Είναι αλήθεια ότι οι χειρισμοί του Στιβ Μπένετ σε αρκετές περιπτώσεις ήταν αδέξιοι, με αποτέλεσμα να ενταθεί η καχυποψία.
Το κακό ξεκίνησε από τον αιφνιδιαστικό ορισμό Σιδηρόπουλου στο Παναθηναϊκός – ΑΕΚ. Το λάθος διορθώθηκε με λάθος, καθώς ο Τάκης Μπαλτάκος (με την προτροπή της Λίγκας) υποχρέωσε τον Αγγλο αρχιδιαιτητή να ανακαλέσει τον ορισμό.
Η ΚΕΔ αντιμετώπισε με αμηχανία την υπόθεση των μεθυσμένων (;) Πολωνών και φτάσαμε στην επιστολή-τελεσίγραφο Τσέφεριν προς Μπαλτάκο. Η UEFA παύει τη συνδρομή για την εξεύρεση ελίτ διαιτητών και Α’ κατηγορίας διότι φροντίζει για την...ασφάλειά τους!
Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνική πλευρά αδυνατεί μόνη της να φέρει ξένους. Απλώς το έργο της γίνεται πολύ πιο δύσκολο.
Ο κ. Μπένετ ισχυρίζεται ότι είχε συμφωνήσει με ελίτ ρέφερι για τον αγώνα Αρη – ΑΕΚ. Αποφεύγει όμως να δημοσιοποιήσει το όνομά του. Επιμένει ότι ο συγκεκριμένος διαιτητής ακύρωσε την έλευσή του στην Ελλάδα μετά την επιστολή Τσέφεριν. Στράφηκε σε Σαουδάραβα ελίτ, ο οποίος όμως δεν πρόλαβε να εκδώσει βίζα.
Το αφήγημα του Αγγλου αρχιδιαιτητή έχει πολλά κενά και αντιμετωπίζεται με δυσπιστία. Όμως το ερώτημα της μεγάλης εικόνας είναι πως φτάσαμε μέχρι εδώ. Είναι προφανές: Οι άναρθρες κραυγές εναντίον της ΚΕΔ και της ΕΠΟ δημιούργησαν τοξικό κλίμα ακόμη και στην Ευρώπη. Η UEFA για πρώτη φορά σήκωσε τα χέρια και πλέον θα πορευθούμε μόνοι μας.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού. Ισως έχουμε μια μοναδική ευκαιρία να επαναφέρουμε αναγκαστικά τους Ελληνες διαιτητές. Αλλωστε αργά ή γρήγορα ήμασταν υποχρεωμένοι να το κάνουμε.
Εύκολα κατανοεί κανείς ότι στο επόμενο πρωτάθλημα οι κραυγές θα γίνουν περισσότερες, εφόσον ο Μπένετ δεν επιτύχει να φέρει ξένους. Όμως και οι ομάδες οφείλουν να συνειδητοποιήσουν ότι ελληνικό πρωτάθλημα χωρίς Ελληνες διαιτητές είναι μια συνταγή με πρόσκαιρο χαρακτήρα.
Η ΚΕΔ έχει υποχρέωση να ενσκήψει στον παραγωγικό ιστό της ελληνικής διαιτησία, κάτι που δεν έκαναν ούτε ο Ντάλας ούτε ο Περέιρα ούτε ο Κλάτενμπεργκ. Οσο για το πάνω ράφι, ανάγκα και οι θεοί πείθονται.