Έβαλε το χρυσό μετάλλιο του Τόκιο στη θήκη του και ήξερε ότι η μεγάλη ώρα είχε έρθει. Τρία χρόνια αργότερα είχε μπροστά του μια νέα πρόκληση, ήθελε να ανέβει και πάλι στο πρώτο σκαλί του βάθρου και να γίνει ο πρώτος Έλληνας αθλητής του στίβου που κάνει το back to back στους Παραολυμπιακούς Αγώνες.
Στο μυαλό των γύρω του έμοιαζε ακατόρθωτο αλλά εκείνος ήξερε καλά τον εαυτό του και το απέδειξε από την πρώτη στιγμή που έκατσε στο βατήρα. Χρειάστηκε να βελτιώσει την ατομική του επίδοση τρεις φορές, δεν πτοήθηκε και φώναξε δυνατά «είμαι εδώ» μη επιτρέποντας στους αντιπάλους του να ονειρευτούν το πρώτο σκαλί. Η κούρσα είχε τελειώσει, το χρυσό ήταν και πάλι στα χέρια του.
Μπορεί στους θεατές να φάνηκε κάπως εύκολο, ο δρόμος του, όμως, είχε πολλά σκαμπανεβάσματα μέχρι το Παρίσι. Ο άνθρωπος που θα κρατούσε την άλλη άκρη του σχοινιού άλλαξε τρεις φορές μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα. Είχε βρει τα πατήματα του με τον Δημήτρη (Χρυσάφη) αλλά ο τραυματισμός του guide του, τον έφερε πάλι στο μηδέν. Τα έκανε όλα από την αρχή. Πολλές δοκιμές, η μια αλλαγή έφερνε την άλλη. Γνώριζε, όμως, ότι ο αθλητισμός έχει και «λακκούβες» και αν ήθελε το χρυσό, θα έπρεπε να μείνει προσηλωμένος στο στόχο του.
«Δεν ήταν η πρόκριση δύσκολη αλλά η ψυχολογία της φετινής χρονιάς. Είχα τραυματιστεί στο Πανελλήνιο και λίγο έλειψε να χάσουμε και το Παγκόσμιο. Εν τέλει, αγωνισθήκαμε και πήγαν όλα καλά. Τρέξαμε και κερδίσαμε στο Παγκόσμιο, το βρήκαμε. Ο Δημήτρης τραυματίστηκε, προσπάθησα να το βρω με τον Θοδωρή (Βροντινό), δεν το βρήκαμε και τώρα είμαι με τον Γιάννη (Νυφαντόπουλο). Η αλήθεια είναι ότι το Παγκόσμιο ήταν αποτυχία και στη Γαλλία και στο Πανελλήνιο δεν πήγαμε καλά. Ήταν δύσκολο ψυχολογικά αλλά τώρα όλα τα ξεχνάς και εστιάζεις στο στόχο που είναι οι Παραολυμπιακοί Αγώνες», όπως εκμυστηρεύτηκε στο metrosport.gr λίγο πριν την αναχώρηση του για τη Γαλλία.
Άλλοι στη θέση του, ίσως, και να μην είχαν την πυγμή και τη δύναμη να αρχίσουν πάλι από την αρχή. Εκείνος έβλεπε απλά το στόχο του που γυάλιζε, έβαλε το κεφάλι κάτω και δούλεψε σκληρά. Μπορεί να χρειάστηκε να αλλάξει πόδι εκκίνησης, να μάθει στον εαυτό του να ξεκινά με το «κακό» του πόδι, να έκανε πολλές δοκιμές στην προπόνηση για να μπορέσει να συγχρονιστεί με τον Γιάννη (Νυφαντόπουλο) αλλά ήθελε να γίνει ξανά χρυσός Παραολυμπιονίκης. Εξάλλου, αυτό είχε ζητήσει από τον προπονητή του, Νέστορα Κολοβό, όταν του είχε ζητήσει να τον αναλάβει.
Ο στίβος έγινε κομμάτι του
Η μυρωδιά του ταρτάν τον γοήτευε, έμοιαζε με το καλύτερο άρωμα του κόσμου. Από μικρό παιδί όταν πήγαινε στο γήπεδο στίβου, ένιωθε σα να βρίσκεται στο σπίτι του. Ήταν τόσο οικείο το περιβάλλον και ένιωθε ασφαλής μέσα σε αυτό. Έκανε μήκος, δοκίμασε 100μ και 200μ ενώ γελά κάθε φορά που σκεφτόταν τον εαυτό του στις μεγάλες αποστάσεις. Στο Λύκειο αποφάσισε να ακολουθήσει τον στίβο, άρχισε πιο εντατικές προπονήσεις και έθεσε στόχο να γίνει το «αφεντικό» των σπριντ.
Για να ανέβει στην κορυφή, χρειαζόταν έναν άνθρωπο να τον καθοδηγήσει. Ο Νέστορας Κολοβός φάνταζε ο ιδανικός και ο Νάσος χωρίς να διστάσει, τον πλησίασε και του ζήτησε να τον κάνει πρωταθλητή. Ο Έλληνας προπονητής τον κοίταξε απορημένος αλλά διέκρινε μια φλόγα μέσα του και αποδέχθηκε την πρόκληση. Του εξήγησε ότι ο στόχος του ήταν μεγάλος και για να τον πετύχει θα έπρεπε να δουλέψει σκληρά και να είναι προσηλωμένος στο στόχο του. Ο Νάσος του υποσχέθηκε να είναι υπάκουος και να εκτελεί οτιδήποτε του λέει, όχι μία αλλά δύο φορές.
Η συμφωνία επετεύχθη και άμεσα άρχισαν οι προπονήσεις. Ο Γκαβέλας τήρησε την υπόσχεση του, δούλευε σκληρά καθημερινά, έκανε ό,τι χρειαζόταν για να βελτιώσει τη φυσική κατάσταση, την αντοχή, την ταχύτητα του. Δεν έφερε ποτέ αντίρρηση. Απλά άκουγε και εκτελούσε. Σιγά σιγά οι κόποι του άρχισαν να αποδίδουν και καρπούς και η αλήθεια είναι ότι αν κοιτάξει κανείς τη συλλογή του θα βρει χρυσό σε Ευρωπαϊκό και Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, πανευρωπαϊκό και παγκόσμιο ρεκόρ στα 100μ, 200μ και 60μ κάτοχος του πανευρωπαϊκού και του παγκόσμιου ρεκόρ στα 100μ, στα 200μ και στα 60μ. και δυο χρυσά Παραολυμπιακά μετάλλια.
Έχει ανέβει στην κορυφή και εύλογα κάποιος θα σκεφτόταν μα γιατί τρέχει ακόμη; Ποιο το κίνητρο του; Η απάντηση βρίσκεται στο χαμόγελο του κάθε φορά που μπαίνει στο στάδιο για προπόνηση ή κάθεται στο βατήρα για μια κούρσα. Αγαπά αυτό που κάνει, κάθε αγώνας τον γεμίζει και η όλη διαδικασία φαντάζει μαγική.
Έχασε σταδιακά την όραση του εξαιτίας ενός γονιδίου
Κάπου στα 10 του χρόνια, άρχισε να έχει προβλήματα με την όραση του. Άρχισε να μη βλέπει καλά στον πίνακα του σχολείου, τα γράμματα στα βιβλία ενώ δυσκολευόταν να παίζει ποδόσφαιρο και τένις. Δεν έβλεπε το μπαλάκι. Αρχικά πίστευε ότι είχε μυωπία και άρχισε να γελά με αυτό. Ανέφερε το πρόβλημα στους γονείς του και εκείνοι απευθύνθηκαν σε έναν γιατρό. Μετά από πολλές εξετάσεις και αρκετή αγωνία αποδείχθηκε ότι λόγω ενός γονιδίου είχε μια εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς και άρχισε σιγά σιγά να μη βλέπει.
«Το πρόβλημα μου άρχισε από την ηλικία των 10. Έχω μια γονιδιακή ασθένεια, το ένα γονίδιο το έχει η μητέρα μου και το άλλο ο πατέρας μου και είναι υπολειπόμενα, ενώθηκαν σε μένα και εκδηλώθηκε με αυτό τον τρόπο. Είχα μια εκφύλιση του αμφιβληστροειδούς και σιγά σιγά άρχισα να μη βλέπω. Δεν ήξερα τι είναι. Θυμάμαι ότι πήγαινα στο σχολείο ή σε κάποια άλλη μέρη και δεν έβλεπα καλά. Σκεφτόμουν ότι απέκτησα μυωπία. Όσο περνούσε ο καιρός άρχισα να μη βλέπω τόσο καλά και τα γράμματα στα βιβλία στο σχολείο και συλλάβιζα. Προσπαθούσα να δω το επόμενο γράμμα αλλά δεν μπορούσα.
Η δασκάλα μου αναρωτιόταν γιατί το κάνω αυτό και οι φίλοι μου μού έλεγαν να σταματήσω την πλάκα. Ήμουν πειραχτήρι, καθόμουν και στο τελευταίο θρανίο και νόμιζα ότι τους κοροϊδεύω (γέλια). Δυσκολευόμουν στο ποδόσφαιρο, δεν έβλεπα το μπαλάκι του τένις, δεν μπορούσα να παίξω στο PlayStation. Έτσι αρχίσαμε να το ψάχνουμε. Μπήκαμε στη διαδικασία εξετάσεων και οι γιατροί μου πήραν αίμα, έκαναν γονιδιακό έλεγχο και βρήκαμε τι έχω. Το ίδιο έκαναν και όλα τα μέλη της οικογένειας μου γιατί δεν το είχε κανείς άλλος και έπρεπε να ελεγχθούν. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι να βρεθεί ο κατάλληλος γιατρός, είχα κουραστεί από τη διαδικασία αλλά ήθελα να μάθω και τι μου συνέβαινε, όπως και οι γονείς μου» όπως είχε εξηγήσει στο metrosport.gr.
Η διάγνωση και το αποτέλεσμα έφεραν αρκετές αλλαγές στη ζωή του. Οι δικοί του άνθρωποι δεν άλλαξαν τον τρόπο συμπεριφοράς τους απέναντι του, συνέχισαν να του φέρονται όπως και πριν, απλά φρόντιζαν να τον προσέχουν λίγο περισσότερο. Στη συνομιλία μας πριν ένα χρόνο έτυχε να βρίσκεται ο αδερφός του δίπλα του και όταν του έγινε η σχετική ερώτηση, απάντησε γρήγορα και γελώντας: «Δεν άλλαξε κάτι για εμάς. Ο Νάσος παρέμεινε ο ίδιος απλά τώρα χρειάζεται μεγαλύτερη προσοχή γιατί είναι ο «μικρούλης» μας. Όχι κάτι ιδιαίτερο».
Κάποιοι συμμαθητές του, όμως, δεν είχαν την ίδια άποψη. Η συμπεριφορά τους άλλαξε όταν έμαθαν ότι ο Νάσος έχασε την όραση του. Στεναχωρήθηκε αλλά το χαμόγελο του επέστρεψε ξανά και σε αυτό βοήθησαν οι καλοί του φίλοι, οι κολλητοί του, που τον στήριξαν σε κάθε βήμα και συμπεριφερόταν σα να μην είχε αλλάξει τίποτα. Κάτι που παραδέχθηκε και ο Νάσος: «Με ενόχλησε η συμπεριφορά κάποιων συμμαθητών μου. Άλλαξαν όταν έμαθαν ότι δεν βλέπω. Με στεναχώρησε αυτό γιατί δεν είχε αλλάξει κάτι για μένα. Εντάξει, δεν έβλεπα αλλά έκανα τα πάντα όπως και πριν. Ωστόσο, εκεί φαίνονται οι αληθινοί φίλοι. Η παρέα μου, οι κολλητοί μου με στήριξαν και με στηρίζουν μέχρι και σήμερα. Δεν έχει αλλάξει τίποτα για αυτούς».
Οι διακοπές σε μοναστήρι και το πτυχίο ψυχολογίας
Εκτός ταρτάν ο Νάσος Γκαβέλας είναι ένας απλός άνθρωπος. Προσπαθεί να προσαρμοστεί στους δρόμους της Αθήνας, να μην πέφτει πολλές φορές και να ακούει τα φανάρια για να μην κινδυνεύσει από κάποιο όχημα. «Δεν είναι ιδιαίτερα εύκολη η πρόσβαση σε πολλά κομμάτια αλλά γίνονται βελτιώσεις. Είμαι όρθιος και όχι σε αμαξίδιο και ίσως, να είναι πιο βατό για εμένα. Τα ηχητικά φανάρια έχουν αυξηθεί σε πολλές περιοχές της Αθήνας. Θα ήθελα να υπάρχει και ένα σημάδι για να καταλαβαίνεις πότε τελειώνει το ένα σκαλοπάτι και αρχίζει το άλλο στα διάφορα κτίρια που έχουν σκάλες. Να μπορώ να το καταλάβω και να μην πέσω. Γενικά, όμως, γίνονται βήματα και αυτό είναι καλό» υποστήριξε ο ίδιος.
Δεν ασχολείται μόνο με τα σπριντ αλλά έχει φροντίσει να εκπαιδευτεί και να πάρει το πτυχίο του στην ψυχολογία. Του αρέσει να προσφέρει και θέλει να βοηθά τους ανθρώπους με αναπηρία. Δεν μπορεί να αντισταθεί σε ένα γιουβέτσι στον ξυλόφουρνο και απολαμβάνει να βλέπει παιδικά.
Στις διακοπές του προτιμά να απομονώνεται με τους μοναχούς για να ηρεμήσει το μυαλό του και να γαληνέψει η ψυχή του. Η ζωή στο μοναστήρι είναι ήσυχη και σε βοηθά να έχεις πειθαρχία, κάτι που είναι απαραίτητο στον πρωταθλητισμό, όπως παραδέχθηκε:«Η καθημερινότητα μου έχει ένταση και στις διακοπές θέλω να χαλαρώσει η ψυχή και το μυαλό μου. Με τους μοναχούς νιώθω ηρεμία και ελευθερία. Μου μεταδίδουν μια γαλήνη. Με γεμίζει η παρέα τους και ο τρόπος ζωής τους. Μαθαίνεις από την πειθαρχία που έχουν και πιστεύω ότι σε αυτό το κομμάτι ταιριάζουν πολύ με τον πρωταθλητισμό. Πρέπει να είσαι πειθαρχημένος για να γίνεις πρωταθλητής».