Αν βρισκόσασταν ποτέ στη Βόρεια Ακτή του Ουάχου πριν από 20 χρόνια περίπου, μπορεί να είχατε δει ένα μικρό κοριτσάκι να κάθεται στην παραλία και να χαζεύει τα κύματα.
Θα ήταν περίπου τριών ετών, φορούσε ροζ γυαλιά δεμένα σφικτά στο κεφάλι της και καθόταν ακριβώς εκεί όπου έσκαγαν τα κύματα. Δεν φοβόταν το νερό που έσκαγε πάνω της, ίσα ίσα ένιωθε ευτυχισμένη.
Αυτή ήταν η Μαχίνα Μαέντα. Η ίδια δεν θυμάται ότι το έκανε αυτό. Ο πατέρας της τής διηγείται κάθε φορά ιστορίες από τα παιδικά της χρόνια και πάντα καταλήγει στο ίδιο συμπέρασμα. Το σερφ ήταν πάντα εκεί και την περίμενε.
Σε αντίθεση με την αδερφή της, δεν φοβόταν το νερό. Ένιωθε ότι ανήκει εκεί και με κάθε ευκαιρία, φορούσε το μαγιό της, έφευγε από το σπίτι και πήγαινε στα κύματα που τόσο της άρεσε να χαζεύει.
Το σερφ θα χανόταν
Γυρίζοντας το χρόνο πίσω στα 1700, ο δυτικός κόσμος ήρθε σε επαφή για πρώτη φορά με τη Χαβάη. Τότε οι προτεστάντες ιεραπόστολοι έστησαν φυτείες ζάχαρης και χρειαζόταν χέρια για να εργαστούν. Έτσι, προσέλαβαν μετανάστες από την Νοτιανατολική Ασία και ιθαγενείς από τη Χαβάη.
Οι άνθρωποι δούλευαν καθημερινά πολλές ώρες και ανεχόταν πολλά βασανιστήρια. Οι κυβερνώντες θέλησαν να εξαφανίσουν τον πολιτισμό των ιθαγενών και τους απαγόρευσαν να διδάσκουν τη γλώσσα τους, να ακολουθούν τις παραδόσεις τους, να χορεύουν χούλα και φυσικά, το σερφ. Οι κάτοικοι άρχισαν να πεθαίνουν από τα βασανιστήρια και την εξαντλητική εργασία.
Η κατάσταση άλλαξε μόνο όταν δημιουργήθηκε η Δημοκρατία της Χαβάης και επέστρεψαν στις παλιές τους συνήθειες. Άρχισαν ξανά να χορεύουν και να κάνουν σερφ. Ανεβαίνοντας πάνω στη σανίδα ένιωθαν να δικαιώνονται οι αγώνες τους.
Το σερφ τρόπος ζωής
Μεγάλωσε στη Χαβάη, στη Βόρεια Ακτή. Εκεί το σερφ είναι κάτι παραπάνω από ένα άθλημα. Είναι τρόπος έκφρασης για τους ανθρώπους εκεί.
Το δημοτικό σχολείο, όπου πήγαινε, βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το Pipeline, ένα από τα πιο εμβληματικά σημεία για σέρφινγκ στη Βόρεια Ακτή. Κάθε μέρα πριν από το μάθημα, καθόταν σε ένα παγκάκι στο πεζοδρόμιο και χάζευε τους σέρφερ που προσπαθούσαν να δαμάσουν τα κύματα.
Ο πατέρας της βλέποντας την αγάπη της μικρής για το νερό, φρόντισε να της αγοράσει την πρώτη της σανίδα πριν κλείσει τα τέσσερα της χρόνια. Πήγαιναν μαζί στη θάλασσα, την ανέβαζε και προσπαθούσε να της μάθει τα βασικά. Η Μαχίνα δεν θυμάται πολλά από αυτά, όπως έχει παραδεχθεί σε συνέντευξη της.
Πριν κλείσει τα 10 της χρόνια άρχισε να συμμετέχει σε αγώνες σέρφινγκ. Πάντα αγωνιζόταν με πάθος και θέληση για την πρωτιά αλλά φρόντιζε να σέβεται τους μεγαλύτερους και να ακούει τις συμβουλές τους. Ήταν μια αρχή που έλαβε από το σπίτι της.
Στην ιαπωνική κουλτούρα, ο σεβασμός προς τους μεγαλύτερους είναι κάτι σαν την άλφα βήτα. Μαθαίνεις από μικρός να ακούς τις συμβουλές τους και να ζητάς τη γνώμη τους για το σωστό και το λάθος.
Θέλησε να σταματήσει
Προπονούνταν καθημερινά και ένιωθε ότι το σερφ της δίνει αυτοπεποίθηση και ελευθερία. Φτάνοντας, όμως, στα 18 της χρόνια θέλησε να φύγει από το σπίτι και να πάρει τη ζωή στα χέρια της. Το σερφ πέρασε σε δεύτερη μοίρα αφού έβλεπε ότι όσα ήθελε, έμεναν απλά ένα όνειρο.
Έτσι, άφησε την αγκαλιά των γονιών της, βρήκε δουλειά, νοίκιασε δικό της σπίτι και άρχισε μια νέα ζωή. Η τύχη, όμως, την έριξε πάνω στον Κιντ Πελίγκρο, έναν από τους καλύτερους προπονητές σερφ. Εκείνος τη βοήθησε να βρει το πάθος της για το άθλημα και άρχισε να προσπαθεί καλά.
Η προπόνηση ήταν καθημερινή και εξαντλητική κάποιες μέρες αλλά μόλις ανακοινώθηκε ότι το σερφ θα είναι στους Ολυμπιακούς Αγώνες ανέβασε στροφές και έβαλε στόχο να βρεθεί στη μεγάλη γιορτή του Αθλητισμού.
Με τη βοήθεια του Πελίγκρο βρήκε τον εαυτό της, κατάλαβε τι θέλει και τι μπορεί να πετύχει μέσα από την προπόνηση. Ήξερε ότι είχε δυνατότητες και φρόντισε να τις εξελίξει. Κέρδισε παγκόσμιους τίτλους νεανίδων και ο δρόμος την έβγαλε στο Τόκιο, όπου αποκλείστηκε στον τρίτο γύρο.
Δύο ταυτότητες
Οι γονείς της είναι από την Ιαπωνία. Μετακόμισαν στη Χαβάη, πήραν την πράσινη κάρτα και δούλεψαν εκεί. Η Μαχίνα και η αδερφή της μπορεί να γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εκεί, αλλά ξέρουν όλες τις παραδόσεις της πατρίδας τους. Στο σπίτι τους διατηρούσαν τα ήθη και τα έθιμα.
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο αγωνίστηκε με τη σημαία της Ιαπωνίας καθώς η Χαβάη δεν αναγνωρίστηκε ως μέλος. Ήταν κάτι που το ήθελε. Ονειρευόταν να ανέβει στη σανίδα φορώντας τη φανέλα με την ιαπωνική σημαία. Ένιωθε πως τιμά τους γονείς της και συνδεόταν και εκείνη με τις ρίζες της.
Όπως παραδέχεται και η ίδια «το να είσαι από δυο μέρη σημαίνει ότι μπορείς να ενσωματώσεις το πνεύμα αυτών των δύο τόπων στον τρόπο που ενεργείς, που κουβαλάς τον εαυτό σου. Νιώθεις περήφανη για αυτό που είσαι».
Όταν μιλά για την καταγωγή της πάντα φέρνει στο νου την πηγή έμπνευσης της, τη Ναόμι Οσάκα, η οποία αντιπροσωπεύει την ιαπωνική και αμερικανική κουλτούρα. Θαυμάζει το πάθος, τη δύναμη και την ενέργεια με την οποία αγωνίζεται. Θα ήθελε να της μοιάσει και να γίνει πρότυπο και για άλλες γυναίκες και η ίδια.