Για μεγάλο μέρος του 2020, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στηρίχθηκε σε μια τυχοδιωκτική εξωτερική πολιτική προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή από την οικονομική κρίση της Τουρκίας και τις πολιτικές "τραγωδίες" που βιώνει το κόμμα του, ΑΚP.
Οι επιθετικές του επιδρομές στη Λιβύη, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και την Ανατολική Μεσόγειο βοήθησαν να επισκιαστούν τα πολιτικά πισωγυρίσματα του προηγούμενου έτους, όταν το AKP έχασε τις αυτοδιοικητικές εκλογές σε βασικά αστικά κέντρα της Τουρκίας - με πιο ενοχλητικά ντροπιαστική την απώλεια του παλιού προπυργίου του ίδιου του Ερντογάν, της Κωνσταντινούπολης - και είδε μια σημαντική μείωση στον αριθμό των μελών του ανά τη χώρα.
Όρια
Η στρατηγική αυτή, ωστόσο, πιθανόν να έχει φτάσει στα όριά της: ούτε οι επενδυτές ούτε το ευρύ κοινό φαίνεται να "αγοράζουν" την υπόσχεση του Ερντογάν περί μιας νέας ανθηρής οικονομικής εποχής. Γενικότερα, ο πρόεδρος και το κόμμα του φαίνεται να χάνουν την εμπιστοσύνη μεγάλων εκλογικών περιφερειών, συμπεριλαμβανομένων ψηφοφόρων στις πόλεις, αλλά και μεταξύ των νέων συντηρητικών πολιτών.
Τώρα, με την πανδημία του κορωνοϊού να αποδεικνύεται ανθεκτικότερη του αναμενομένου και τις ελπίδες για μια ισχυρή οικονομική ανάκαμψη το 2021 να κινδυνεύουν με οδυνηρή διάψευση, τα κόμματα της αντιπολίτευσης της Τουρκίας "γυαλίζουν" τα όπλα τους προκειμένου να ανακτήσουν την πρωτοβουλία των κινήσεων.
Ο Ερντογάν μπορεί μεν να αγνοεί τις εκκλήσεις τους για πρόωρες προεδρικές και βουλευτικές εκλογές - κανονικά είναι προγραμματισμένες για το καλοκαίρι του 2023 - ωστόσο το μόνο που έχει να περιμένει από εδώ και πέρα είναι οι πολιτικοί του αντίπαλοι να του ασκούν πίεση σε κάθε του βήμα.
Ανάμεσα σε εκείνους οι οποίοι περιμένουν τη στιγμή της εφόρμησης είναι ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος είναι επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, CHP (Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, κεμαλική κεντροαριστερά) και τα πιο λαμπρά αστέρια του, Εκρέμ Ιμαμόγλου και Μανσούρ Γιαβάς, οι υψηλού κύρους και αναγνωρισιμότητας δήμαρχοι της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας, αντίστοιχα.
Το γυναικείο "δίδυμο"
Ωστόσο, οι καλύτερες πιθανότητες της αντιπολίτευσης προκειμένου να "ρίξει" τον Ερντογάν πιθανόν να στηρίζονται σε δύο γυναίκες που κινούνται σε αντίθετες μεταξύ τους πλευρές του πολιτικού φάσματος: τη Μεράλ Ακσενέρ, επικεφαλής του κόμματος Iyi (Καλό Κόμμα, εθνικιστική κεμαλική κεντροδεξιά) και την Τζανάν Καφταντζίογλου, επικεφαλής της κομματικής οργάνωσης του CHP στην Κωνσταντινούπολη.
Οι δυο τους δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικές. Η Ακσενέρ, 64 ετών, είναι εθνικίστρια και μέλος της πολιτικής ελίτ της Τουρκίας, ενώ στο παρελθόν έχει υπηρετήσει ως υπουργός Εσωτερικών. Γνωστή ως "Άσενα", από την μυθική τουρκική "λύκαινα", δεν κρύβει διόλου την επιθυμία της να αντικαταστήσει τον Ερντογάν ως πρόεδρος της χώρας, έχοντας ήδη κατέβει στις εκλογές ως υποψήφια εναντίον του στις προεδρικές εκλογές του 2018.
Η Καφταντζίογλου, 48 ετών, διασκεδάζει ιδιαίτερα την εικόνα της ως "μοτοσικλετίστριας αριστερής φεμινίστριας" και, μολονότι οι απόψεις της είναι πιο ριζοσπαστικές σε σχέση με εκείνες του μεγαλύτερου μέρους του κόμματός της, είναι σεβαστή για τον ρόλο ενορχηστρωτή που έπαιξε στην εκλογική ταπείνωση του ΑΚΡ το 2019 στην Κωνσταντινούπολη.
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news