Το πιο πολύνεκρο δυστύχημα στην Ιστορία του ελληνικού σιδηροδρόμου, μια προαναγγελθείσα τραγωδία που όλοι έβλεπαν να έρχεται αλλά κανείς δεν έκανε κάτι για να την εμποδίσει. Και εκείνη την Τρίτη, αργά τη νύχτα, λίγο πριν αλλάξει η ημέρα και ο μήνας, εκατοντάδες άνθρωποι, χιλιάδες άνθρωποι, μια ολόκληρη χώρα ρίχτηκαν με βία μπροστά σε μια δίχως τέλος δοκιμασία.
Ακόμα και σήμερα, ένα χρόνο μετά, οι πληγές παραμένουν ανοιχτές. Το αίτημα, ή καλύτερα η απαίτηση, για Δικαιοσύνη είναι καθολική. Και ο μεγαλύτερος φόβος όλων είναι πως ακόμα και αυτό το έγκλημα θα «κουκουλωθεί» και αυτοί που πραγματικά φταίνε δεν θα τιμωρηθούν. Πάλι.
«Πάρε με όταν φτάσεις...»
Η αμαξοστοιχία «Intercity 62» ξεκίνησε στις 19:22 την Τρίτη 28/2/2023 από την Αθήνα με τελικό προορισμό τη Θεσσαλονίκη. Το αντίστροφο δρομολόγιο ακολουθούσε μια εμπορική αμαξοστοιχία. Σύμφωνα με την ενημέρωση από την Hellenic Train, στα δύο τρένα επέβαιναν συνολικά 354 άτομα (342 επιβάτες και 12 άτομα προσωπικό, δύο εκ των οποίων στην εμπορική αμαξοστοιχία). Οι περισσότεροι από τους επιβάτες ήταν νέα παιδιά, φοιτητές που αφού πέρασαν το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας με φίλους ή/και συγγενείς επέστρεφαν στα πανεπιστήμιά τους.
Στις 22:50 η επιβατική αμαξοστοιχία έφτασε στη Λάρισα, 80 επιβάτες αποβιβάζονται και επιβιβάζεται άγνωστος αριθμός νέων ανθρώπων. Οι υπεύθυνοι ενημέρωσαν πως θα υπάρξει μια μικρή καθυστέρηση επειδή μπροστά υπήρχε ένα χαλασμένο τρένο και οι γραμμές ήταν γεμάτες.
Στις 23:10 το «Intercity 62» αναχώρησε από τον σιδηροδρομικό σταθμό Λάρισας. Το τρένο κινείτο στις ράγες καθόδου (προς Αθήνα). Την ίδια ώρα η εμπορική αμαξοστοιχία κατεβαίνει από Θεσσαλονίκη προς Αθήνα. Για 12 λεπτά και 18 χιλιόμετρα το «Intercity 62» κινείται στη λάθος γραμμή χωρίς κανείς να ενημερώνει τους μηχανοδηγούς των δύο τρένων, που οδηγούνται προς το θάνατο.
Το ρολόι έδειχνε 23:21 και 18 δευτερόλεπτα όταν ο χρόνος «πάγωσε». Η επιβατική αμαξοστοιχία είχε αναπτύξει ταχύτητα 166 χλμ./ώρα και η εμπορική 120 χλμ./ώρα. Τα δυο τρένα «συναντήθηκαν» λίγα μέτρα μακριά από την έξοδο ενός τούνελ. Οι μηχανοδηγοί προφανώς και δεν πρόλαβαν να κάνουν το παραμικρό. Τα δύο τρένα συγκρούστηκαν μετωπικά στο ύψος του Ευαγγελισμού, λίγο πριν από τα Τέμπη. Ακολούθησε μια τρομακτική έκρηξη. Μια πύρινη «μπάλα» υψώθηκε στον ουρανό. Το κακό είχε γίνει. Ακολούθησαν σκηνές αρχαίας τραγωδίας.
«Είχαν εξαϋλωθεί...»
Την ίδια ώρα, πίσω στο σημείο της σύγκρουσης, πυροσβέστες, μέλη της ΕΜΑΚ και ΕΚΑΒ, έδιναν μια άνιση μάχη. Το πρώτο βαγόνι της «Intercity 62» φλεγόταν και έμοιαζε με μια πύρινη κόλαση. Περίπου η ίδια η κατάσταση και στο δεύτερο βαγόνι. Στο τρίτο βαγόνι εκτυλίχθηκαν σκηνές αρχαίας τραγωδίας. Οι τραυματίες εκλιπαρούσαν για βοήθεια. Οι επιζήσαντες που ήταν καλά στην υγεία τους προσπαθούσαν αφενός να συνέλθουν και αφετέρου να βοηθήσουν όσους μπορούσαν.
«Φτάσαμε στο σημείο μία ώρα μετά το δυστύχημα. Η κατάσταση ήταν τραγική, καθώς υπήρχαν πολλοί νεκροί. Από ένα σημείο και μετά δεν είχαμε απεγκλωβίσει κανέναν τραυματία, ήταν όλοι νεκροί. Βρήκαμε στα χωράφια 4 με 5 ανθρώπους που δεν ήταν στην ζωή. Και από τα τρία πρώτα κυρίως βαγόνια όσους βγάζαμε ήταν νεκροί. Το 80% των νεκρών που εντοπίσαμε είναι νέα παιδιά, κάτω των 30 ετών. Οι τραυματίες βγήκαν την πρώτη μία με μιάμιση ώρα» είχε πει στο Mega ένας διασώστης του Ερυθρού Σταυρού.
«Μόλις άνοιξα τα μάτια μου, είδα τον θάνατο μου. Ήμουν πεσμένος στο έδαφος, χτυπημένος, παντού είχε σκοτάδι. Έκανα την προσευχή μου. Το βαγόνι τυλίχθηκε στις φλόγες. Είχε παντού καπνό, δεν μπορούσα να αναπνεύσω, ακόμα με δυσκολία αναπνέω. Ένας νεαρός προσπαθούσε να σπάσει το παράθυρο, όταν τα κατάφερε με ένα σίδερο, σηκώθηκα για να πηδήξω να βγω από εκεί. Όταν πλησίασα, είδα πως ήμασταν πολύ ψηλά νόμιζα πως ήμασταν σε γέφυρα» είχε πει στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Θεόδωρος Κατσιούλης ο οποίος καθόταν στη θέση 41 στο τρίτο βαγόνι και είχε συμπληρώσει:
«Μέσα στο σκοτάδι άκουσα τη γυναίκα που καθόταν δίπλα μου, να μου ζητάει να βοηθήσω τα παιδιά της. Τους είχα δει που χαιρετούσαν τον πατέρα τους κατά την επιβίβαση. Πήρα το ένα παιδί στα χέρια, ήταν χλωμό, φοβισμένο και το κράτησα από τα χέρια. Του είπα να μην φοβάται και να πηδήξει από το παράθυρο. Το ίδιο έκανα και με το δεύτερο παιδί. Όλοι βοηθούσαμε, κανένας δεν σκέφτηκε μόνο τον εαυτό του». Με βουβό πόνο αντιμετώπισε τις ερωτήσεις για τους συνεπιβάτες του, που κάθονταν στις πρώτες θέσεις του βαγονιού. «Τους έβλεπα λίγα λεπτά πριν και μετά τη σύγκρουση. Όταν άνοιξα τα μάτια και αντίκρισα τη φωτιά, τρελάθηκα. Δεν το πίστευα πως δεν υπήρχαν, είχαν εξαϋλωθεί. Δεν υπάρχουν λόγια. Είναι τραγωδία».
Ο 18χρονος Άγγελος Τσιμούρας, επιβάτης στο βαγόνι 6, είχε μιλήσει στην εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη. «Κάθε βράδυ έχω εφιάλτες. Τα τρία πρώτα βράδια δεν κοιμήθηκα αλλά μετά ξεκίνησα να έχω τρεις, τέσσερις, πέντε ώρες ύπνου. Γενικώς με επισκέπτονται και δεν με αφήνουν να κοιμηθώ. Δεν θέλουν να με αφήσουν ακόμα. Ίσως να θέλουν να μου που κάτι. Να ξυπνήσω κάποιον; Δεν ξέρω. Κάτι όμως θέλουν σίγουρα να μου πουν.
» Βλέπω συνέχεια την Ιφιγένεια, δεν με έχει αφήσει ακόμα. Την πρώτη βραδιά που κοιμήθηκα είδα και το άλλο παιδί που ήταν στο βαγόνι αλλά πολύ θολά. Η Ιφιγένεια έρχεται όμως καθαρά ακόμα» είχε πει.
Μια προαναγγελθείσα τραγωδία
Ο πρώτος άνθρωπος που μετά την τραγωδία αποκάλυψε την κατάσταση που επικρατούσε στον ελληνικό σιδηρόδρομο ήταν ο πρόεδρος των μηχανοδηγών του ΟΣΕ, Κώστας Γενηδούνιας, ο οποίος μίλησε στην ΕΡΤ: «Δεν λειτουργεί τίποτα, γίνονται όλα χειροκίνητα, είμαστε στο manual και σε όλο τον άξονα Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Ούτε τα φωτοσήματα λειτουργούν, αν λειτουργούσαν οι μηχανοδηγοί θα έβλεπαν τα κόκκινα σήματα και θα σταματούσαν εγκαίρως».
Για το αν αυτό σημαίνει πως οι μηχανοδηγοί κινούνται στα «τυφλά», είχε πει ότι «οι πληροφορίες δίνονται από σταθμάρχη σε σταθμάρχη μέσω ασυρμάτου. Μας λέει ο σταθμάρχης στην Αθήνα θα πάτε μέχρι το Μενίδι, μετά μέχρι την Οινόη, συνολικά αυτό γίνεται 15 φορές από Αθήνα για Θεσσαλονίκη». Ο ίδιος ανέφερε πως «υπήρχαν ηλεκτρονικά συστήματα, δεν λειτουργούν, ρωτήστε τους υπευθύνους». Σχετικά με τις συνθήκες του δυστυχήματος, είπε ότι «στο σημείο έχει διπλή γραμμή, ένα ανεβαίνει, ένα κατεβαίνει, δεν ξέρω γιατί τα τρένα βρέθηκαν στην ίδια γραμμή. Εμείς ακολουθούμε εντολές. Όπου μας πουν πηγαίνουμε. Σε όλο το μήκος της διαδρομής είναι διπλή η γραμμή. Αν σε κάποιο σημείο γίνονται έργα υπάρχουν διακλαδώσεις. Όλα γίνονται χειροκίνητα και εμπειρικά. Είναι χρόνια που δεν λειτουργούν τα συστήματα».
Και αυτό ήταν μόνο η αρχή. Τις επόμενες ημέρες του δυστυχήματος αποκαλύφθηκαν λάθη και παραλείψεις δεκαετιών. Μόλις τον Νοέμβριο του 2023, λίγους μήνες πριν το δυστύχημα δηλαδή, η Πανελλήνια Ένωση Προσωπικού Έλξης, με εξώδικό της προς τον ΟΣΕ, το υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών, τη ΡΑΣ και τη Hellenic Train ενημέρωνε για την κατάρρευση του σιδηροδρομικού δικτύου, την κακή συντήρηση και την έλλειψη ασφάλειας για τους εργαζομένους αλλά και τους επιβάτες.
Όπως αναφερόταν στο εξώδικο, ζητούσαν την άμεση αποκατάσταση της σιδηροδρομικής υποδομής, τηλεδιοίκηση, φωτοσήματα, ETCS, η οποία εδώ και χρόνια έχει καταστεί προβληματική. «Διαπιστώνουμε διαρκώς την κακή κατάσταση της σιδηροδρομικής υποδομής, την έλλειψη συντήρησης της (που αποδεικνύεται από τις βραδυπορίες που καθημερινά δίνονται στους μηχανοδηγούς), τη μη λειτουργία φωτοσημάτων και τηλεδιοίκησης εδώ και πολλά έτη, τη μη λειτουργία του συστήματος ETCS (European Traffic Control System– του οποίου η θέση σε λειτουργία προστατεύει έναντι στο ανθρώπινο λάθος) η οποία δεν λειτούργησε ποτέ παρά το γεγονός ότι έχει εγκατασταθεί στις μηχανές».
Στη συνέχεια οι αποκαλύψεις πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας. Στο επίκεντρο ο σταθμάρχης της Λάρισας (ο οποίος παραμένει προφυλακισμένος). Πώς έγινε η πρόσληψή του; Πληρούσε τα προσόντα; Γιατί ήταν μόνος το μοιραίο βράδυ; Γιατί είχαν φύγει νωρίτερα οι άλλοι δυο σταθμάρχες;
Αλλά δεν ήταν μόνο ο σταθμάρχης. Συνολικά 33 είναι οι κατηγορούμενοι που υπάρχουν στις τέσσερις διαφορετικές δικογραφίες που έχουν σχηματισθεί. Μέσα στις επόμενες ημέρες η ανάκριση θα έχει ολοκληρωθεί και σύμφωνα με πληροφορίες τον Ιούνιο θα ξεκινήσει η δίκη. Κατά περίπτωση οι κατηγορούμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το κακουργηματικού χαρακτήρα αδίκημα της διατάραξης της ασφάλειας συγκοινωνιών, με αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών ανθρώπων διά παραλείψεως και με τα πλημμελήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροήν, της βαριάς σωματικής βλάβης και της ελαφριάς σωματικής βλάβης.
Πολλά όμως είναι ακόμα και σήμερα τα αναπάντητα ερωτήματα: Τι έχει συμβεί με τη περιβόητη «σύμβαση 717» και την παράλληλη έρευνα που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία με στόχο να διαπιστωθεί αν έχει διαπραχθεί κακοδιαχείριση εις βάρος των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού το έργο είναι συγχρηματοδοτούμενο από το Ελληνικό Δημόσιο και την ΕΕ;