Στις ενέργειες της ΕΔΑ ΘΕΣΣ για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης αναφέρθηκε σε συνέντευξή του στο energypress.gr ο Γενικός Διευθυντής της εταιρείας, Λεωνίδας Μπακούρας.
Όπως ανέλυσε, η εταιρεία κράτησε τα γραφεία εξυπηρέτησης ανοικτά σε όλες τις πόλεις, προχώρησε στην ηλεκτρονική εφαρμογή πολλών υπηρεσιών και διασφάλισε κατά 100% την λειτουργία και συντήρηση του δικτύου της. Επίσης, τόνισε σχετικά με την κρίση αυτή ότι "αποδείξαμε ότι είμαστε πολύ καλύτεροι από ότι ακόμη και εμείς οι ίδιοι πιστεύαμε ίσως, και αυτό με κάνει αισιόδοξο".
Ο κ. Μπακούρας δήλωσε παράλληλα ότι η ΕΔΑ ΘΕΣΣ έδειξε από την πρώτη στιγμή και έμπρακτα την στήριξή της, με δωρεές σε όλους τους Δήμους, τα νοσοκομεία και τις Αρχές της Θεσσαλονίκης και της Θεσσαλίας, των περιοχών δηλαδή, στις οποίες δραστηριοποιείται επαγγελματικά.
- Από το δικό σας τομέα δραστηριοποίησης, ποιο είναι το σημαντικότερο πρόβλημα που δημιουργεί η υγειονομική κρίση;
Δεν χωράει καμιά αμφιβολία ότι η πανδημία επηρέασε και ενδεχομένως θα επηρεάσει για μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμα, όλους τους τομείς της οικονομίας, συνεπώς και τον τομέα της ενέργειας. Απέναντι σ’ αυτή την πρωτόγνωρη διεθνώς κατάσταση, θα τολμήσω να σας πω ότι η ΕΔΑ ΘΕΣΣ δεν αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα στη λειτουργία της. Και αυτό γιατί, λάβαμε εξ αρχής όλα τα απαραίτητα μέτρα και φροντίσαμε να θωρακίσουμε την εταιρία, τους μετόχους της και τους καταναλωτές απέναντι σε κάθε απρόοπτο, διασφαλίζοντας την απρόσκοπτη λειτουργία και την αδιάλειπτη παροχή των υπηρεσιών διανομής.
Από την πρώτη στιγμή φροντίσαμε να είμαστε ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις. Θέσαμε ως πρώτη προτεραιότητα βέβαια την υγεία των εργαζομένων στην ΕΔΑ ΘΕΣΣ, των συνεργατών και των πολιτών, λαμβάνοντας όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα. Κρατήσαμε τα γραφεία εξυπηρέτησης ανοικτά σε όλες τις πόλεις, προχωρήσαμε στην ηλεκτρονική εφαρμογή πολλών υπηρεσιών μας και διασφαλίσαμε κατά 100% την λειτουργία και συντήρηση του δικτύου μας.
- Συνολικά για την ενεργειακή αγορά ποιοι είναι οι φόβοι σας για τις επιπτώσεις του κορωνοϊού;
Όπως είπα και πριν, η κρίση του κορωνοϊού επηρεάζει όλους τους τομείς της οικονομίας. Στη χώρα μας ωστόσο, δεν θα έλεγα ότι στην ενεργειακή αγορά διαμορφώθηκαν συνθήκες τέτοιες που να δικαιολογούν φόβους. Θεωρώ ότι ακόμη και αν σημειώνεται μια ανάσχεση στις εξελίξεις που την αφορούν (π.χ. ιδιωτικοποιήσεις κλπ.), αυτό είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο. Γενικά, είμαι αισιόδοξος κι η αισιοδοξία μου οφείλεται στο γεγονός ότι η Ελλάδα φρόντισε να οργανώσει νωρίς την άμυνά της απέναντι στην καινούργια αυτή κρίση.
- Θεωρείτε ότι η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα κληθούμε όλοι να κινηθούμε μετά την κρίση, επιτρέπει αισιοδοξία και προσδοκίες;
Σοβαροί αναλυτές στην Ελλάδα και διεθνώς, μας προετοιμάζουν για μια περίοδο ιδιαίτερα δύσκολη στην παγκόσμια οικονομία. Στην Ελλάδα, τα προβλήματα αναμένεται να είναι πιο έντονα, αν λάβει κανείς υπόψιν ότι, πρώτον η χώρα μόλις είχε ανακάμψει από την οικονομική κρίση που την ταλαιπώρησε τα προηγούμενα χρόνια και δεύτερον, ότι ο τουρισμός που σχεδόν «κράτησε» την οικονομία μας όλο αυτό το διάστημα, φέτος θα έχει σχεδόν αρνητική συμμετοχή στο εθνικό προϊόν.
Θέλω να πιστεύω ότι, παρ’ ολ’ αυτά, υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας. Αφ΄ ενός γιατί η χώρα μας κατάφερε, με πρωτόγνωρη θα έλεγα πειθαρχία, να αντέξει στη δεκαετία της οικονομικής κρίσης και να τα καταφέρει κι αφ’ ετέρου, γιατί η συμπεριφορά μας όλη αυτή την περίοδο, αποδεικνύεται τώρα ότι δεν ήταν συγκυριακή. Αυτό δείχνει η πειθαρχία με την οποία συμμορφωθήκαμε στα μέτρα που με αποφασιστικότητα πήρε άμεσα η ελληνική κυβέρνηση, γεγονός που επιβραβεύεται με κολακευτικά σχόλια παγκοσμίως.
Η πειθαρχία όλων μας, αλλά και η αποτελεσματικότητα της ελληνικής κυβέρνησης, τόσο στη διαχείριση της πανδημίας, όσο και στις προσφυγικές ροές, ένα επίσης σοβαρό διεθνές ζήτημα, εκπέμπουν ένα ηχηρό μήνυμα σταθερότητας που μπορεί να κεφαλαιοποιηθεί στο μέλλον.
Είναι αναμενόμενο λοιπόν, στο αμέσως προσεχές διάστημα, οι αγορές και οι επενδυτές από το εξωτερικό να δείξουν έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία.
Καταλήγω στο συμπέρασμα – και είμαι περήφανος γι’ αυτό – ό,τι αποδείξαμε ότι είμαστε πολύ καλύτεροι από ότι ακόμη και εμείς οι ίδιοι πιστεύαμε ίσως, και αυτό με κάνει αισιόδοξο.
- Το βεβαρημένο λόγω πανδημίας οικονομικό περιβάλλον θα επηρεάσει το επενδυτικό σας πρόγραμμα;
Εμείς συνεχίζουμε αταλάντευτοι την πορεία μας, η οποία άλλωστε, βασίζεται διαχρονικά σε πολύ ισχυρά και θετικά οικονομικά αποτελέσματα. Το πενταετές πρόγραμμα ανάπτυξης που έχουμε καταθέσει προς έγκριση στην ΡΑΕ, περιλαμβάνει επενδύσεις 140 εκ.€ στην Θεσσαλονίκη και την Θεσσαλία, με συνολική αύξηση του ποσοστού διείσδυσης στον πληθυσμό στο 74% στις περιοχές της Αδείας, και η εκτίμησή μου είναι πως δεν θα υπάρξουν αποκλίσεις.
Οι στέρεες βάσεις που έχουμε θέσει για την ανάπτυξη της εταιρείας και το αποτελεσματικό μάνατζμεντ, εγγυώνται υλοποίηση όλων των προγραμματισμένων επενδύσεων για το 2020 ισχυρή κερδοφορία και συνέχιση αυτής της πορείας μέχρι και τη λήξη της αδείας της, το 2043.
- Ποια είναι η εντύπωσή σας για τη διαχείριση της κρίσης στη χώρα μας. Για παράδειγμα, ως κλάδος βρήκατε από την πολιτεία ευήκοα ώτα ώστε να βρεθούν άμεσες λύσεις σε άμεσα προβλήματα;
Εθνική προτεραιότητα, σ’ αυτές τις δύσκολες καταστάσεις, είναι η διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας των δικτύων μεταφοράς και διανομής, χωρίς τα οποία δεν είναι δυνατόν να λειτουργούν η οικονομία και η κοινωνία. Η συνεργασία μας με την πολιτεία ήταν και παραμένει εξαιρετική και τώρα που η χώρα μας βιώνει αυτή την πρωτόγνωρη κρίση. Μη ξεχνάτε, ότι η ΕΔΑΘΕΣΣ έχει χαρακτηριστεί από την πολιτική ηγεσία «εταιρία – πρότυπο συνεργασίας του Δημοσίου με τον Ιδιωτικό τομέα».
- Πιστεύετε ότι η επιχειρηματική κοινότητα της χώρας μας ανταποκρίθηκε στο ρόλο της; Στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων;
Απολύτως! Η επιχειρηματική κοινότητα, όχι μόνο υπερασπίστηκε τον λειτουργικό της ρόλο με συνέπεια σε δύσκολες συνθήκες, αλλά έδειξε και το κοινωνικό της πρόσωπο, προσφέροντας μεγάλη στήριξη στις δομές υγείας, αλλά και γενικότερα. Η ΕΔΑ ΘΕΣΣ μάλιστα, έδειξε από την πρώτη στιγμή και έμπρακτα την στήριξή της, με δωρεές σε όλους τους Δήμους, τα νοσοκομεία και τις Αρχές της Θεσσαλονίκης και της Θεσσαλίας, των περιοχών δηλαδή, στις οποίες δραστηριοποιείται επαγγελματικά.
- Πως αξιολογείτε τον τρόπο που η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει το μεγάλο πρόβλημα χρηματοδότησης των πολιτικών αντιμετώπισης της κρίσης;
Τα αντανακλαστικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αλήθεια ότι δεν λειτούργησαν άμεσα. Πλην όμως, η συμφωνία στο πρόσφατο Eurogroup – ακόμη κι αν δεν είναι τόσο ικανοποιητική, όσο θα ήθελαν οι χώρες που πήραν την πρωτοβουλία να ζητήσουν την έκδοση ευρωομολόγου – αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για διεύρυνση του ευρωπακέτου οικονομικής βοήθειας.
Ευελπιστώ ότι η σύνοδος κορυφής των ευρωπαίων ηγετών στις 23 Απριλίου, θα φανεί περισσότερο γενναιόδωρη και θα αποτελέσει την απαρχή μιας Ευρώπης της αλληλεγγύης, που τώρα είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία για τους λαούς της Γηραιάς Ηπείρου.
- Πολλοί υποστηρίζουν ότι η υγειονομική κρίση ανέδειξε ένα πρόβλημα «διεθνούς ηγεσίας» και βλέπουν την ανάγκη επαναχάραξης κατευθύνσεων, ώστε, μεταξύ άλλων, να εξασφαλίζονται πόροι για οικουμενικά προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή ή οι πανδημίες. Πιστεύετε ότι μπορεί πράγματι η παρούσα κρίση να φέρει τέτοια αποτελέσματα;
Θα συνιστούσε «μυωπική συμπεριφορά», το να μην επισημάνει κανείς την απουσία «διεθνούς ηγεσίας» που χαρακτηρίζει τον σημερινό κόσμο. Βλέπει κανείς ανάγλυφη αυτή την έλλειψη στην επιπολαιότητα με την οποία αντιμετώπισαν αρχικά την πανδημία οι ηγεσίες των ΗΠΑ και της Βρετανίας. Αλλά και στην αδυναμία των ηγετών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ν’ ανταποκριθούν άμεσα στο αίτημα αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών την πανδημίας.
Μπορεί η παρούσα κρίση να φέρει αποτελέσματα; Θέλω να πιστεύω πως ναι, αν οι κοινωνίες που βλέπουν αυτό το πρόβλημα ν’ απειλεί την ευημερία τους, αξιολογήσουν σωστά τις ηγεσίες και τον τρόπο που οφείλουν να αντιδρούν, με ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, στη διαχείριση προβλημάτων με παγκόσμιες διαστάσεις.
Αισιοδοξώ ότι η παρούσα κρίση θα αντιμετωπιστεί από όλους μας συλλογικά, στο πλαίσιο μια παγκόσμιας αλληλεγγύης.
Προτεραιότητα ωστόσο, κάθε ηγεσίας, μετά το τέλος αυτής της κρίσης, είναι η συνέχιση της συνεργασίας της πολιτείας με την επιστημονική κοινότητα, η δυναμική στήριξη των επενδύσεων στο ΕΣΥ σε νέες βάσεις σταθερές και αποτελεσματικές, αλλά και ευρύτερα επενδύσεις για την ανάπτυξη και την τόνωση της οικονομίας.