Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας κάνει λόγο για δύο δολοφονίες, μία εξαφάνιση αλλά και βία και κλοπές σε βάρος των προσφύγων και των μεταναστών από τις ελληνικές αρχές κατά μήκος του ποταμού Έβρου.
Σύμφωνα με την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, από τις 27 Φεβρουαρίου του 2020 και έπειτα, χιλιάδες άνθρωποι κατευθύνθηκαν προς τα ελληνοτουρκικά σύνορα, αφού προηγουμένως η τουρκικές αρχές είχαν ενθαρρύνει την κίνηση τους προς τα εκεί. Μερικοί αιτούντες άσυλο με τις οικογένειες τους εγκατέλειψαν τους χώρους διαμονής τους και ξόδεψαν όλα τους τα χρήματα προκειμένου να κάνουν το ταξίδι. Παρ’ όλ’ αυτά, οι ελληνικές αρχές απώθησαν την προσπάθεια των ανθρώπων να περάσουν τα σύνορα, ενισχύοντας τον έλεγχο των συνόρων και στέλνοντας δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού, οι οποίες χρησιμοποίησαν δακρυγόνα, εκτοξευτήρες νερού, πλαστικές σφαίρες και πραγματικά πυρά.
«Άνθρωποι ταξίδεψαν από την Τουρκία στην Ελλάδα αναζητώντας ασφάλεια, αλλά εκεί συνάντησαν βία, τόσο σοβαρή ώστε τουλάχιστον δύο σκοτώθηκαν με τραγικό τρόπο. Οι ισχυρισμοί για βίαιη συμπεριφορά, πρέπει να διερευνηθούν ταχύτατα και αμερόληπτα. Ο καθένας πρέπει να αντιμετωπίζεται ανθρώπινα, να προστατεύεται από τη βία και να έχει πρόσβαση στην προστασία στις χώρες όπου αναζητά την ασφάλεια», είπε ο αναπληρωτής διευθυντής του ευρωπαϊκού περιφερειακού γραφείου της Διεθνούς Αμνηστίας, Μάσιμο Μοράτι.
Τουλάχιστον δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν
Η έκθεση συνεχίζει ότι η Διεθνής Αμνηστία έχει επιβεβαιώσει δύο θανάτους στα ελληνοτουρκικά σύνορα στις 2 και στις 4 Μαρτίου.
Ένα τρίτο άτομο, μια γυναίκα από τη Συρία, αγνοείται και θεωρείται νεκρή, αφότου χωρίστηκε από τον σύζυγο και τα έξι παιδιά τους την ώρα που προσπαθούσαν να περάσουν τον ποταμό Έβρο, νότια της Αδριανούπολης, ώστε να εισέλθουν στην Ελλάδα. Ο σύζυγος της γυναίκας κατήγγειλε στη Διεθνή Αμνηστία ότι η γυναίκα του αγνοείται και θεωρείται νεκρή αφού δέχθηκε πυροβολισμούς από Έλληνες στρατιώτες, ενώ προσπαθούσε να περάσει προς την ελληνική πλευρά του ποταμού, όπου βρίσκονταν ο ίδιος και τα παιδιά τους.
Ακόμα δήλωσε ότι οι ελληνικές αρχές στη συνέχεια συνέλαβαν τον ίδιο και τα παιδιά του και τους κράτησαν γύρω στις 4-5 ώρες, στο συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τους έγδυσαν και κατάσχεσαν τα υπάρχοντά τους. Εν συνεχεία οδηγήθηκαν πίσω στον ποταμό, όπου τοποθετήθηκαν σε μια ξύλινη βάρκα η οποία μαζί με άλλους τους μετέφερε ξανά πίσω στην Τουρκία. Όπως υποστηρίζει ο σύζυγος της γυναικάς παρόλο που έχει προσλάβει δικηγόρους τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία, δεν έχει καταφέρει να εντοπίσει την τοποθεσία που βρίσκεται ή τι απέγινε η γυναίκα του.
Επίσης, σύμφωνα πάντα με την έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, ένας άλλος άνδρας, ο 43χρονος Μοχάμεντ Γκουλζάρι από το Πακιστάν, πυροβολήθηκε στο στήθος την ώρα που επιχειρούσε να περάσει στην ελληνική πλευρά των συνόρων στο τελωνείο των Καστανιών. Διακομίστηκε σε νοσοκομείο στη Τουρκία, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του στις 4 Μαρτίου. Στο συμβάν υπήρξαν και πέντε ακόμα άτομα, τα οποία τραυματίστηκαν από πυρά. Ένας 22χρονος από τη Συρία, ο Μοχάμεντ Αλ Αράμπ, επίσης πέθανε στη περιοχή. Το θάνατό του έχει ερευνήσει το Forensic Architecture.
Βία κατά αιτούντων άσυλο και μεταναστών στα σύνορα
Πλήθος αιτούντων άσυλο και μεταναστών καταγγέλλουν στη Διεθνή Αμνηστία ότι η ελληνική συνοριοφυλακή εφάρμοσε μια πολιτική απώθησής τους, ακόμα και αν είχαν εισέλθει σε ελληνικό έδαφος και ζητούσαν άσυλο, πράγμα το οποίο αποτελεί παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Άνθρωποι υποστηρίζουν ότι ξυλοκοπήθηκαν από τους συμνοριοφύλακες με γκλοπ και ότι κρατήθηκαν σε χώρους στην παραμεθόρια περιοχή από ώρες μέχρι και ημέρες και επαναπροωθήθηκαν πίσω στην Τουρκία μέσω του ποταμού Έβρου με βάρκες. Οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες δήλωσαν στην Διεθνή Αμνηστία επίσης ότι οι δυνάμεις της συνοριοφυλακής τους πήραν τα χρήματα που σε ορισμένες περιπτώσεις ανέρχονταν σε χιλιάδες δολάρια, που αποτελούσαν και τις μόνες τους οικονομίες για να κατορθώσουν να ξεκινήσουν μια νέα ζωή στην Ευρώπη.
Ωστόσο όπως αναφέρει η έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, η βία δεν περιορίστηκε μόνο στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Ένας άνδρας από το Ντέιρ εζ-Ζορ, της Συρίας δήλωσε στη Διεθνή Αμνηστία, ότι στις 4 Μαρτίου, «διέσχισα τον ποταμό και περπάτησα για τέσσερις ημέρες και τέσσερις νύχτες στο εσωτερικό της Ελλάδας, προτού με πιάσουν. Με οδήγησαν σε ένα μέρος όπου με ξυλοκόπησαν και πήραν το κινητό τηλέφωνο και τα χρήματά μου, 2.000 λίρες (περίπου 275€), τα οποία ήταν όλα όσα είχα. Με πήγαν πίσω στην Τουρκία μέσω του ποταμού, όπου και με άφησαν χωρίς παλτό και παπούτσια».
Αυταρχική κράτηση και αναστολή αιτήσεων ασύλου
Σε αντίδραση στις ενέργειες της Τουρκίας, η Ελλάδα ενίσχυσε επίσης τις θαλάσσιες περιπολίες, με ακόμα 52 σκάφη για ν’ αποτρέψει την έλευση ανθρώπων στα νησιά και με επιπλέον δυνάμεις της Frontex, της υπηρεσίας ακτοφυλακής των συνόρων για τη φύλαξη των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα με κατ’ επείγον νόμο ανεστάλησαν όλες οι νέες αιτήσεις ασύλου σ’ όλη τη χώρα για ένα μήνα σε μία ξεκάθαρη παραβίαση του τόσο του Διεθνούς Δικαίου όσο και του Ευρωπαϊκού. Παρόλο που ο συγκεκριμένος νόμος σταμάτησε να είναι σε ισχύ στις 2 Απριλίου, οι άνθρωποι που αναζητούν ασφάλεια συνεχίζουν ν’ αποτρέπονται από το να κάνουν αιτήσεις ασύλου, καθώς η Ελληνική Υπηρεσία Ασύλου, έχει αναστείλει τις δραστηριότητες της από τις 13 Μαρτίου, λόγω του Covid-19.
Ακόμα όπως αναφέρει η Διεθνής Αμνηστία, σε όλα τα νησιά του Αιγαίου, όλοι όσοι έφτασαν μετά την 1η Μαρτίου 2020 κρατήθηκαν αυθαίρετα σε λιμενικές εγκαταστάσεις και σε άλλες περιοχές, ανίκανοι να ζητήσουν άσυλο και με κίνδυνο επιστροφής στην Τουρκία ή στις χώρες προέλευσης ή διέλευσης. Μόνο στη Λέσβο, περίπου 500 άτομα – συμπεριλαμβανομένων 200 παιδιών – που έφτασαν δια θαλάσσης κρατήθηκαν για πάνω από 10 ημέρες σε πλοίο του ελληνικού Ναυτικού που χρησιμοποιείται συνήθως για τη μεταφορά δεξαμενών και άλλων στρατιωτικών οχημάτων. Εκατοντάδες ακόμα αιτούντες άσυλο και μετανάστες κρατήθηκαν σε άλλες λιμενικές εγκαταστάσεις στο Αιγαίο.
Όλοι όσοι κρατήθηκαν στα νησιά μεταφέρθηκαν τελικά σε μεγαλύτερα κέντρα κράτησης στην ηπειρωτική Ελλάδα στις 20 Μαρτίου, όπου βρίσκονται σήμερα, ενώ εκκρεμούν αποφάσεις επιστροφής και δεν μπορούν να ζητήσουν άσυλο.
«Η Ελλάδα πρέπει τώρα να αλλάξει γρήγορα την πορεία της και να επιτρέψει σε όλους τους νεοαφιχθέντες να έχουν πρόσβαση σε διαδικασίες ασύλου και σε βασικές υπηρεσίες. Πρέπει να μεταφέρει τους ανθρώπους από τις εγκαταστάσεις κράτησης και τα υπερπλήρη στρατόπεδα σε επαρκή και ασφαλή καταλύματα. Η ταχεία εξάπλωση του Covid-19 έχει κάνει το ζήτημα ακόμα πιο επείγον», δήλωσε ο Μάσιμο Μοράτι
«Οι χώρες της Ευρώπης πρέπει να μεταφέρουν ουσιαστικά και αποτελεσματικά τους αιτούντες άσυλο και εγκαταστήσουν ξανά τους πρόσφυγες από την Τουρκία. Με τους σωστούς δημοσίους ελέγχους υγείες και με την ύπαρξη συνθηκών καραντίνας, ο Covid-19, δεν χρειάζεται να είναι ένα εμπόδιο το οποίο να παρέχει ασφάλεια στους ανθρώπους, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους».
πηγή: reader.gr