To νομοσχέδιο που περιμένουν χιλιάδες οφειλέτες του Δημοσίου και των ασφαλιστικών Ταμείων, έδωσε στη δημοσιότητα η κυβέρνηση. Πρόκειται για τις ρυθμίσεις - ανάσα για τις οφειλές που θα μπορούν να πληρωθούν από 2 έως 100 δόσεις ενώ θα γίνονται και σημαντικές περικοπές σε προσαυξήσεις και πρόστιμα.
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει:
- Τις 100 δόσεις για οφειλές σε Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία
-Μέτρα είσπραξης που αφορούν μεγάλες φορολογικές υποθέσεις (λίστες φοροδιαφυγής, υποθέσεις μεγάλου πλούτου κτλ.)
-Μέτρα είσπραξης ΦΠΑ
-Ρύθμιση για τις τριγωνικές συναλλαγές (transfer pricing)
Διαβάστε την αιτιολογική έκθεση
Κατηγορία: Είσπραξη δημοσίων Εσόδων
Αιτιολογική έκθεση Στο σχέδιο νόμου "Ρυθμίσεις για την επανεκκίνηση της οικονομίας".
Προς τη Βουλή των Ελλήνων
Α. Επί της Αρχής :
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου προτείνονται ρυθμίσεις για τη ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών στη φορολογική διοίκηση και ρυθμίσεις ασφαλιστικών θεμάτων για ζητήματα επείγοντος χαρακτήρα.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις του πρώτου κεφαλαίου,
Επισημαίνεται ότι λόγω της επιδεινούμενης κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα τα τελευταία χρόνια, της διαρκούς μείωσης μισθών, της έκρηξης της ανεργίας, της μείωσης των εισοδημάτων, της πραγματικής αδυναμίας των πολιτών και των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στο σύνολο των υποχρεώσεων τους και της συσσώρευσης ανείσπρακτων βεβαιωμένων οφειλών, προτείνεται το σχετικό σχέδιο νόμου για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η ρύθμιση αυτή είναι μέρος μιας πολιτικής αναγκαίας και μη επιδεχόμενης αναβολής, η οποία στοχεύει στην προσπάθεια ανάκαμψης της χώρας και των πολιτών .
Με τις διατάξεις του δευτέρου κεφαλαίου προτείνεται η αντιμετώπιση των ασφαλιστικών οφειλών που έχουν σωρευτεί τα τελευταία έτη λόγω της οικονομικής κρίσης και των υφεσιακών πολιτικών και η σταδιακή αποπληρωμή αυτών από τους οφειλέτες γεγονός που αποτελεί προτεραιότητα για την ενίσχυση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων με ταυτόχρονη μέριμνα για τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας των επιχειρήσεων κυρίως των μικρομεσαίων, τη συντήρηση των επαγγελματιών και των αυτοαπασχολούμενων αλλά και την ανάσχεση του υφεσιακού κλίματος της οικονομίας και την επανεκκίνησή της.
Β. Επί των άρθρων :
Κεφάλαιο πρώτο
Με τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου δίνεται η δυνατότητα να ρυθμιστούν, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, βεβαιωμένες οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Κ.Φ.Δ.), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) και τον Τελωνειακό Κώδικα, εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 1η Μαρτίου 2015 και έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση. Συγκεκριμένα προβλέπονται απαλλαγές από τις προσαυξήσεις και τους τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, που φτάνουν έως 100% κατά την εφάπαξ καταβολή, ενώ ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων τμηματικής καταβολής κυμαίνεται από 2 έως 100. Με την υπαγωγή στη ρύθμιση δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του ν. 4174/2013 και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974.
Επισημαίνεται ότι βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 5.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα της παρούσας ρύθμισης, από την υπαγωγή τους στη ρύθμιση δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις ή τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, ενώ βασικές συνολικές οφειλές άνω των 5.000 ευρώ που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος άρθρου, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής από την υπαγωγή στη ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται στο 3% ετησίως.
Σημειώνεται ότι η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση μόνο 0,25 %.
Με τις διατάξεις του άρθρου 3 δύνανται, επίσης, εκτός του υποχρεωτικά υπαγόμενου συνόλου των ληξιπροθέσμων μη τακτοποιημένων κατά νόμιμο τρόπο οφειλών, να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και ληξιπρόθεσμες έως και την 1η Μαρτίου 2015 οφειλές, που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, και οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης:
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόμου ή
β) έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.
Με τις διατάξεις του άρθρου 4 προβλέπεται ότι κατ' εξαίρεση, δύνανται να υπαχθούν στη ρύθμιση του άρθρου 1, οφειλές που θα βεβαιωθούν στη Φορολογική Διοίκηση μετά από παραίτηση από την άσκηση του δικαιώματος ή και του δικογράφου οποιουδήποτε ένδικου βοηθήματος ή μέσου ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου ή προσφυγής ενώπιον διοικητικής αρχής, και έως 26.5.2015, ανεξαρτήτως της ημερομηνίας που οι οφειλές αυτές καθίστανται ληξιπρόθεσμες. Εφόσον πρόκειται για υπαγόμενες υποθέσεις, που εκκρεμούν ενώπιον των αρμοδίων Δικαστηρίων, μαζί με την αίτηση και τη δήλωση παραίτησης προσκομίζεται και βεβαίωση από το αρμόδιο δικαστήριο ότι η υπόθεση δεν έχει ακόμα συζητηθεί, προκειμένου να βεβαιωθεί η οφειλή. Επίσης, στη ρύθμιση του άρθρου 1, δύνανται να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και θα αφορούν υποχρεώσεις φορολογικών περιόδων μέχρι και 31.12.2014.
Με τις διατάξεις του άρθρου 6 προβλέπεται ότι η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα της παρούσας ρύθμισης υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 26η Μαΐου 2015 και μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η αίτηση υποβάλλεται στην υπηρεσία της Φορολογικής Διοίκησης, ο προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών δίνεται η δυνατότητα μέσα σε ένα (1) μήνα από το τέλος της ρύθμισης να παραταθεί η ανωτέρω ημερομηνία υπαγωγής των οφειλών στη ρύθμιση για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) μήνα.
Με τις διατάξεις του άρθρου 8 προβλέπεται ότι η ρύθμιση απόλλυται στις περιπτώσεις που ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις κατά τη διάρκεια του πρώτου οκταμήνου της ρύθμισης ή μετά την πάροδο του οκταμήνου δεν καταβάλει τρεις (3) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή των τριών τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ' όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους.
Με τις διατάξεις του άρθρου 9 προβλέπεται ότι σε περίπτωση εξόφλησης των εναπομεινασών δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών με οποιοδήποτε τρόπο και σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης, ο οφειλέτης τυγχάνει απαλλαγής επί των εναπομεινασών ποσών των προσαυξήσεων και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται με την εξόφληση.
Με τις διατάξεις του άρθρου 10 προβλέπεται ότι ο οφειλέτης, που έχει υπαχθεί σε πρόγραμμα ρύθμισης του άρθρου 1, δύναται να επιλέξει την υπαγωγή του σε άλλο πρόγραμμα ρύθμισης του ίδιου άρθρου με διαφορετικό αριθμό δόσεων για το υπόλοιπο προς καταβολή ποσό και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις. Στην περίπτωση αυτή δικαιούται απαλλαγή από τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής για το εναπομείναν ποσό σύμφωνα με το νέο πρόγραμμα ρύθμισης. Στην περίπτωση αυτή ο συνολικός αριθμός μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τις εκατό, υπολογιζόμενος από την πρώτη δόση του αρχικού προγράμματος ρύθμισης.
Με τις διατάξεις του άρθρου 11 προβλέπεται ότι μετά την υπαγωγή και τη συμμόρφωση στη ρύθμιση χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του Κ.Φ.Δ., όπως ισχύει .
Επιπλέον, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων αίρονται ύστερα από αίτηση του οφειλέτη εφόσον καταβληθεί ποσοστό είκοσι πέντε (25) τοις εκατό της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής. Με τη σχετική διάταξη ελαχιστοποιείται το απαιτούμενο ποσοστό καταβολής της αρχικής βασικής ρυθμιζόμενης οφειλής που ίσχυε σε προγενέστερες ρυθμίσεις από 100% ή 50% σε 25% λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και της αναγκαιότητας να δοθεί δυνατότητα μεγαλύτερης ρευστότητας κυρίως στις επιχειρήσεις.
Σε κάθε περίπτωση για τους οφειλέτες που αδυνατούν να καταβάλλουν το ως άνω ελάχιστο απαιτούμενο ποσοστό καταβολής της αρχικής, βασικής, ρυθμιζόμενης οφειλή, υφίσταται η δυνατότητα περιορισμού των κατασχέσεων εις χείρας τρίτων από την Φορολογική Διοίκηση, μετά από σχετικό αίτημα του φορολογούμενου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 30 του Κ.Ε.Δ.Ε..
Με τις διατάξεις του άρθρου15 προβλέπεται ότι εφόσον καταβληθεί ως προκαταβολή ποσό βασικής οφειλής τουλάχιστον το δεκαπλάσιο της ελάχιστης δόσης της παραγράφου 2 του άρθρου 1 του παρόντος κεφαλαίου, έως και τις 27 Απριλίου 2015, χορηγείται στον οφειλέτη ισόποση απαλλαγή επί των συνολικών προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής του προγράμματος ρύθμισης που θα επιλέξει. Το ανωτέρω πρέπει να δηλώνεται ως προκαταβολή από τον οφειλέτη κατά την υποβολή του αιτήματος υπαγωγής και να καταβάλλεται εντός τριών εργασίμων ημερών από την υποβολή της αίτησης. Οι δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επομένων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η πληρωμή της προκαταβολής και των δόσεων ρύθμισης διενεργείται με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής στους φορείς είσπραξης ή στη Φορολογική Διοίκηση.
Σε περίπτωση μη εμπρόθεσμης καταβολής των δέκα πρώτων δόσεων της ρύθμισης, εφόσον οι δόσεις είναι περισσότερες από δέκα (10) ή όλων των υπολειπόμενων δόσεων εφόσον οι δόσεις είναι λιγότερες από δέκα (10), βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο σε βάρος του οφειλέτη ποσό ίσο με το ποσό απαλλαγής κατά το πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου. Επί της κύρωσης του προηγουμένου εδαφίου δεν υπολογίζονται επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την κείμενη νομοθεσία.
Με τις διατάξεις του άρθρου 16 προβλέπεται ότι με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα και λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας ρύθμισης και δύνανται να προβλέπονται εξαιρέσεις από την υπαγωγή σε αυτήν.
Με τις διατάξεις του άρθρου 18 προβλέπεται η κατάργηση της παραγράφου 4α του άρθρου 49 και της παραγράφου 6 του άρθρου 50 του ν. 2859/2000 (Κώδικας ΦΠΑ), όπως προστέθηκαν με τις περ. 4 και 5 της υποπαραγράφου Α.6 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2003 (Α' 107) αντιστοίχως και πλέον δύνανται να υπάγονται στη ρύθμιση όλες οι οφειλές που προέρχονται από ΦΠΑ.
Με τις διατάξεις του άρθρου 19 προβλέπεται ότι τα πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 57 του ν. 4174/2013 (Α' 170) και του άρθρου 6 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) καταργούνται. Η κατάργηση των προστίμων της προηγούμενης παραγράφου καταλαμβάνει οφειλές που καταχωρίζονται στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης από τη δημοσίευση του παρόντος. Επίσης με την προτεινόμενη διάταξη επιδιώκεται η αποφυγή της υπέρμετρης επιβάρυνσης του οφειλέτη με πρόστιμο εκπρόθεσμης καταβολής πλέον του τόκου εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 53 του ΚΦΔ και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., κατά περίπτωση, η οποία οδηγεί αφενός σε παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας και αφετέρου σε επιβάρυνση του χαρτοφυλακίου των ληξιπροθέσμων οφειλών με υπέρογκα πρόστιμα. Επιπλέον, η επιβολή στις εκπρόθεσμα καταβαλλόμενες οφειλές, αφενός του τόκου του άρθρου 51 και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., και αφετέρου του προστίμου του άρθρου 57 του ΚΦΔ (10%, 20%,30%), στο οποίο παραπέμπουν και οι διατάξεις του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε., αποτελεί κατ' ουσία διπλή χρηματική κύρωση.
Με τις διατάξεις του άρθρου 20 προβλέπεται η τροποποίηση των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Ν 1882/1990 και ειδικότερα:
-αυξάνεται το κατώτερο ποσό συνολικής ληξιπρόθεσμης οφειλής , συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων, προσαυξήσεων και λοιπών επιβαρύνσεων, άνω του οποίου ζητείται η ποινική δίωξη των υπευθύνων για μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τις επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του δημοσίου τομέα από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ σε πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ.
- Ο προσδιορισμός του χρόνου τέλεσης του ανωτέρω εγκλήματος αφήνεται στη γενική διάταξη του άρθρου 17 του Ποινικού Κώδικα. Επομένως δεν αφήνονται περιθώρια για «διαρκές αυτόφωρο».
Με τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 21 προβλέπονται ο ευνοϊκότερος τρόπος φορολόγησης του τεκμαρτού εισοδήματος που προκύπτει για φορολογούμενους χωρίς εισόδημα και η κατάργηση της ελάχιστης ετήσιας αντικειμενικής δαπάνης σε περίπτωση απόκτησης εισοδήματος μόνο από τόκους και ακίνητα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 22 προβλέπεται ότι ο χρόνος κατά τον οποίον εκπίπτει ή αποδίδεται ο φόρος που προκύπτει από τον διακανονισμό του δικαιώματος έκπτωσης που έχει διενεργηθεί σε μί&alph