Aγαπητή Metrosport,
Πέρασε ακριβώς ενάμιση μήνας από τότε που έγραφα ότι “Οι παίκτες κάνουν μάγκα τον προπονητή, οι παίκτες τον βγάζουν άχρηστο” και ότι “Οταν αρχίζει το ματς, μιλάνε οι παίκτες και οι θεωρίες του προπονητή μικρή σημασία έχουν”. Αυτά, πρόσθετα, τα έχουν δηλώσει κατ' επανάληψη οι ίδιοι οι προπονητές. Οι ακομπλεξάριστοι. Αυτοί που δεν έχουν ανάγκη να παριστάνουν ότι είναι πιο ψηλοί από το μπόι τους. Αυτοί που έχουν το θάρρος να ομολογήσουν την αλήθεια για τη σημαντικότητα του ρόλου τους σε μια ομάδα, σε σχέση με τη σημαντικότητα του ρόλου των ποδοσφαιριστών. Αυτοί που ξέρουν ότι μεγάλοι προπονητές χωρίς μεγάλους παίκτες δεν υπάρχουν, αλλά υπάρχουν πολλοί μεγάλοι παίκτες χωρίς μεγάλους προπονητές.
Ελεγα επίσης ότι η ιστορία του ποδοσφαίρου σε παγκόσμιο επίπεδο έχει διδάξει ότι τη φήμη του μεγάλου προπονητή κανείς δεν μπορεί να την αποκτήσει όταν δουλεύει σε ομάδα χωρίς μεγάλους παίκτες, που δεν μπορούν να κατακτήσουν τίτλους. Υπάρχουν όμως πολλοί προπονητές που χαρακτηρίζονται μεγάλοι επειδή έχουν μεγάλες ομάδες, με μεγάλους παίκτες, που κατακτούν τίτλους. Γι' αυτό, κανείς προπονητής δεν έγινε διάσημος όταν είχε μικρή ομάδα. Επιτυχίες μεγάλες, καταξίωση και φήμη αποκτούν και απολαμβάνουν μόνο προπονητές που έχουν την τύχη να δουλεύουν με μεγάλους παίκτες. Γι' αυτό, προπονητές, που ήδη θεωρούνταν πετυχημένοι και καταξιωμένοι, έπαψαν να λάμπουν όταν βρέθηκαν σε μικρές ομάδες, ή όταν βρέθηκαν σε μεγάλες ομάδες που είχαν ξεμείνει από μεγάλους παίκτες.
Εφερνα, μάλιστα, το εξής παράδειγμα: Μπορεί ο Πεπ Γκουαρντιόλα, σήμερα, με τόσες εμπειρίες, με τόσες επιτυχίες, με τόση καταξίωση, να πάρει το Τσάμπιονς Λιγκ με τον... Παναιτωλικό; Οχι. Ούτε καν το Πρωτάθλημα, ή το Κύπελλο Ελλάδας μπορεί να πάρει. Γιατί; Επειδή δεν είναι καλός προπονητής; Οχι. Δεν μπορεί επειδή δεν θα έχει στον Παναιτωλικό παίκτες ικανούς να κατακτήσουν αυτούς τους τίτλους. Αντίθετα, τα πήρε όλα στην πρώτη κιόλας σεζόν που έκανε τον προπονητή, το 2009. Κατέκτησε Κύπελλο Ισπανίας, Πρωτάθλημα Ισπανίας και Τσάμπιονς Λιγκ! Πώς το κατάφερε χωρίς την παραμικρή εμπειρία, χωρίς καμία προηγούμενη τριβή με τον ρόλο, χωρίς κανένα αναγνωρισμένο προσόν; Η απάντηση είναι πολύ απλή: Μέσι, Ινιέστα, Τσάβι, Ετό, Πικέ, Αλβες, Πέδρο, Σάντσες, Μπουσκέτς, όλοι στα ντουζένια τους. Και για... συμπλήρωμα, Ανρί, Πουγιόλ, Κειτά, Τουρέ, Αμπιντάλ και τα άλλα παιδιά...
Σήμερα, μετά και την επίσημη ανακοίνωση του συναινετικού “διαζυγίου” μεταξύ ΠΑΟΚ και Αμπέλ Φερέιρα, επανέρχομαι και ξαναλέω: “Αν η αγαπημένη συνήθεια πολλών Ελλήνων ποδοσφαιρόφιλων είναι να ασχολούνται με τους προπονητές, ή να παριστάνουν οι ίδιοι τους προπονητές, σεβαστό. Προσωπικά, προτιμώ να θεωρώ, βάσει της κοινής λογικής, σημαντικότερο τον ρόλο των παικτών και από αυτούς περιμένω να δικαιώνουν την (όποια) αξία τους, προσφέροντας στην ομάδα τους αυτά που η αξία τους επιβάλλει. Ο προπονητής είναι εκεί για να τους συμβουλεύσει, να τους καθοδηγήσει, να τους εμψυχώσει, να τους κοουτσάρει στη διάρκεια του αγώνα, αλλά, αν οι παίκτες δεν ανταποκρίνονται, ποτέ ο προπονητής δεν βρίσκει την αναγνώριση και την καταξίωση. Κι αν είναι προπονητής μιας μικρής ομάδας, χωρίς δυνατότητες, αυτό είναι φυσιολογικό. Αν, όμως, είναι προπονητής μιας μεγάλης ομάδας, με εύλογες αξιώσεις, τότε είναι υπόλογος γιατί δεν βρήκε τον τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται οι παίκτες”.
Ο επίλογος εκείνου του σημειώματος ήταν ο εξής: “Κρατάω αυτές τις σκέψεις και, κάποια στιγμή, είμαι βέβαιος ότι θα χρειαστούν για να μας οδηγήσουν σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για συγκεκριμένους προπονητές, σε συγκεκριμένες ομάδες...”
Οι “συγκεκριμένοι προπονητές” ήταν ο Φερέιρα και οι “συγκεκριμένες ομάδες” ήταν, φυσικά, ο ΠΑΟΚ. Παρακινήθηκα τότε από τη... φούρια πολλών οπαδών του ΠΑΟΚ να... αναγνωρίσουν τη μεγάλη αξία του Αμπέλ Φερέιρα και να του ζητήσουν συγνώμη για την (απόλυτα δικαιολογημένη) κριτική που του άσκησαν πέρσι, επειδή τρελάθηκαν από ενθουσιασμό με τη νίκη επί της Μπενφίκα. Ημουν σίγουρος ότι δεν μπορούσαν να δουν εκείνες τις μέρες ποιος πραγματικά ήταν ο ΠΑΟΚ, αγωνιστικά. Αλλο τόσο σίγουρος ήμουν ότι θα έρθει σχετικά σύντομα η στιγμή που ο Πορτογάλος θα πέσει σε δυσμένεια και θα αποτελέσει παρελθόν.
Από πού προέκυπτε αυτή η σιγουριά; Από δύο παραδοχές. 1. Η ομάδα ΔΕΝ ΕΙΧΕ (ούτε έχει) την ποιότητα για να κάνει διαρκώς μάγκα τον προπονητή της. 2. Και ο προπονητής της δεν είναι τόσο μάγκας για να παρουσιάσει μια ομάδα καλύτερη από αυτό που υπόσχεται η ποιότητά της. Νομοτελειακά θα ερχόταν το τέλος και οι συγνώμες θα πήγαιναν περίπατο. Το ήξερε αυτό όποιος μπορούσε, εκτός από τις αγωνιστικές αρετές του ΠΑΟΚ, να αναγνωρίσει και τις αδυναμίες του. Αδυναμίες που ήταν ολοφάνερο ότι ξεπερνούσαν τις ικανότητες του Πορτογάλου.
Με την πρώτη ευκαιρία, λοιπόν, ο Ιβάν προτίμησε να σώσει κάποια 2 - 2,5 εκατομμύρια, τα οποία προφανώς δεν είχε ανάγκη και άφησε ευχαρίστως τον Φερέιρα να πάει σε άλλη ομάδα. Αυτό σημαίνει ότι απέσυρε την εμπιστοσύνη του, διότι αν εξακολουθούσε να τον εμπιστεύεται, δεν θα συζητούσε καν την αποχώρησή του. Εκανε δηλαδή αυτό που έπρεπε να κάνει αμέσως μετά τη λήξη της περσινής αγωνιστικής περιόδου, στη διάρκεια της οποίας ο ΠΑΟΚ γινόταν ολοένα και χειρότερος, με συνέπεια να χαρίσει στο τέλος και τους δύο τίτλους στον Ολυμπιακό.
Ο Φερέιρα, από την πλευρά του, με την πρώτη ευκαιρία, προτίμησε να σηκωθεί και να φύγει, εγκαταλείποντας μάλιστα την Ευρώπη και τα φώτα της, που προσφέρουν δημοσιότητα. Και ευχαρίστησε τους παίκτες του, γιατί, όπως είπε, χάρη στη δική τους δουλειά, κατάφερε να πάει σε άλλη ομάδα! Τόσο πάθος είχε για τον ΠΑΟΚ, τόσο αγάπησε τον ΠΑΟΚ, τόσο δέθηκε με τον ΠΑΟΚ, τόσο... μακρόπνοα έβλεπε τη θητεία του στον ΠΑΟΚ.
Αλλά εκείνο που αποδεικνύει περίτρανα πόσο... λίγος, πόσο “κολλημένος” και πόσο εγωϊστής είναι, προκύπτει από την εξής καταπληκτική δήλωσή του: “Εχω την πεποίθηση ότι αφήνω τον σύλλογο σε καλύτερη μοίρα από αυτή που βρισκόταν”!
Απίστευτο. Παρέλαβε έναν ΠΑΟΚ που είχε δύο νταμπλ σε δύο χρόνια και είχε ξεχάσει τι πάει να πει ήττα. Παρέδωσε έναν ΠΑΟΚ που πέρσι δεν πήρε τίποτε και φέτος πρόλαβε να χάσει υπερπολύτιμο έδαφος στο Πρωτάθλημα. Κι όμως, πιστεύει και το λέει χωρίς να ντρέπεται, ότι αφήνει τον ΠΑΟΚ σε καλύτερη μοίρα. Η επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέρια...
Επίλογος: Δεν είναι το πιο σημαντικό σε μια ομάδα ο προπονητής, αλλά οι παίκτες. Αρα πρέπει να αναζητήσουμε τις βασικές αιτίες της αγωνιστικής πτώσης, σε σχέση με τις δύο προηγούμενες χρονιές, στην ποιότητα του ρόστερ. Ωστόσο, ο ΠΑΟΚ δεν βελτιώθηκε στα χέρια του Φερέιρα και είναι θράσος εκ μέρους του να λέει το αντίθετο. Δεν βρήκε καν τον τρόπο, ούτε πέρσι ούτε φέτος, να κάνει αυτό που λέγαμε: “Αν, όμως, είναι προπονητής μιας μεγάλης ομάδας, με εύλογες αξιώσεις, τότε είναι υπόλογος γιατί δεν βρήκε τον τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται οι παίκτες”. Για τα ελληνικά δεδομένα, ο ΠΑΟΚ είναι προφανώς μεγάλη ομάδα. Ηταν πανηγυρικά η καλύτερη ομάδα όταν τον ανέλαβε. Ηταν ο δύο φορές σερί νταμπλούχος. Ο ίδιος, όμως, δεν πέτυχε ποτέ να εξασφαλίσει την πλήρη ανταπόκριση των παικτών του. Γιατί, ας μη γελιόμαστε. Αυτοί οι παίκτες που διέθετε ο Φερέιρα ήταν ικανοί για να μη κάνει δώρο ο ΠΑΟΚ το νταμπλ στον Ολυμπιακό πέρσι. Και είναι σίγουρα ικανοί να μη χάσουν δύο φορές από την Κράσνονταρ, να μη φέρουν ισοπαλίες με τον Ατρόμητο, τον Βόλο, την Ομόνοια και... ένα δείγμα της ΑΕΚ.
ΥΓ. Συν τοις άλλοις, ο Φερέιρα αυτοπαινεύτηκε για το γεγονός ότι μια ομάδα (η Παλμέιρας) δαπανά ένα ποσό για τον αποκτήσει από μία άλλη. “Κάτι βλέπουν σ' εμένα”, κόμπασε. Σίγουρα κάτι βλέπουν. Οτι έχει ατζέντη αετό... Γι' αυτό και πρόλαβε να φύγει από την μπροστινή πόρτα...
Στέλιος Α. Γρηγοριάδης