Άρθρο του Κοσμά Μήτσιου, Δικηγόρου Αθλητικού Δικαίου
Μπορείς
να φανταστείς μια εποχή όπου, κατ’
εντολή των αρχών, δεν παίζεται (σχεδόν)
πουθενά ποδόσφαιρο στον πλανήτη; Μια
εποχή που οι περισσότερες ποδοσφαιρικές
διοργανώσεις, εθνικές ή διεθνείς, έχουν
αναβληθεί επ’ αόριστον ή έχουν ακυρωθεί
οριστικά; Μια εποχή που ακόμα και ένας
ερασιτεχνικός αγώνας ποδοσφαίρου είναι
αδύνατον να οργανωθεί λόγω του κανόνα
του social
distancing;
Λοιπόν, αυτή είναι η κατάσταση σε
ολόκληρο, σχεδόν, τον πλανήτη αυτήν τη
στιγμή. Εθνικές διοργανώσεις έχουν
αναβληθεί προσωρινά ή
έχουν ακυρωθεί εντελώς για την τρέχουσα
σεζόν,
ενώ την ίδια τύχη έχουν και διεθνείς
διοργανώσεις, διασυλλογικές ή μη, καθώς
έχει ήδη αποφασιστεί η αναβολή επ’
αορίστου των τελικών του UEFA
Champions
League
και UEFA
Europa
League,
η αναβολή του Euro
2020
για το καλοκαίρι του 2021, καθώς και η
αναβολή όλων
των διεθνών αναμετρήσεων
που ήταν προγραμματισμένες έως και τον
Ιούνιο του τρέχοντος έτους.
Το γεγονός
ότι διοργανώσεις όπως το
ΝΒΑ
έχουν επίσης αναβάλλει την δραστηριότητα
τους, απλά υπερτονίζει τον παγκόσμιο
χαρακτήρα των προβλημάτων που επέβαλλε
στην ζωή μας η πανδημία. Οι προπονήσεις
σε ολόκληρο τον πλανήτη, ουσιαστικά
απαγορεύτηκαν δια νόμου λόγω προστασίας
της δημόσιας υγείας και οι ποδοσφαιριστές
απομονώθηκαν σε καραντίνα στα σπίτια
τους κλοτσώντας χαρτιά τουαλέτας ή
οτιδήποτε επιτάσσει η εκάστοτε δοκιμασία
σε Instagram,
Tic
Toc
κλπ.
Τα
επαγγελματικά clubs
στην Ευρώπη πολύ γρήγορα, αντιλαμβανόμενα
και τον κοινωνικό τους ρόλο, συμμετείχαν
στην παγκόσμια καμπάνια #StayAtHome
παροτρύνοντας το κοινό τους να παραμείνει
εντός του σπιτιού, κυρίως μέσω των
λογαριασμών τους στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης. Σύντομα, όμως, μια κυνική και
πραγματιστική προσέγγιση άρχισε να
διαφαίνεται.
Πολλές ομάδες, με πρώτη
την FC
Barcelona
η οποία διαθέτει το μεγαλύτερο μισθολόγιο
στον ποδοσφαιρικό πλανήτη, άρχισαν να
εξετάζουν διάφορα ενδεχόμενα και να
αναζητούν νομικές ή πρακτικές λύσεις
προκειμένου να μειώσουν την ζημία που
τους έχει επιβληθεί από την αναβολή των
διοργανώσεων. Η βασική σκέψη στηρίζεται
στο δόγμα της ανωτέρας
βίας και
ενσαρκώνεται στην μείωση μισθών (κυρίως)
των ποδοσφαιριστών λόγω της κατάστασης
που έχει επιβάλλει στο παγκόσμιο
ποδόσφαιρο η πανδημία του Covid-19.
Ποια όμως
η ουσία και η εφαρμογή του δόγματος της
ανωτέρας βίας, κατά το Ελβετικό δίκαιο,
βάσει του οποίου οργανώνεται η FIFA
και η UEFA
καθώς και κρίνει το CAS
όταν δεν προτάσσεται διαφορετικό δίκαιο
από τα εκάστοτε μέρη; Σύμφωνα, λοιπόν,
με το Ελβετικό δίκαιο, δεν υπάρχει ένας
ξεκάθαρος ορισμός για την ανωτέρα βία,
εξού και το εν λόγω δόγμα έχει αναπτυχθεί
και σκιαγραφηθεί από την νομολογία και
το ακαδημαϊκό δυναμικό.
Η εν λόγω έννοια
έχει απασχολήσει ακόμα και το CAS
από την νομολογία του οποίου μπορούμε
να αλιεύσουμε έναν ορισμό.
Ως ανωτέρα βία, επομένως, νοείται ένα
απρόβλεπτο, ασυνήθιστο και εξωτερικό
ως προς τον κύκλο δυνατοτήτων και
υπαιτιότητάς του ατόμου γεγονός το
οποίο δεν μπορεί να αποτραπεί με εύλογα
οικονομικά μέσα και λόγω της συγκεκριμένης
κατάστασης και σπανιότητας αυτού του
γεγονότος, δεν θα μπορούσε να έχει
προβλεφθεί από τον μέσο άνθρωπο.
Έχει ήδη
γίνει δεκτό στην νομολογία το CAS
πως πιθανή ύπαρξη λόγου ανωτέρας βίας
μπορεί να οδηγήσει σε δυνατότητα αθέτησης
μέρους συμφωνίας από το βαλλόμενο μέρος.
Στην
συγκεκριμένη υπόθεση,
ένα Αιγυπτιακό club
δικαιώθηκε για την μη καταβολή μισθών
στον προπονητή του και βοηθό προπονητή
λόγω της έναρξης του Αιγυπτιακού εμφυλίου
τον Απρίλιο του 2013, που οδήγησε σε
οριστική ακύρωση του Αιγυπτιακού
πρωταθλήματος την εν λόγω αγωνιστική
περίοδο.
Έχοντας
υπόψιν τα παραπάνω, αποτελεί η πανδημία
του Covid-19
λόγω ανωτέρας βίας, ικανό να επιτρέψει
στους ποδοσφαιρικούς συλλόγους να
αθετήσουν μονομερώς τις συμβατικές
τους υποχρεώσεις; Εν μέρει, όχι! Είναι
αλήθεια πως ο (ποδοσφαιρικός) πλανήτης
βρίσκεται μπροστά σε μια πρωτοφανή
πρόκληση. Όπως ειπώθηκε ανωτέρω,
διοργανώσεις έχουν ακυρωθεί ή αναβληθεί
χωρίς να είναι γνωστή η πιθανότητα ή
δυνατότητα επανέναρξής τους. Επομένως,
σημαντικές πηγές εσόδων έχουν στερηθεί
από τους συλλόγους λόγω της υπάρχουσας
κατάστασης. Όμως, οφείλει να γίνει μια
σημαντική διαφοροποίηση με την
προαναφερθείσα υπόθεση του CAS.
Στην ως άνω απόφαση, το Ανώτατο Αθλητικό
Δικαστήριο δέχθηκε πως η έναρξη ενός
εμφυλίου πολέμου συνιστά λόγο ανωτέρας
βίας και γι΄ αυτό δέχτηκε εν μέρει την
ένσταση του Αιγυπτιακού συλλόγου ως
προς την μη καταβολή των συμβατικά
προβλεπομένων. Αντιθέτως, η υπόθεση του
Covid-19
είναι κατά τι διαφορετική. Ας μην ξεχνάμε
πως πλέον οι ποδοσφαιρικές ομάδες
αποτελούν σύγχρονες ανώνυμες εταιρίες,
με τεράστιο κύκλο εργασιών, εκτεταμένες
και επικερδείς επιχειρηματικές
δραστηριότητες καθώς οι αθλητικές τους
δραστηριότητες αποτελούν ένα μέρος του
συνόλου αυτών. Επιπλέον, οι οδηγίες που
έχουν εκδοθεί από την εκάστοτε κυβέρνηση,
κάνουν λόγο για περιορισμό των μετακινήσεων
και αποφυγή των συναθροίσεων. Επομένως,
η επιχειρηματική και εμπορική δραστηριότητα
των επιχειρήσεων δεν έχει παύσει,
αντιθέτως έχει περιοριστεί και διεξάγεται,
ομολογουμένως μετά κάποιων εμποδίων
και κυρίως εξ αποστάσεως.
Ουσιαστικά,
οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι, παρότι έχουν
αναβάλλει τις αθλητικές τους δραστηριότητες,
συνεχίζουν να λειτουργούν κανονικά ως
προς τα υπόλοιπα τμήματά τους. Για
παράδειγμα, συνεχίζουν να χρησιμοποιούν
την εικόνα των ποδοσφαιριστών τους
ανεβάζοντας έτσι την χρηματιστηριακή
και εταιρική τους αξία, τα e-
shop
συνεχίζουν να βρίσκονται εν ενεργεία
κ.ο.κ. Αντιστρόφως, η ύπαρξη ενός εμφυλίου
πολέμου, όπως στην υπόθεση που έκρινε
το CAS,
θέτει την ίδια την ύπαρξη της ομάδος
καθώς και των υπαλλήλων της σε αμφισβήτηση,
με την στενή έννοια του όρου. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα είναι η (μη δεσμευτική)
ανακοίνωση της
Ελβετικής Γραμματείας Οικονομικών
Θεμάτων
ότι η ύπαρξη του Covid-19,
άρα και η κάποια απώλεια εσόδων, εμπίπτει
στο επιχειρηματικό ρίσκο που αναλαμβάνει
μια εταιρεία και ως εκ τούτου οφείλει
να εκπληρώσει τις μισθολογικές της
υποχρεώσεις.
Στον
αντίποδα των επιχειρημάτων εκ μέρους
των clubs,
ακούγονται τα επιχειρήματα από την
πλευρά των ποδοσφαιριστών. Δομική αρχή
στην Ελβετική έννομη τάξη (και εν γένει
σε κάθε έννομη τάξη) είναι η αρχή ότι τα
συμπεφωνημένα πρέπει να τηρούνται.
Επιπλέον, καθίσταται σαφές στο FIFA
RSTP
και συγκεκριμένα στο άρθρο 14bis
πως τυχόν μη πληρωμή ποσού που αντιστοιχεί
σε μισθό δυο μηνών, δίνει το δικαίωμα
στον ποδοσφαιριστή να τερματίσει
μονομερώς το συμβόλαιό του. Ακόμα τόσο
στην νομολογία των δικαιοδοτικών οργάνων
της FIFA
όσο και του CAS,
καθίσταται σαφής η πρόθεση της παγκόσμιας
ομοσπονδίας περί αυστηρή τήρησης των
συμπεφωνημένων καθώς και της διατήρησης
των συμβατικής σταθερότητας. Τυχόν
παρόμοια ενέργεια εκ μέρους ομάδος
ενδέχεται να κριθεί ακόμα και ως κατάχρηση
κυρίαρχης θέσης εις βάρος των
ποδοσφαιριστών.
Επομένως,
καθίσταται σαφές πως μονομερείς ενέργειες
εκ μέρους των συλλόγων πρέπει να
αποκλειστούν καθώς ενδέχεται να θεωρηθούν
αδικαιολόγητη παραβίαση των όρων των
συμβολαίων. Περικοπή μισθών, απόλυση
σε περίπτωση μη αποδοχής (όπως έπραξε
η Ελβετική
Sion
για εννέα ποδοσφαιριστές της), θέση των
ποδοσφαιριστών σε καθεστώς μερικής
απασχόλησης (μια ιδέα που εφάρμοσε
ευτυχώς για λίγες ώρες μόνο η
FC
Barcelona)
και άλλα, ενδέχεται να οπλίσουν τους
ποδοσφαιριστές με την δυνατότητα
προσφυγής τους στα δικαιοδοτική όργανα,
όπου πιθανή δικαίωσή τους θα απειλήσει
ακόμα και με πτώχευση πολλούς συλλόγους
ελέω αποζημίωσης. Αυτή η οπτική ενισχύεται
και από την προσέγγιση της FIFA
και του CAS
ότι ο πιθανός τερματισμός του συμβολαίου
πρέπει επέρχεται μόνο για σοβαρό λόγο
και να αποτελεί την έσχατη λύση για την
σχέση μεταξύ ποδοσφαιριστών και συλλόγων.
Η μη αποδοχή μιας μονομερούς περικοπής
μισθών ή και παύση αυτών δεν δύναται να
αποτελεί σοβαρό λόγο εκ μέρους των
συλλόγων για να τερματίσουν τα συμβόλαια
με τους ποδοσφαιριστές τους.
Άρα, τι
πρέπει να γίνει; Ποια βήματα πρέπει να
ακολουθηθούν για μια ομαλή έξοδο από
την «σημαντικότερη
πρόκληση στην ιστορία του αθλήματος»
όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο Αντρέα
Ανιέλι, πρόεδρος της Juventus
και πρόεδρος της ομοσπονδίας των
ευρωπαϊκών συλλόγων;
Κατ’
αρχάς, καθοριστικό ρόλο παίζει η ύπαρξη
πιθανής ρήτρας στα συμβόλαια των
ποδοσφαιριστών η οποία προβλέπει τις
συνέπειες μιας κατάστασης όπως η
υπάρχουσα. Όμως, κατά το Ελβετικό δίκαιο,
απαιτείται η εν λόγω ρήτρα να είναι
επαρκώς ακριβής και να προβλέπει έστω
περιληπτικά τις συνθήκες κάτω από τις
οποίες ενεργοποιείται. Επομένως, αβίαστα
καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως μια
τέτοια ρήτρα για την έκρηξη πανδημίας
είναι απίθανο, μέχρι σήμερα, να
συμπεριλαμβάνεται σε συμβόλαια
ποδοσφαιριστών.
Κομβική
είναι επίσης η διαπίστωση κατά πόσον ο
εκάστοτε σύλλογος πραγματοποιεί τις
καθιερωμένες προπονήσεις του (ή έστω
μέρος αυτών) με την παρουσία των
ποδοσφαιριστών. Σε περίπτωση καταφατικής
απάντησης, θεωρώ πως δεν μπορεί να τεθεί
ζήτημα μονομερούς περικοπής των μισθών,
καθώς οι ποδοσφαιριστές εκπληρώνουν
τις αθλητικές τους υποχρεώσεις προς
τον σύλλογο, έστω μέρους αυτών καθότι
η συμμετοχή σε αγώνες έχει ανασταλεί.
Επομένως, δεν δύναται ο σύλλογος να
αθετήσει τις δικές του υποχρεώσεις,
ήτοι την καταβολή του προβλεπόμενου
μισθού.
Σημαντική
είναι, επιπλέον, η συζήτηση σχετικά με
τα bonuses
απόδοσης που περιλαμβάνονται στα
συμβόλαια ποδοσφαιριστών με τις ομάδες
τους (κατάκτηση πρωταθλήματος, πρόκριση
σε διεθνείς διοργανώσεις κλπ). Θεωρώ
πως πρέπει να γίνει δεκτό ότι σε περίπτωση
πρόωρου τερματισμού της αγωνιστικής
περιόδου, οι σύλλογοι οφείλουν να
καταβάλλουν στους ποδοσφαιριστές τα
προβλεπόμενα ποσά, εφόσον πληρούνται
οι όροι του συμβολαίου. Για παράδειγμα,
μια ομάδα η οποία κατακτά τον τίτλο,
έστω και με τον ιδιαίτερο τρόπο του
πρόωρου τερματισμού της αγωνιστικής
περιόδου, οφείλει να καταβάλλει το
αντίστοιχο ποσό στον εκάστοτε
ποδοσφαιριστή, μιας και έστω και με
αυτόν τον τρόπο, ο στόχος έχει επιτευχθεί.
Ουσιαστικά, αυτά τα ποσά δίνονται στους
ποδοσφαιριστές ως συμμετοχή στην
μελλοντική αύξηση των κερδών του συλλόγου
λόγω πχ της συμμετοχής στο UEFA
Champions
League.
Διαχωρισμός,
επίσης, οφείλει να γίνει ως προς την
πιθανή διαφοροποίηση ανάμεσα στην
(προσωρινή) αναβολή μιας αγωνιστικής
περιόδου και την οριστική διακοπή-
ολοκλήρωσή της. Η δεύτερη περίπτωση,
ενδέχεται σε ορισμένες έννομες τάξεις
να εντάσσεται στο πλαίσιο μόνιμης
αδυναμίας εκπλήρωσης των συμβατικών
υποχρεώσεων και επομένως να δικαιολογεί
ορισμένες μονομερείς ενέργειες.
Το ερώτημα,
επομένως, επανέρχεται. Τι είναι αυτό
που πρέπει να γίνει! Κατ’ αρχάς αυτό
που σίγουρα πρέπει να αποφευχθεί είναι
μονομερείς ενέργειες εκ μέρους των
συλλόγων. Αφενός δημιουργούν αρνητικό
κλίμα εις βάρος των ποδοσφαιριστών,
αφετέρου ενδέχεται να οπλίσουν τους
ποδοσφαιριστές με την δυνατότητα να
τερματίσουν μονομερώς τα συμβόλαιά
τους με τους συλλόγους τους, απαιτώντας
τεράστια ποσά αποζημιώσεων. Η τακτική,
λοιπόν, που προκρίνει και η ίδια η FIFA,
τονίζει την ανάγκη διαπραγματεύσεων
και συμφωνίας ανάμεσα στους ποδοσφαιριστές
και τους συλλόγους, σχετικά με την
καταβολή ή μη των μισθών που αντιστοιχούν
στο επίμαχο διάστημα. Όπως ο Lionel
Messi
ανακοίνωσε
την συμφωνία των συμπαικτών του με την
διοίκηση της FC
Barcelona
για περικοπή του 70% των μισθών τους,
αντιστοίχως οφείλουν να πράξουν όλοι
οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι στην Ευρώπη.
Να βρεθεί, ουσιαστικά, μια αμοιβαίως
επωφελής λύση και για τις δύο μεριές.
Στο σημείο αυτό, οφείλουν και οι
ποδοσφαιριστές να αντιληφθούν την
κρισιμότητα της κατάστασης και την
ανάγκη εύρεσης λύσης, γιατί ο κίνδυνος
χρεοκοπίας αρκετών συλλόγων είναι πλέον
ορατός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα
δεδουλευμένα και τα οφειλόμενα τους.
Βέβαια, αξίζει να τονιστεί, πως
ποδοσφαιριστές όπως ο Lionel
Messi,
o
Cristiano
Ronaldo,
o
Neymar
JR
αποτελούν την ελίτ της αφρόκρεμας του
παγκοσμίου ποδοσφαίρου και δεν
αντιπροσωπεύουν την μέση οικονομική
κατάσταση ενός ποδοσφαιριστή. Αρκετοί,
επομένως, αθλητές ίσως αντιμετωπίσουν
και προβλήματα διαβίωσης σε περίπτωση
πλήρους άρνησης καταβολής του μισθού
τους ως προς τον καιρό της πανδημίας.
Τέλος, να τονιστεί ότι τυχόν παραβίαση
των όρων συμβολαίου πριν την έλευση του
Covid-19,
όπως καταβολή μισθών, bonuses
κλπ δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να
επηρεαστεί ως προς τις έννομες συνέπειές
της από το ξέσπασμα της πανδημίας και
να χρησιμοποιηθεί ως άλλοθι από τους
συλλόγους, προκειμένου να διαιωνιστεί
η παραβίαση αυτή ή να καθυστερεί η
ικανοποίηση των απαιτήσεων των
ποδοσφαιριστών.
Μια ακόμα
σκέψη που είχε εξεταστεί, αλλά κατ’ εμέ
χωρίς ουσιαστικό νομικό αντίκρισμα,
ήταν μια πιθανή συμφωνία ανάμεσα στους
συλλόγους και την FIFPRO,
διεθνούς ομοσπονδίας των ποδοσφαιριστών.
Ωστόσο, είναι τουλάχιστον συζητήσιμο
αφενός το δεσμευτικό αποτέλεσμα μιας
τέτοιας συμφωνίας για τους ποδοσφαιριστές
αλλά και κατά πόσο η συμφωνία αυτή θα
μπορούσε να επηρεάσει και να «μετατρέψει»
τα τρέχοντα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών,
ειδικά χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή τους.
Η FIFA,
σε μια προσπάθεια να περιορίσει τον
αντίκτυπο της πανδημίας στο παγκόσμιο
ποδόσφαιρο, έχει ήδη αρχίσει να εξετάζει
διάφορα
ενδεχόμενα.
Αρκετές ομάδες στην Ευρώπη βρίσκονται
αντιμέτωπες με την χρεοκοπία, αν δεν
έχουν ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες
πτώχευσης, όπως η επτά φορές πρωταθλήτρια
Σλοβενίας MSK
Zilina.
Η παγκόσμια ομοσπονδία εξετάζει την
δημιουργία ενός
ταμείου
στο οποίο θα διοχετευτούν αρκετές
εκατοντάδες εκατομμυρίων ευρώ, προκειμένου
να συνδράμει στον περιορισμό της ζημιάς
από τον Covid-19
παρέχοντας βοήθεια τόσο στους συλλόγους
όσο και σε ποδοσφαιριστές, αναζητώντας
την βέλτιστη λύση για όλους τους δρώντες
στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο.
Τέλος,
περαιτέρω λύσεις εξετάζονται σε
συνεργασία με την UEFA,
σε θεσμικό και οργανωτικό επίπεδο,
προκειμένου να καταστεί δυνατό να
ολοκληρωθούν οι εγχώριες και διεθνείς
διοργανώσεις. Δεδομένου ότι οι αγωνιστικές
περίοδοι στην Ευρώπη, κατά συντριπτική
πλειοψηφία, έχουν ως καταληκτική
ημερομηνία τις 30 Ιουνίου κάθε έτους,
εξετάζεται η κατ’ εξαίρεση επιμήκυνση
της φετινής αγωνιστικής περιόδου. Αυτό
όμως ενδέχεται να δημιουργήσει
συγκεκριμένα προβλήματα συμβατικής
σταθερότητας, καθώς τα συμβόλαια
ποδοσφαιριστών, η διάρκεια των οποίων
ολοκληρώνεται την φετινή αγωνιστική
περίοδο, έχουν ως καταληκτική ημερομηνία,
επίσης, τις 30 Ιουνίου.
Επομένως, σε
περίπτωση που αποφασιστεί η επέκταση
της φετινής σεζόν πέραν του τέλους
Ιουνίου, λύση οφείλει να δοθεί και για
το ως άνω ζήτημα, καθώς με την υπάρχουσα
κατάσταση θα «αναγκαστούν» να παραμείνουν
στον σύλλογό τους και να εκτελούν
αθλητικές δραστηριότητες χωρίς την
ύπαρξη συμβολαίου. Την ίδια πρόκληση
αντιμετωπίζουν και όσοι ποδοσφαιριστές
πιθανόν έχουν υπογράψει προσύμφωνο με
τις νέες τους ομάδες για την ενσωμάτωσή
τους στο δυναμικό αυτών, αμέσως μετά το
πέρας της τρέχουσας περιόδου. Ποια λύση
θα επιλεχθεί; Επέκταση συμβολαίων για
λίγες ημέρες μέχρι την ολοκλήρωση της
περιόδου (κατά παράβαση των κανονισμών
της FIFA
όπου ακόμα και ένας δανεισμός ποδοσφαιριστή
οφείλει να διαρκεί τουλάχιστον για το
χρονικό διάστημα μεταξύ δύο διαδοχικών
μεταγραφικών περιόδων; Θα αποφασιστεί
η παραμονή των εν δυνάμει ελεύθερων
παικτών στο δυναμικό των παλαιών συλλόγων
τους μέχρι της ουσιαστικής ολοκλήρωσης
της περιόδου; Μένει να φανεί!
Η αλήθεια
είναι πως εποχές και προκλήσεις σαν
αυτήν της πανδημίας, απαιτούν πρωτοπόρα
και δραστικά μέτρα για να αντιμετωπιστούν.
Είναι καιρός o
κάθε φορέας, σύλλογος ή αθλητής να
αναλογιστεί τον ρόλο του και να επωμιστεί
το βάρος που του αναλογεί. Πρωτοβουλίες
σαν
αυτή
των τεσσάρων μεγάλων συλλόγων της
Γερμανίας να δωρίσουν 20 εκατομμύρια
ευρώ για να στηριχθούν οι ασθενέστερες
ομάδες του πρωταθλήματος, μόνο προς την
σωστή κατεύθυνση μπορεί να θεωρηθούν
ότι είναι. Παρόλα αυτά, πρέπει πάντα να
έχουμε υπόψιν πως το ποδόσφαιρο οφείλει,
εκτός των άλλων, να υπακούει και στις
εθνικές έννομες τάξεις όπου διεξάγεται,
επομένως τα ανωτέρω ζητήματα ενδέχεται
να εξετάζονται από (ελαφρώς) διαφορετική
οπτική σε κάθε κράτος, μαζί με τα τυχόν
μέτρα που κάθε κυβέρνηση θα λάβει για
τις επιχειρήσεις στην επικράτειά της.
Για παράδειγμα, η
Αγγλική κυβέρνηση
εξετάζει, υπό προϋποθέσεις το ενδεχόμενο
να αναλάβει το 80% των εργαζομένων, για
την περίοδο της κρίσης.
Όπως και
να έχει, λύσεις οφείλουν να αναζητηθούν
για να μπορούμε όλοι να συνεχίσουμε να
απολαμβάνουμε το όμορφο παιχνίδι και
στο μέλλον.
Και μην
ξεχνάτε, #ΜένουμεΣπίτι
* Ο Κοσμάς Μήτσιος είναι Δικηγόρος Αθλητικού Δικαίου, με μεταπτυχιακές σπουδές στο "International Sports Law" στο I.S.D.E. Madrid της Ισπανίας. Επιπλέον, έχει εργαστεί στην δικηγορική εταιρεία Bichara&Motta Advogados στο Ριο ντε Τζανέριο της Βραζιλίας που ειδικεύεται στο αθλητικό δίκαιο.