Η θέα της ουράς που σχηματίζουν τα αυτοκίνητα στην εθνική οδό Θεσσαλονίκης – Μουδανιών είναι αποκαρδιωτική για οδηγούς και συνεπιβάτες. Οι πινακίδες προδίδουν τη διαφορετική τους καταγωγή και παράλληλα την αφετηρία του ταξιδιού τους: Θεσσαλονίκη, Καβάλα, Αθήνα, Σκόπια, Βουλγαρία, Ρουμανία. Ο προορισμός όμως είναι για όλους κοινός.
Το Σάββατο που η θερμοκρασία είχε ανέβει ανυπόφορα εξαιτίας του καύσωνα «Κλέωνα», ήθελαν όλοι να δροσιστούν στις θάλασσες της Χαλκιδικής.
Για όσους το όνειρο της βουτιάς είχε μετουσιωθεί σε μια αναπαυτική ξαπλώστρα σε ένα από τα τουριστικά μέρη της Κασσάνδρας, του πρώτου δηλαδή ποδιού της Χαλκιδικής, η επιθυμία τους θα προσέκρουε στην ερώτηση των νέων ανδρών και γυναικών που κάθονταν στην είσοδο, επιφορτισμένοι με το καθήκον της υποδοχής των πελατών: «έχετε κάνει κράτηση;». Αν η απάντηση ήταν αρνητική, μπορεί να αναγκάζονταν μέχρι και να αποχωρήσουν, ψάχνοντας τη χαλάρωση σε κάποιο από τα επόμενα στέκια της περιοχής.
O «ιός» της Μυκόνου χτύπησε τη Χαλκιδική
Οι μεγάλες εγκαταστάσεις, ο πολύς κόσμος, η μουσική, το αλκοόλ και η υπόσχεση της πολυτέλειας θυμίζουν μεγάλα κλαμπ και κέντρα διασκέδασης.
«Είναι όλες οι ξαπλώστρες γεμάτες και έχουμε πέντε παρέες σε αναμονή. Οι κρατήσεις έχουν γίνει από Παρασκευή, δεν δεχόμαστε άλλες. Και την Κυριακή θα είναι το ίδιο με σήμερα», μας είπε χαρακτηριστικά η Παναγιώτα Μαραγκού, που βρίσκεται στην υποδοχή γνωστού μπιτς μπαρ της περιοχής.
Σε μια ακτίνα πολλών χιλιομέτρων η κατάσταση θα ήταν παρόμοια στα περισσότερα μπιτς μπαρ, τα οποία μετά τον κορωνοϊό έχουν αρχίσει να υιοθετούν τις πολιτικές αλλά και την αισθητική μεγάλων κλαμπ ή και μπουζουκιών, ενώ τιμολογιακά έχουν επηρεαστεί από την αύξηση που παρατηρείται σε όλο το τουριστικό προϊόν της χώρας το φετινό καλοκαίρι. Εχουν ελάχιστη τιμή κατανάλωσης ανά άτομο, χρεώνουν διαφορετικά ανάλογα με την εγγύτητα της ξαπλώστρας στην πίστα – θάλασσα, έχουν υποδοχή, μεγάλες εγκαταστάσεις και πάρα πολύ κόσμο που θέλει να διασκεδάσει με μουσική και αλκοόλ μέχρι το βράδυ.
Η Πετρούλα Κοκόγια δεν θα έκανε ποτέ το λάθος να μην κάνει κράτηση στο αγαπημένο της μπιτς μπαρ στην Κασσάνδρα. Η συγκεκριμένη ημέρα άλλωστε δεν ήταν ένα τυχαίο Σάββατο, αλλά το μπάτσελορ πάρτι της φίλης της, που ετοιμαζόταν να παντρευτεί. Eίχε επικοινωνήσει περίπου τρεις εβδομάδες πριν ώστε η ίδια και οι φίλες της να εξασφαλίσουν ομπρέλα και ξαπλώστρες δίπλα στο κύμα. Είχαν φέρει μπαλόνια, ένα λευκό πέπλο που θα φορούσε η μέλλουσα νύφη, αξεσουάρ και πολλά αντηλιακά. «Ψάχναμε κάτι που θα είναι κοντά στη Θεσσαλονίκη και θα είχε χορό και έντονη μουσική. Ενα πάρτι!», σημείωσε μιλώντας στην «Κ». Η ελάχιστη τιμή κατανάλωσης που χρεώθηκε η κάθε μια είναι 50 ευρώ, αλλά ήταν αποφασισμένες να καθίσουν στο μαγαζί μέχρι το βράδυ, ώστε να το κάνουν να αξίζει. «Εχουν αλλάξει όλα… προς τα πάνω. Ακρίβεια», σχολίασε.
Με μια γρήγορη ματιά στις πρώτες ξαπλώστρες, μετρούσες άλλα δύο μπάτσελορ πάρτι. «Πού αλλού να πηγαίναμε; Ο γάμος είναι Θεσσαλονίκη και το γιορτάζουμε όλοι μαζί. Είναι ωραία εδώ! Είσαι όλη ημέρα, πίνεις, τρως, ξαναπίνεις. Θα ξεπεράσουμε τα 50 ευρώ», είπε μια μέλλουσα νύφη, λίγες ξαπλώστρες μακριά.
Χρεώσεις από το πάρκινγκ
Αντίστοιχα, ωστόσο, έχουν αυξηθεί και οι χρεώσεις στα περισσότερα μαγαζιά, ώστε η ελάχιστη τιμή να καλύπτει περίπου έναν καφέ, ένα μικρό μπουκάλι νερό και ένα πιάτο με φαγητό. Για κάποια από τα μπιτς μπαρ η χρέωση ξεκινάει από το πάρκινγκ, το οποίο έχουν αποφασίσει να χρεώνουν και μάλιστα ανάλογα και με τη θέση που επιλέγεις να σταθμεύσεις: 3 ευρώ κάτω από τα πεύκα, 7 ευρώ στις λιγοστές θέσεις μπροστά από το μαγαζί και 10 ευρώ στις ακόμη λιγότερες κάτω από το ξύλινο υπόστεγο. Ανάλογα με την τοποθεσία αλλάζουν συχνά και οι τιμές εντός.
Οι ελάχιστες τιμές κατανάλωσης ξεκινούν από τα 15 και τα 20 ευρώ και μπορεί να φτάσουν στα ακριβότερα μαγαζιά μέχρι και τα 100 ευρώ ανά άτομο, αν επιλέξεις ξαπλώστρα που βρίσκεται στην ακριβότερη ζώνη, δηλαδή στο κέντρο και ακριβώς πάνω στο κύμα. «Εχουμε κάποιες ζώνες και χρεώνουμε ελάχιστες καταναλώσεις, τις οποίες κάποιος μπορεί να ξοδέψει όπως επιθυμεί. Δεν θέλουμε να χρεώνουμε ούτε ομπρέλα ούτε ξαπλώστρες. Δεν θέλουμε να χρεώνουμε τον λεγόμενο “αέρα”. Θέλουμε ο άνθρωπος που θα έρθει να ευχαριστηθεί τη φιλοξενία μας, τις παροχές μας και να ξοδέψει τα χρήματα εκτιμώντας όλη αυτή την προσπάθεια που κάνουμε», μας εξήγησε ο Σταύρος Κανδύλας, υπεύθυνος μπιτς μπαρ, για τον τρόπο που λειτουργεί το μαγαζί.
Από τα σταντ στο μπαρ μέχρι και την τελευταία ξαπλώστρα ο χώρος που ελέγχει είναι γεμάτος κόσμο. Το προσωπικό που απασχολείται για να τους εξυπηρετήσει όλους φτάνει τα 90 άτομα. «Ενα μικρό εργοστάσιο», σχολίασε. «Η ζήτηση έχει ξεπεράσει τις προσδοκίες μας. Ολα τα Σαββατοκύριακα μέχρι τις 25 Αυγούστου είμαστε ήδη κλεισμένοι», παραδέχθηκε ο κ. Κανδύλας, κάνοντας λόγο για μια χρονιά που δείχνει να κοντράρει και το 2019, που θεωρούνταν μέχρι στιγμής το καλύτερο έτος. Οπως ανέφερε, το μαγαζί, το οποίο αυτοχαρακτηρίζεται «luxurious beach bar» απευθύνεται σε όλο τον κόσμο. Ωστόσο, το 70% των πελατών του είναι ξένοι και κυρίως τουρίστες από τη Βόρεια Ευρώπη και τα Βαλκάνια, ενώ στο πελατολόγιό του περιλαμβάνονται και Ελληνες του εξωτερικού αλλά και αρκετοί Θεσσαλονικείς και Βορειοελλαδίτες. Το μαγαζί ξεκινάει ως μπιτς μπαρ και έπειτα όσο περνάει η ώρα μετατρέπεται σε μπιτς κλαμπ.
«Ακούσαμε ότι είναι το καλύτερο μέρος για τις παραλίες του και τα πάρτι», είπε ο 20χρονος Μπόμπι Καραϊλίεβ, που ήρθε από τη Βουλγαρία με τον φίλο του για διακοπές στη Χαλκιδική.
«Είναι η μοναδική παραλία με άμμο εδώ», σχολίασε η Δήμητρα Τεζαψίδου, που μαζί με την αδερφή της Μαριέλλα φόρεσαν τα καλά τους ρούχα παραλίας –επώνυμες τσάντες και αξεσουάρ– για να διασκεδάσουν το Σάββατο στο αγαπημένο τους μπιτς μπαρ. Το ντύσιμο και η προετοιμασία είναι και αυτά μέρος, όπως περιέγραψαν, της κουλτούρας της διασκέδασης στην παραλία. Φοιτήτρια η μία και νεαρή επαγγελματίας η δεύτερη, τις ρωτήσαμε πόσο εύκολα μπορεί να αντεπεξέλθει ένας νέος στα κόστη μιας τέτοιας εξόδου. «Εξαρτάται τι έχει να διαθέσει ο καθένας, εξαρτάται από τη συχνότητα που επιλέγεις να το κάνεις. Τα Σαββατοκύριακα που θα έχει κόσμο και περνάς πιο καλά, θα το κάνεις. Τις καθημερινές δεν ερχόμαστε».
Την ίδια ερώτηση απευθύναμε και σε δύο 19χρονες που ήταν εκεί. «Εμείς που δεν θα ανοίξουμε μπουκάλι, θα πληρώσουμε 15 ευρώ το άτομο. Αν ανοίγαμε μπουκάλι στο μπαρ και ήμασταν πέντε άτομα, θα πληρώναμε 20-25 ευρώ. Δεν ανοίγουμε συχνά», είπε η Ιωάννα Συμεωνίδου. Σύμφωνα με την ίδια, στο πρώτο πόδι της Χαλκιδικής με τόσο ωραία μπιτς μπαρ, δεν αξίζει να πας παραλία «εκτός μαγαζιού». Η φίλη της διαφωνεί. Ολα χρειάζονται.
Στα μπιτς μπαρ της περιοχής απασχολούνται εκατοντάδες άτομα προκειμένου να εξυπηρετηθούν όσο το δυνατόν καλύτερα όλοι οι πελάτες. Οι παραγγελίες περιλαμβάνουν από καφέ και χυμούς μέχρι φαγητό και ναργιλέδες.
Πηγή: kathimerini.gr
Ακολουθήστε τη σελίδα του metrosport.gr και στο google news.
Κάντε like στη σελίδα μας στο Facebook