Mια αληθινή, ανώνυμη μαρτυρία στο αμερικανικό Marie Claire φωτίζει την εμπειρία ενός κοριτσιού που μεγάλωσε σε κακοποιητικό περιβάλλον. Που ο πατριός του, ο σύζυγος της μητέρας του, ήταν δράστης σεξουαλικών εγκλημάτων.
«Στο γραφείο νομικής βοήθειας στο καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών, καθόμουν μουδιασμένη κοιτώντας το κενό. Μέσα στην υγρασία του Αυγούστου και το λευκό θόρυβο του ανεμιστήρα, γραπώθηκα από μια στιγμή αναλαμπής: Το ήξερα.
»“Όχι, δεν το ήξερες”.
»Το αγκάθι της αγανάκτησης της μητέρας μου με επανέφερε στην πραγματικότητα. Δεν το είχα συνειδητοποιήσει ότι είχα εκφράσει φωναχτά αυτή τη σκέψη. Πώς θα μπορούσα να γνωρίζω ότι ο Danny, ο σύζυγός της και πατριός μου, ήταν δράστης σεξουαλικών εγκλημάτων;».
Η μητέρα της αφηγήτριας παντρεύτηκε με τον πατριό της όταν εκείνη ήταν τεσσάρων ετών. Ο βιολογικός πατέρας της τούς είχε εγκαταλείψει, οπότε ο Danny υιοθέτησε το παιδί της συντρόφου του και του έδωσε το όνομά του.
Το παράξενο, για την ανώνυμη αφηγήτρια, είναι ότι δεν έχει καθόλου παιδικές αναμνήσεις: «Έχω κρατήσει ελάχιστες και σποραδικές αναμνήσεις, ανάμεσα στις οποίες παρεμβάλλονται μεγάλες χρονικές περίοδοι αμνησίας.
»Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου δίνει ένα παγωτό βανίλια, αφού είχα υποβληθεί σε μια επέμβαση, στα πέντε χρόνια μου, στην ουροδόχο κύστη. Πλέον γνωρίζω ότι η δυσλειτουργία στην ουροδόχο κύστη σε εκείνη την ηλικία αποτελεί συχνά σημάδι σεξουαλικής κακοποίησης.
«Θυμάμαι τη μητέρα μου να μου δίνει ένα παγωτό βανίλια, αφού είχα υποβληθεί σε μια επέμβαση, στα πέντε χρόνια μου, στην ουροδόχο κύστη. Πλέον γνωρίζω ότι η δυσλειτουργία στην ουροδόχο κύστη σε εκείνη την ηλικία αποτελεί συχνά σημάδι σεξουαλικής κακοποίησης».
»Θυμάμαι τη μητέρα μου να λέει ψέματα στον παιδίατρο για το μαυρισμένο μάτι μου, όταν ήμουν επτά ετών. Δεν θυμάμαι τον Danny να με γρονθοκοπεί, μόνο ότι η μητέρα μου τον προστάτευε.
»Η παιδική ηλικία μου ήταν γεμάτη από καβγάδες με φωνές, σπασμένα έπιπλα και φόβο. Κάθε καβγάς μου με τον Danny κατέληγε με τη μητέρα μου να προσπαθεί να μειώσει την άσχημη συμπεριφορά του, αναγκάζοντάς με να αποδεχτώ ότι έφταιγα εγώ και να του ζητήσω συγγνώμη. Έμαθα να νιώθω διαρκώς ένοχη και να μην εμπιστεύομαι τον εαυτό μου. Το σώμα και το πνεύμα μου έφερε τα σημάδια της κακομεταχείρισής μου από τον Danny, αλλά η μητέρα μου δεν τα έβλεπε. Η πραγματικότητά μου δεν ήταν και δική της».
Παρ’ όλα αυτά, η αφηγήτρια λάτρευε τη μητέρα της. Σήμερα πιστεύει ότι εκείνη έκανε ό,τι θεωρούσε καλύτερο για την κόρη της, δεδομένου ότι η ζωή της άρχιζε και τελείωνε στη σχέση της με τον Danny.
Μεγαλώνοντας, αυτό που τη βοήθησε να δραπετεύσει από το καταστροφικό μοτίβο της παιδικής ηλικίας της ήταν η συμμετοχή της σε μια σχολική μπάντα, που της έδωσε αυτοεκτίμηση. Την ίδια περίοδο, ωστόσο, η μητέρα της έφυγε για ένα σύντομο ταξίδι και τότε ο Danny την «τιμώρησε» όπως δεν το είχε κάνει ποτέ στο παρελθόν:
«Έβγαλε την καφέ, δερμάτινη ζώνη του και μου ζήτησε να κατεβάσω το παντελόνι μου για να με μαστιγώσει. Συνειδητοποίησα ότι το έκανε για την ικανοποίησή του. Για πρώτη φορά, στάθηκα στο ύψος μου και τον κοίταξα έντονα, θέλοντας να του περάσω το μήνυμα ότι καταλάβαινα τι είχε στο μυαλό του».
«Έβγαλε την καφέ, δερμάτινη ζώνη του και μου ζήτησε να κατεβάσω το παντελόνι μου για να με μαστιγώσει. Συνειδητοποίησα ότι το έκανε για την ικανοποίησή του».
Μετά από αυτό το περιστατικό, πλημμύριζε με άγχος όποτε συναντούσε τον Danny. Συνειδητοποίησε ότι την παρακολουθούσε, ακόμα και όταν νόμιζε ότι ήταν μόνη στο ντους. Όταν ο πατριός της επέστρεφε σπίτι, εκείνη κλεινόταν στο δωμάτιό της.
«Η σταγόνα ξεχείλισε το καλοκαίρι πριν από την τρίτη λυκείου. Όταν ο Danny με είδε να ετοιμάζω κολατσιό για να κάνω κατασκήνωση με την μπάντα μου, νευρίασε τόσο που ο τρίχρονος αδερφός μου ανέβηκε τις σκάλες να προειδοποιήσει τη μητέρα μου: “Ο μπαμπάς θα χτυπήσει την αδελφούλα μου!”. Παρόλο που δεν με χτύπησε, μετά από αυτό ήταν εύκολο να φύγω από το σπίτι. Είπα στη μητέρα μου ότι δεν πήγαινε άλλο και, μία ώρα αργότερα, διέσχισα το κατώφλι της εξόδου».
Μετά από μερικές εβδομάδες άφησε και η μητέρα της τον Danny και αναζήτησαν μαζί νομική υποστήριξη σε καταφύγιο κακοποιημένων γυναικών. «Παρόλο που ένιωθα σίγουρη ότι ο Danny με κακοποιούσε, ταυτόχρονα αισθανόμουν σαν απατεώνας γιατί δεν είχα καθόλου μνήμες. Όπως πολλοί από αυτούς που υποφέρουν από μετατραυματικό στρες, δεν είχα μια ολοκληρωμένη αφήγηση. Όταν με ρώτησαν λοιπόν αν ο Danny με είχε αγγίξει ποτέ ανάρμοστα, απάντησα αρνητικά. Μπορούσα να πω μόνο ό,τι θυμόμουν».
Η μητέρα της ανέλαβε να γεμίσει τα κενά, αφηγούμενη περιστατικά όπως εκείνο όπου ο πατριός της τής είχε σκίσει το αγαπημένο της ροζ φόρεμα όταν ήταν πέντε ετών ή όταν έπεφτε για ύπνο κουκουλωμένη με κουβέρτες. «Εκ των υστέρων, δεν ξέρω αν ήταν τόσο αμελής που δεν έβλεπε τι συνέβαινε, αν δεν αναγνώριζε ότι η συμπεριφορά του ήταν κακοποιητική ή, το χειρότερο, αν απλά τον προστάτευε».
Τελικά, αποκαλύφθηκε ότι ο πατριός της είχε βιάσει μια άγνωστη γυναίκα, με την απειλή ενός μαχαιριού, δέκα χρόνια προτού παντρευτεί τη μητέρα της. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν συγκεντρώθηκαν αρκετά ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του. Και το χειρότερο είναι ότι η μητέρα της αφηγήτριας επέστρεψε, τελικά, κοντά του.
Τελικά, αποκαλύφθηκε ότι ο πατριός της είχε βιάσει μια άγνωστη γυναίκα, με την απειλή ενός μαχαιριού, δέκα χρόνια προτού παντρευτεί τη μητέρα της. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν συγκεντρώθηκαν αρκετά ενοχοποιητικά στοιχεία σε βάρος του.
Μετά από αυτό, η σχέση με τη μητέρα της δεν αποκαταστάθηκε ποτέ. Η αφηγήτρια προτίμησε να κοιμάται σε καναπέδες φίλων και στο αυτοκίνητο παρά να επιστρέψει στο κατ’ ευφημισμόν πατρικό της. «Στις επαφές μου με άντρες, το σώμα μου έτρεμε και η φωνή μου έσπαγε. Νόμιζα ότι έφταιγα εγώ – ότι ήμουν ανίκανη να συμπεριφερθώ όπως έπρεπε. Δεν αναγνώριζα ότι όλα αυτά ήταν συμπτώματα της διαταραχής του μετατραυματικού στρες».
Έπρεπε να περάσει μία δεκαετία προτού αρχίσει να βρίσκει τον εαυτό της και να σταματήσει να ζητάει διαρκώς «συγγνώμη». Τότε, επιτέλους, κατάφερε να απαλλαχθεί από τις ενοχές και να συνειδητοποιήσει πόσο τραυματισμένη ήταν από το παρελθόν της. «Έμαθα ότι δεν είμαι ούτε ο Danny ούτε η μητέρα μου. Δεν θα επαναλάβω τα δικά τους λάθη».
πηγή: marieclaire