Πολλοί είναι αυτοί που αναρωτιούνται το πότε ένας αστυνομικός έχει το δικαίωμα να πυροβολήσει ενώ βρίσκεται σε καταδίωξη κάτι το οποίο εξαρτάται από τους κανόνες εμπλοκής που υπάρχουν.
Το περιστατικό της αιματηρής καταδίωξης στο Πέραμα επαναφέρει στη δημόσια συζήτηση το θέμα των προϋποθέσεων χρήσης των πυροβόλων όπλων από τους αστυνομικούς, το οποίο, όμως, έχει καθοριστεί επακριβώς από το 2003. Μάλιστα, ο υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη, Λευτέρης Οικονόμου, έχει ενημερώσει από τον Οκτώβριο του 2019 τη Βουλή πως το Αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. δεν εξετάζει, τουλάχιστον επί του παρόντος, την αναθεώρηση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου. Σε κάθε περίπτωση, είναι κρίσιμο να απαντηθούν από το αρμόδιο υπουργείο, ύστερα από την ολοκλήρωση του πειθαρχικού ελέγχου, τα ερωτήματα, που έχουν ανακύψει αναφορικά με τις επικοινωνίες μεταξύ του κέντρου επιχειρήσεων της ΕΛ.ΑΣ. και των στελεχών της ομάδας ΔΙΑΣ, που ακολουθούσαν το κλεμμένο αυτοκίνητο με οδηγό τον 20χρονο Ρομά, ο οποίος έπεσε νεκρός από αστυνομικά πυρά.
Ειδικότερα, ο νόμος 3169/2003, «Οπλοφορία, χρήση πυροβόλων όπλων από αστυνομικούς, εκπαίδευσή τους σε αυτά και άλλες διατάξεις», αποτελεί ουσιαστικά το εγχειρίδιο, στο οποίο περιγράφονται λεπτομερώς οι αρχές χρήσης από τους αστυνομικούς των όπλων τους. Ο αστυνομικός λοιπόν, επιτρέπεται κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του να προτάσσει το πυροβόλο όπλο, εφόσον συντρέχει κίνδυνος ένοπλης επίθεσης σε βάρος αυτού ή τρίτου και επιτρέπεται να πυροβολήσει, εφόσον αυτό απαιτείται για την εκπλήρωση του καθήκοντος του και συντρέχουν οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Εχουν εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα, εκτός αν αυτά δεν είναι διαθέσιμα ή πρόσφορα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ηπιότερα μέσα είναι ιδίως παραινέσεις, προτροπές, χρήση εμποδίων, σωματικής βίας, αστυνομικής ράβδου, επιτρεπτών χημικών ουσιών ή άλλων ειδικών μέσων, προειδοποίηση για χρήση πυροβόλου όπλου και απειλή με πυροβόλο όπλο.
- Εχει δηλώσει την ιδιότητά του και έχει απευθύνει σαφή και κατανοητή προειδοποίηση για την επικείμενη χρήση πυροβόλου όπλου, παρέχοντας επαρκή χρόνο ανταπόκρισης, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης.
- Η χρήση πυροβόλου όπλου δεν συνιστά υπερβολικό μέτρο σε σχέση με το είδος της απειλούμενης βλάβης και την επικινδυνότητα της απειλής.
Οταν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις επιβάλλεται η ηπιότερη χρήση του πυροβόλου όπλου, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο θανάτου ή σωματικής βλάβης. Ως ηπιότερη χρήση πυροβόλου όπλου νοείται η κλιμάκωση της χρήσης του με τη μικρότερη δυνατή και αναγκαία προσβολή. Ο πυροβολισμός, ανάλογα με το στόχο της βολής, κλιμακώνεται σε:
- εκφοβιστικό, όταν δεν στοχεύεται η πλήξη οποιουδήποτε στόχου,
- κατά πραγμάτων, όταν στοχεύεται η πλήξη πραγμάτων,
- ακινητοποίησης, όταν στοχεύεται η πλήξη μη ζωτικών σημείων του σώματος ανθρώπου και ιδίως των κάτω άκρων αυτού και
- εξουδετέρωσης, όταν στοχεύεται η πλήξη ανθρώπου και πιθανολογείται ακόμη και ο θάνατός του.
Πότε μπορεί να πυροβολήσει αστυνομικός κατά οχήματος
Πυροβολισμός κατά οχήματος, που ενέχει κίνδυνο τραυματισμού επιβαίνοντος προσώπου, επιτρέπεται μόνο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
- Για την απόκρουση ένοπλης επίθεσης, εφόσον η επίθεση άρχισε ή επίκειται, ώστε κάθε καθυστέρηση αντίδρασης να καθιστά αναποτελεσματική την άμυνα.
- Για την αποτροπή επικείμενης τέλεσης ή εξακολούθησης κοινώς επικίνδυνου κακουργήματος ή κακουργήματος που τελείται με χρήση ή απειλή σωματικής βίας.
- Για τη σύλληψη καταδικασθέντος ή υποδίκου ή καταδιωκομένου που καταλαμβάνεται να τελεί επ’ αυτοφώρω κακούργημα ή πλημμέλημα, εφόσον αντιδρά στη σύλληψή του και υπάρχει άμεσος κίνδυνος να κάνει χρήση όπλου.
- Για την αποτροπή παράνομης εισόδου στη χώρα ή εξόδου από αυτή προσώπων που επιχειρούν παράνομη διακίνηση ανθρώπων ή πραγμάτων και φέρουν όπλα.
- Για την προστασία εγκαταστάσεων κοινής ωφέλειας ή χώρων, στους οποίους φυλάσσονται αντικείμενα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία ή τη δημόσια τάξη ή πειστήρια εγκλήματος, εφόσον η φύλαξή τους έχει ανατεθεί ειδικά στον αστυνομικό και επιχειρείται βίαιη είσοδος, προσβολή ή αφαίρεση των φυλασσομένων από ένοπλο.
- Για την αποτροπή απόδρασης ή ελευθέρωσης κρατουμένου που επιχειρείται με ένοπλη επίθεση.
- Για την αποτροπή αφοπλισμού αστυνομικού κατά την υπηρεσία του.
Πότε επιτρέπεται και πότε απαγορεύεται πυροβολισμός εξουδετέρωσης
Ο πυροβολισμός εξουδετέρωσης επιτρέπεται, αν αυτό απαιτείται:
- Για την απόκρουση επίθεσης ενωμένης με επικείμενο κίνδυνο θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης ανθρώπου,
- Για τη διάσωση ομήρων, για τους οποίους απειλείται κίνδυνος θανάτου ή βαριάς σωματικής βλάβης.
Πυροβολισμός ακινητοποίησης ή εξουδετέρωσης απαγορεύεται:
- Εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγεί τρίτος από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος,
- Εναντίον ενόπλου πλήθους, εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πληγούν άοπλοι,
- Εναντίον ανηλίκου, εκτός αν αποτελεί το μοναδικό μέσο για την αποτροπή επικείμενου κινδύνου θανάτου. Ως ανήλικος θεωρείται το πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του,
- Εναντίον προσώπου, που τρέπεται σε φυγή, όταν καλείται να υποστεί νόμιμο έλεγχο.
- Όταν οι αστυνομικοί ενεργούν ως ομάδα, για τη χρήση πυροβόλου όπλου, απαιτείται προσταγή του επικεφαλής, εκτός αν ο αστυνομικός δέχεται επίθεση, από την οποία απειλείται βαριά σωματική βλάβη ή θανάτωσή του.
Πηγή: reader.gr