματος μπεζ, έντονα φοβισμένο και σοκαρισμένο, με κακή θρεπτική κατάσταση, παρουσίαζε υποθερμία, έφερε σοβαρό και εκτεταμένο πρόσφατο τραύμα στο πτερύγιο του αριστερού αυτιού και κάτω από αυτό στο δέρμα του τραχήλου, τραύματα στο κεφάλι, στην έσω επιφάνεια του άνω χείλους, καθώς και στα πρόσθια και οπίσθια άκρα, τα οποία (τραύματα) ήταν πρόσφατα και αιμορραγούσαν, προκλήθηκαν, δε από αμβλύ διατιτραίνων όργανο τις τελευταίες 1 - 5 ώρες».
Στο χώρο της αρένας υπήρχαν σφουγγάρια μέσα σε μικρές λεκάνες με νερό, προκειμένου να βρέχουν οι διοργανωτές και ιδιοκτήτες των σκύλων τα σημεία στα οποία υπήρχαν στα σκυλιά πληγές και αιμοραγούσαν από τα δαγκώματα που δεχόντουσαν κατά τις μάχες που έδιναν στην αρένα. Το νερό μέσα στις λεκάνες ήταν κατακόκκινο από τα αίματα των μαχητών-σκύλων, ενώ το αίμα που έχαναν πάνω στην αρένα δεν ήταν ευδιάκριτο, καθώς η μοκέτα είχε το ίδιο χρώμα, ήταν κόκκινη.
Τα σκυλιά που βρέθηκαν σε άσχημη κατάσταση, παραδόθηκαν σε δημοτικό κτηνίατρο για περίθαλψη και διενέργεια εξετάσεων, ενώ σε όλη την προσπάθεια διάσωσης των σκυλιών, συνέβαλε καθοριστικά και τοπικός ζωοφιλικός Σύλλογος.
Στην έκθεση πραγματογνωμοσύνης του κτηνιάτρου που εξέτασε το σκυλί, το οποίο βρέθηκε μέσα σε κλουβί στο αυτοκίνητο του 41χρονου, επισημαίνεται, μεταξύ των άλλων, ότι «με βάση τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης του ζώου, τη φύση των τραυμάτων και το χρόνο που προκλήθηκαν, τη συμπεριφορά του ζώου, την αυτοψία του χώρου και την αναφορά της Αστυνομίας ότι στο χώρο προηγήθηκαν κυνομαχίες, προκύπτει ότι τα τραύματα προκλήθηκαν προφανώς από άλλο σαρκοφάγο ζώο (προφανώς σκύλο)».
Ο εμπλεκόμενος καταδικασθείς ισχυρίστηκε ότι «η αρένα ήταν απλά μια κατασκευή για να παίζουν τα ζώα». Ακόμη, ισχυρίστηκε ότι το σκυλί που βρέθηκε μέσα στο κλουβί, ήταν «τραυματισμένο επειδή βρισκόταν προηγουμένως σε λαγοτροφείο για να δοκιμαστεί στο κυνήγι», όμως οι δικαστές έκριναν ότι ο ισχυρισμός του αυτός «δεν αποδεικνύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο».
Ενδεικτικό είναι ότι οι δικαστές όχι μόνο δεν πείστηκαν ότι δεν αποδεικνύεται ότι το σκυλί τραυματίστηκε σε λαγοτροφείο, αλλά υπογραμμίζουν στην απόφασή τους:
«Αντιθέτως αποδείχθηκε ότι άφησε το σκυλί στο κλουβί, κλειδωμένο μέσα στο αυτοκίνητό του και χωρίς να έχει περιποιηθεί τα τραύματά του. Κατά την επέμβαση της Αστυνομίας στο κτήμα οι θαμώνες προσπάθησαν να αποφύγουν τη σύλληψη αποχωρώντας βιαστικά, ενέργεια στην οποία προέβη και ο κατηγορούμενος εγκαταλείποντας τον προαναφερόμενο σκύλο στο κλουβί με κακές καιρικές συνθήκες, βροχή, όπως ο ίδιος αναφέρει στην απολογία του και κυρίως χωρίς να περιποιηθεί τα τραύματα για τα οποία είναι ο ίδιος υπαίτιος, εκθέτοντας το σκυλί σε κυνομαχίες».
Και συνεχίζει η δικαστική απόφαση:
«Εν ολίγοις το δικαστήριο πείθεται ότι ο εγκλεισμός του σκύλου στο αυτοκίνητο του κατηγορουμένου δεν οφείλεται στην πρόθεσή του να το φυλάξει, αλλά αντιθέτως στην πρόθεσή του να το χρησιμοποιήσει στην εξελισσόμενη ή σε επόμενη κυνομαχία.
Το σκυλί ήδη έφερε τραύματα οφειλόμενα στην ως άνω αιτία και η παραμονή του στο αυτοκίνητο δεν σχετιζόταν με τη φροντίδα του, αλλά με την πρόθεση του δράστη να το χρησιμοποιήσει ξανά για τον ίδιο σκοπό (προφανώς αφού είχε αποδειχθεί αξιόμαχο και δεν είχε καταλήξει σε κάποιο προηγούμενο "γύρο"). Αντί να το μεταφέρει σε κτηνίατρο για την ενδεδειγμένη περιποίηση των τραυμάτων του, ο κατηγορούμενος το κρατούσε κλειδωμένο και ενώ αυτό έφερε ήδη πρόσφατα και αιμορραγούντα τραύματα από την κυνομαχία που προηγήθηκε».
Έτσι, οι δικαστές κατέληξαν ότι ο καταδικασθείς ως «ιδιοκτήτης σκύλου ράτσας pitbull δεν φρόντισε να τηρεί τους κανόνες ευζωίας αυτού και έτσι το ζώο παρουσίαζε κακή θρέψη και ήταν ιδιαίτερα φοβισμένο και σοκαρισμένο, ενώ επιπλέον το χρησιμοποίησε και σε κυνομαχία, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση σοβαρών και εκτεταμένων τραυμάτων στο ζώο. Όλα δε τα ανωτέρω συνιστούν κακή και βάναυση μεταχείριση του ζώου που κατείχε ο κατηγορούμενος».
Από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της Θεσσαλονίκης το 2020 απορρίφθηκε το αίτημα του καταδικασθέντα να του αναγνωριστεί στο πρόσωπό του η ελαφρυντική περίσταση της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς. Δηλαδή, ότι μετά την καταδικαστική απόφαση επέδειξε καλή κοινωνική συμπεριφορά.
Έτσι, προσέφυγε στον Άρειο Πάγο και ζήτησε να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνον απόφαση. Παράλληλα, ζήτησε να του αναγνωριστεί το ελαφρυντικό της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς, κάτι που το δευτεροβάθμιο δικαστήριο δεν δέχθηκε.
Ως προς το ελαφρυντικό της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς υποστήριξε: «Έχω επιδείξει σε καθεστώς ελεύθερης διαβίωσης μία πάρα πολύ καλή συμπεριφορά. Τυγχάνω οικογενειάρχης και πατέρας δύο τέκνων, ηλικίας 22 και 18 ετών αντιστοίχως και παππούς ενός εγγονιού ηλικίας 2 ετών. Εργάζομαι συνεχώς και αδιαλείπτως ως ελεύθερος επαγγελματίας στην πόλη της …, διατηρών … επί 20 και πλέον έτη και δεν έχω έκτοτε υποπέσει σε ηθικό παράπτωμα, ούτε έχω επιδείξει έκνομη συμπεριφορά απασχολώντας εκ νέου την Ελληνική Δικαιοσύνη. Συνέχισα να ανταποκρίνομαι με αυταπάρνηση και υπευθυνότητα στις υποχρεώσεις της οικογένειάς μου και της εργασίας μου και παράλληλα επιμελούμαι των πολλαπλών θεμάτων που δημιουργούνται στην καθημερινότητα μιας οικογένειας, της οποίας ηγούμαι τόσο σε ηθικό και ψυχολογικό, όσο και σε οικονομικό επίπεδο».
Το Ζ΄ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου διευκρινίζει στην απόφασή του ότι για την αναγνώριση του εν λόγω ελαφρυντικού περιστατικού «απαιτείται, συγκεκριμένη μετά την πράξη, θετική προσωπική, κοινωνική και επαγγελματική συμπεριφορά, η οποία να είναι ενδεικτική όχι μόνον ελλείψεως παραβατικότητας, διότι σε τέτοια περίπτωση αυτός που δεν τέλεσε κάποια αξιόποινη πράξη μετά την αποκάλυψη της παράνομης δραστηριότητάς του, θα είχε εξασφαλισμένη την αναγνώριση της ελαφρυντικής αυτής περιστάσεως, αλλά ατόμου, το οποίο αποτίναξε το παρελθόν, άλλαξε τρόπο ζωής, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει, όταν εξακολουθεί να ζει όπως και πριν, εξαιρουμένης της παραβιάσεως των νόμων και ιδιαίτερα του Ποινικού Κώδικα».
Στην προκειμένη περίπτωση, σημειώνουν οι αρεοπαγίτες, «δεν αποδείχθηκαν τέτοια πραγματικά περιστατικά εκ των οποίων να υποδηλώνεται η ουσιαστική μεταστροφή του κατηγορουμένου προς ενστερνισμό των κανόνων της ομαλής κοινωνικής συμβίωσης και προς αγαθοποιό δραστηριότητα και η στάση του να παρέχει αυθεντική μαρτυρία για την ποιότητα του ήθους του και της κοινωνικής προδιαθέσεώς του». Και κατέληξαν οι αρεοπαγίτες: «Πρέπει επομένως το αίτημα της αναγνωρίσεως του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παράγραφος 2 εδάφιο ε' του Ποινικού Κώδικα να απορριφθεί".
Την ίδια στιγμή, το Ποινικό Τμήμα, απέρριψε και το δεύτερο αίτημά του 41χρονου με το οποίο ζητούσε να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνον απόφαση, καθώς δεν είχε την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για να στοιχειοθετηθεί η αξιόποινη πράξη της κακής και βάναυσης μεταχείρισης ζώου.
Όμως, το Ανώτατο Ποινικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αιτιολογία και τα πραγματικά περιστατικά (γεγονότα) που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις. Επιπρόσθετα, οι αρεοπαγίτες επέβαλαν στον καταδικασθέντα και δικαστικά έξοδα 250 ευρώ.