Το χρονικό διάστημα που μας χωρίζει από την έναρξη του επόμενου πρωταθλήματος της Super League είναι σχετικά μικρό.
Παρόλα αυτά δεν γνωρίζουμε ούτε με την συμμετοχή πόσων ομάδων θα διεξαχθεί το πρωτάθλημα, ούτε αν ο αριθμός που θα αποφασιστεί για την σεζόν 2020-2021 θα ισχύει και για την περίοδο 2021-2022 ή θα μεταβληθεί, ούτε ποιο κανάλι θα έχει την κεντρική διαχείριση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων του πρωταθλήματος, ή αν θα μοιραστούν οι ομάδες σε δύο, πιθανώς και περισσότερους τηλεοπτικούς παρόχους.
Εκείνο, μάλιστα, που μου κάνει την μεγαλύτερη εντύπωση δεν είναι ότι οι ομάδες δίνουν την εντύπωση πως δεν χάθηκε κι ο κόσμος που είμαστε τέλη Ιουλίου και δεν ξέρουν ποιο ακριβώς θα είναι το concept της αναδιάρθρωσης.
Είναι ότι ξέρουν πως βρισκόμαστε σε μια περίοδο με πρωτόγνορες συνθήκες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης υπέστησαν βαριά οικονομικά πλήγματα, τα έσοδα τους θα συνεχίσουν να επηρεάζονται αρνητικά σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις, και ουδείς δείχνει να αγχώνεται που δεν έχει ακόμη τηλεοπτικό συμβόλαιο, το οποίο θα είναι το μοναδικό σοβαρό έσοδό τους για την σεζόν 2020-2021.
Πραγματικά, αυτή είναι μια συμπεριφορά από πλευράς των ομάδων που οι άνθρωποι της αγοράς δυσκολεύονται να την κατανοήσουν και να την εξηγήσουν.
Κι όχι για τις μεγάλες ομάδες, ασφαλώς, το Big 4, δηλαδή, και τον Άρη. Για τις υπόλοιπες είναι το πρόβλημα, καθώς οι περισσότερες από την έκτη θέση της βαθμολογίας και κάτω, αν βγουν μόνες τους ή καθεμία για να βρουν τηλεοπτικό συμβόλαιο, ακόμη κι ο πιο γαλαντόμος τηλεοπτικός πάροχος δεν θα τους δώσει ούτε τα μισά απ' αυτά που παίρνουν όταν υπάρχει κεντρική διαχείριση.
Γι' αυτό και είναι απορίας άξιο πώς δεν αντιδρούν, πώς δεν ασκούν πιέσεις, πώς δεν ζητούν άμεσα να λυθούν όλες αυτές οι εκκρεμότητες, οι οποίες απειλούν να καταστήσουν ακόμη λιγότερο ανταγωνιστικό το επόμενο πρωτάθλημα.
Διότι τι νόημα θα έχει αντί για 14 ομάδες να συμμετέχουν 16 ή 18, αν μεγαλώνει το οικονομικό χάσμα των τηλεοπτικών εσόδων ανάμεσα στις μεγάλες, τις μεσαίες και τις μικρότερες ομάδες του πρωταθλήματος.
Κανένα, φυσικά, αφού στην πραγματικότητα θα καθιστά ακόμη πιο αδύναμες τις περισσότερες ομάδες και θα αυξάνει τον κίνδυνο να δημιουργηθούν συνθήκες εξάρτησής τους.