Αν ο ΠΑΟΚ, όπως όλα δείχνουν, χάσει τον Μπρέιθγουεϊτ επειδή προτίμησε τον Ολυμπιακό (και όχι κάποια ξένη μεγάλη ομάδα, που θα του έδινε περισσότερα χρήματα και καλύτερες προοπτικές), προφανώς θα είναι μια μεγάλη ήττα. Μια ήττα που θα διδάξει ότι όταν θέλεις πολύ έναν παίκτη και είσαι ο ΠΑΟΚ του Ιβάν πρέπει να βρίσκεις τρόπο να τον πείσεις χωρίς χρονοβόρες διαδικασίες.
Πέρα από αυτό, όμως, το πρόβλημα δεν είναι τόσο ότι θα χαθεί ένας μεταγραφικός στόχος, ούτε ότι ο παίκτης θα πάει στον Ολυμπιακό, όσο ότι ο ΠΑΟΚ έχασε υπερπολύτιμο χρόνο στο τεράστιο ζήτημα που λέγεται “απόκτηση σέντερ φορ”. Ηδη, θα αρχίσει τις επίσημες αγωνιστικές υποχρεώσεις του με τον Μπράντον και τον Σαμάτα και χωρίς τρίτη εναλλακτική λύση μετά τον δανεισμό του Τζίμα στη Νυρεμβέργη. Ούτε ο Λουτσέσκου το ήθελε αυτό, ούτε κανείς άλλος. Και, φυσικά, κανείς δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να προβλέψει πότε θα γίνει η επόμενη κίνηση, πότε θα αποκτηθεί ένας ικανός φορ και, το κυριότερο, πότε θα καταφέρει να γίνει στο 100% αφομοιωμένο μέλος της ομάδας, έχοντας προσαρμοστεί, έχοντας αντιληφθεί τη φιλοσοφία του προπονητή και έχοντας βρει “χημεία” με τους συμπαίκτες του.
Ως προς αυτόν καθ' αυτόν τον Μπρέιθγουεϊτ, ποτέ δεν πίστεψα ότι πρόκειται για σπουδαίο παίκτη. Αν εξαιρέσουμε την Μπαρτσελόνα, από την οποία πέρασε και δεν ακούμπησε, ποτέ δεν έπαιξε σε μεγάλη ομάδα και πηγαινοερχόταν από τη μία στην άλλη με δανεισμούς. Το κυριότερο είναι ότι σε 484 ματς στα οποία έπαιξε μέχρι τώρα στην καριέρα του, πέτυχε 127 γκολ με 34.310 λεπτά συμμετοχής. Δηλαδή πετύχαινε ένα γκολ μετά από 270 λεπτά. Για να σκοράρει ο (υποτίθεται) γκολτζής Μπρέθγουειτ χρειαζόταν να παίξει τρεις ολόκληρους αγώνες. Οσο για την Εθνική Δανίας, έχει 69 συμμετοχές και 10 γκολ. Ενα γκολ σε κάθε επτά αγώνες. Ε, δεν τα λες αυτά και σπουδαίες επιδόσεις…
Ζημιά για τον ΠΑΟΚ, όμως, είναι και η απώλεια του Μεϊτέ. Επίσης δεν πρόκειται για κάποιον μεγάλο άσο, επίσης είναι ένας παίκτης που πάει συνέχεια και παίζει δανεικός σε διάφορες ομάδες χωρίς να στεριώνει πουθενά, αλλά εδώ η διαφορά είναι ότι ο Λουτσέσκου τον έζησε επί μία σεζόν, τον αξιολόγησε ως απαραίτητο και ζήτησε την παραμονή του. Παρ’ όλα αυτά, ούτε ο Ρουμάνος θα κλάψει, ούτε και κανείς από εμάς αν τελικά δεν δεχτεί την πρόταση του ΠΑΟΚ, αλλά το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι χάθηκε υπερπολύτιμος χρόνος και η ομάδα έχει μείνει χωρίς έναν χαφ τύπου Μεϊτέ. Αν προσθέσουμε και το γεγονός ότι δεν αποκτήθηκε ούτε εξτρέμ, να αμέσως οι τρεις απαραίτητες μεταγραφές που δεν έγιναν ακόμη και ένας Θεός ξέρει πότε θα γίνουν και πότε όσοι αποκτηθούν θα ενταχθούν πλήρως στο σύνολο και τον τρόπο παιχνιδιού.
Με άλλα λόγια, μία από τα ίδια με τις καθυστερήσεις στις μεταγραφές, όπως όλα τα τελευταία χρόνια. Πάλι φέτος η περσινή ομάδα είναι εκείνη που καλείται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά στην προσπάθεια του ΠΑΟΚ να βρεθεί στην ελίτ του επόμενου Τσάμπιονς Λιγκ. Μοναδική προσθήκη ο Μαντί Καμαρά, που φως φανάρι είναι ότι ψάχνεται ακόμη να βρει τον καλό εαυτό του και τον ρόλο του στην ομάδα, πράγμα απολύτως φυσιολογικό. Πέρσι αυτό δεν κόστισε για το Κόνφερενς Λιγκ, ποιος όμως μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα κοστίσει τώρα που το διακύβευμα είναι πολύ πιο σπουδαίο από άποψη φήμης αλλά και εσόδων στο Τσάμπιονς Λιγκ; Κανείς...
ΥΓ. Η βοσνιακή Μπάνια Λούκα δεν είναι κάποιος σπουδαίος αντίπαλος για έναν “κανονικό” ΠΑΟΚ. Με λίγη προσοχή, ο ΠΑΟΚ θα περάσει στον επόμενο προκριματικό γύρο και θα κερδίσει χρόνο όσον αφορά την αγωνιστική ετοιμότητά του και τις μεταγραφές που χρειάζεται. Αυτός ακριβώς ο χρόνος, όμως, πρέπει οπωσδήποτε να αξιοποιηθεί, γιατί ήδη θα έχει μπει ο Αύγουστος και, συν τοις άλλοις, θα πλησιάζει και η έναρξη του Πρωταθλήματος. Θα είναι κρίμα η μεταγραφική ολιγωρία να δημιουργήσει από την αρχή προβλήματα που θα είναι δύσκολο να ξεπεραστούν. Πέρσι, ευτυχώς ξεπεράστηκαν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα ξεπερνιούνται πάντα.