Ένα πολύ ξεχωριστό γεγονός που δείχνει μεγαλείο ψυχής από μέρους του, μοιράστηκε ο Μπρούνο Γκάμα σε δηλώσεις που παραχώρησε στην "A Bola".
Ο Πορτογάλος στο πλαίσιο της αναφοράς του στο πέρασμά του από την ουκρανική Ντνίπρο, με την οποία μάλιστα έφτασε και στον τελικό του Εuropa League, ανέφερε πως ήταν σημαντικό το πέρασμά του από την ουκρανική ομάδα ενώ συμπλήρωσε πως όσο μπορεί διατηρεί σχέσεις με ανθρώπους του συλλόγου.
Μάλιστα, όπως μοιράστηκε, κατάφερε να δώσει «καταφύγιο» σε οικογένεια υπαλλήλου της Ντνίπρο, παραχωρώντας διαμέρισμα που διατηρεί στην Μπράγκα με σκοπό να φιλοξενήσει την μητέρα με τις δύο κόρες της.
«Ήταν σημαντικά χρόνια στη ζωή και την καριέρα μου. Τότε, ήταν μια έντονη αλλαγή, που με έκανε να ανακαλύψω μια άλλη κουλτούρα, μια άλλη πραγματικότητα. Ήταν θετικό, έπαιζα πάντα σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις, έπαιξα σε τελικό. Και μου άρεσε ο κόσμος. Φυσικά, οι τελευταίοι μήνες ήταν αρκετά σοκαριστικοί. Δεν μπορώ να μείνω αδιάφορος σε ό,τι έρχεται από τη χώρα, από την πόλη που έζησα. Έχω μιλήσει με ανθρώπους που υποφέρουν στο πετσί τους από αυτόν τον πόλεμο. Είναι περίπλοκο, με γεμίζει θλίψη»
«Κρατάω επαφή με κάποιους παλιούς συμπαίκτες, κάποιους φίλους που βοήθησαν τον σύλλογο. Ευτυχώς κατάφερα να βοηθήσω έναν υπάλληλο της Dnipro να έρθει στην Πορτογαλία. Της βάλαμε αυτή την υπόθεση, ήξερε ήδη τη χώρα, ήρθε με τις κόρες της και είναι σε ένα διαμέρισμα μου στη Μπράγκα. Αυτό συζητήθηκε επίσης με τον Nélson Monte (σ.σ.Πορτογάλος παίκτης που πήρε πέρσι μεταγραφή στην Ντνίπρο) . Δεν ξέρεις πότε μπορείς να επιστρέψεις, είναι στενάχωρο! Προσπαθούμε πάντα να βοηθάμε ανθρώπους που μας βοήθησαν».
Δεν παρέλειψε ακόμα να εξιστορήσει το τι έζησε ο ίδιος στην παρουσία του στην Ουκρανία:
«Πολλές φορές ο παίκτης ζει σε μια φούσκα και δεν αισθάνεται τόσο πολύ τα πράγματα που συμβαίνουν, στο οποίο παίζει μεγάλο ρόλο το ζήτημα της γλώσσας. Τον πρώτο χρόνο, κάπου το 2014, άρχισαν να δημιουργούνται προβλήματα όταν η Ρωσία κατέλαβε το Ντόνεστκ και την Κριμαία. Υπήρχε κλίμα έντασης, παίκτες που διέφυγαν από αυτή τη ζώνη συγκρούσεων, έφυγαν από τη χώρα. Οι ομάδες μας άφησαν ελεύθερους. Μετά περάσαμε μια σχετικά γαλήνια περίοδο, για δύο χρόνια δεν ακούγαμε πολλά γι' αυτό, ζούσαμε με φαινομενική ηρεμία. Τότε μας διαβεβαίωσαν ότι τα προβλήματα δεν θα φτάσουν στην περιοχή μας. Πάντα όμως υπήρχε φόβος, μιλούσαμε και ήμασταν σε επιφυλακή μόλις ακούσαμε αεροπλάνο. Δεν περίμενα ότι μετά από τόσο καιρό θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο αυτές τις μέρες»