Δεν υπάρχει ούτε μία έρευνα στην Ελλάδα που να βγάζει διαφορετικό αποτέλεσμα για το μεγαλύτερο πρόβλημα του νοικοκυριού. Είναι η ακρίβεια.
Οι συνέπειες είναι καταιγιστικές για τη μέση ελληνική οικογένεια, αλλά και για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Πρόσφατα το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών κατέληξε σε ένα συγκλονιστικό συμπέρασμα: Ενας στους δύο Ελληνες κόβει τις βασικές ανάγκες του!
Κι όμως: Η προεκλογική ατζέντα είχε εκατοντάδες θέματα συζήτησης, διαρκείς διαπιστωτικές αναφορές για την ακρίβεια και ούτε μία πρόταση για τη λύση του μεγαλύτερου προβλήματος της καθημερινότητας. Ακούσατε κάποιον πολιτικό να κάνει συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η ακρίβεια; Όχι!
Το Ινστιτούτο Μελετών της ΓΣΕΒΕΕ επιχείρησε μία έρευνα για το εισόδημα και τις δαπάνες διαβίωσης των νοικοκυριών.
Το συμπέρασμα; Λόγω της εκτίναξης των τιμών το μηνιαίο εισόδημα για περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά επαρκεί για μόλις 18 ημέρες.
Η Ενωση Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας της ΓΣΕΕ, στην έρευνα για τις τάσεις που επικρατούν στην καταναλωτική συμπεριφορά, διαπίστωσε ότι το 86% των καταναλωτών μείωσαν το ποσοστό θέρμανσης της κατοικίας τους, το 59% αποφεύγει να συντηρεί την κατοικία του, το 40% κάνει λιγότερο μπάνιο, το 74% μείωσε τη χρήση του φούρνου της ηλεκτρικής κουζίνας και το 77% τις μετακινήσεις με ΙΧ.
Η ακρίβεια δημιουργεί συνθήκες φτωχοποίησης κοινωνικών τάξεων που πριν από τρεις δεκαετίες αντιμετώπιζαν με άνεση την καθημερινότητα.
Δυστυχώς οι πολιτικοί ταγοί της χώρας ενδιαφέρονται για τις κοκορομαχίες, την εντυπωσιοθηρεία, τα κλισέ και τα γρήγορα συνθήματα. Λειτουργούν ως κονφερασιέ και στην καλύτερη περίπτωση ως δημοσιογράφοι. Διαπιστώνουν τα προβλήματα, κραυγάζουν για τις αδυναμίες του αντιπάλου και στο τέλος της ημέρας ουδεμία λύση προτείνουν.
Προφανώς είναι σημεία των καιρών. Όπως η μετάλλαξη του αγαπημένου τραγουδοποιού Διονύση Σαββόπουλου, ο οποίος ονειρεύεται κυβερνητικές αυτοδυναμίες αντί μετεκλογικών συνεργασιών. Ισως ξέχασε τον δικό του στίχο στον περίφημο «Πολιτευτή» του 1979:
«Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία
και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;
τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη
και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη».
Αλήθεια, πώς να πεις «καλό βόλι» όταν ο ναυαγοσώστης πιάνεται απ' τα μαλλιά του;