Με τις περισσότερες «κακές» λέξεις να έχουν χάσει πλέον μέρος της σφοδρότητάς τους, όλο και περισσότεροι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις βρισιές στον καθημερινό τους λόγο, όχι απλά ως μια αντίδραση στον θυμό, αλλά ως μια νέα μορφή επικοινωνίας.
Οι βρισιές είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Από την Ανταρκτική, έως τα χωριά της Κρήτης και την Νέα Ορλεάνη έως τα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ, δεν υπάρχει πολύ απλά ένας άνθρωπος που να μην χρησιμοποιεί αυτές τις «κακές» λέξεις, οι οποίες όσο και αν διαφέρουν, απαντώνται σε όλες τις γωνιές της γης. Και φυσικά αυτό δεν αποτελεί καινούργιο φαινόμενο, καθώς οι βωμολοχίες υπήρχαν στους αρχαίους μας πολιτισμούς, συντροφεύοντας το λεξιλόγιο των προγόνων μας, ξεκινώντας από τον Αριστοφάνη που έβαζε την χυδαιολογία ως βασικό στοιχείο των έργων του. Τι μπορεί να άλλαξε όμως από τότε; Αν και οι βωμολοχίες λοιπόν συνεχίζουν να συνυπάρχουν με την εξέλιξή μας ως είδος, φαίνεται πλέον ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι τις χρησιμοποιούν ως σημείο αναφοράς: για παράδειγμα το 72% των ανδρών και το 58% των γυναικών στις Ηνωμένες Πολιτείες βρίζουν δημόσια, σύμφωνα με έρευνα από τη Σχολή Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, Πανεπιστήμιο Ulster.
Τα παραπάνω ποσοστά, αν και παίρνουν διαφορετικές τιμές, ουσιαστικά είναι εξίσου αυξημένα στις κοινωνίες του πλανήτη μας, εκεί όπου πλέον η βρισιά, ως γλωσσικό φαινόμενο, εξυπηρετεί διάφορους σκοπούς που κυμαίνονται από τη συναισθηματική έκφραση έως τον κοινωνικό δεσμό. Τι μπορεί όμως να προκαλεί αυτή την αλλαγή στη γλωσσική μας συμπεριφορά και πως άραγε μας επηρεάζει αυτή η επικράτηση της βωμολοχίας;
Βρίζοντας στην Αρχαία Ελλάδα
Κόβαλος (παράσιτο), κάσσωρις (εκδιδόμενη γυναίκα), γυναικοπίπης (μπανιστιρτζής) και πόσθων (άνδρας με μεγάλα γεννητικά όργανα). Αυτές ήταν μερικές μόνο από τις βρισιές της Αρχαίας Ελλάδας, οι οποίες αν και είχαν παρόμοιο στόχο με τις σημερινές, ήταν λιγότερο αποδεκτές από το κοινωνικό σύνολο. Το υβρεολόγιο χρησιμοποιήθηκε λοιπόν από πολλούς αρχαίους κωμωδιογράφους, όπως ο Αριστοφάνης ή ο Ευριπίδης, οι οποίοι ενσωμάτωναν μέσα στις τραγωδίες τους τις βωμολοχίες. Είτε ως μέσο άσκησης αυστηρής κριτικής, ως σάτιρας ή απλά ως μια μορφή κάθαρσης, οι ποιητές και τραγωδοί χρησιμοποιούσαν συχνά αυτού του είδους την φρασεολογία. Μάλιστα ο Αριστοφάνης, ως μέγας χυδαιολόγος, κινδύνευσε τρεις φορές να χάσει τα δικαιώματά του ως Αθηναίος εξαιτίας των λόγων του, παραμένοντας τελικά αλώβητος.
Παρομοίως αυτές οι βρισιές συναντώνται και σε πολλούς εορτασμούς και έθιμα της εποχής, με γνωστότερα εκείνα για τον εορτασμό του Διονύσου, αλλά και γενικά στο γραπτό λόγο. Πιο συγκεκριμένα, στα ομηρικά έπη γενικά συναντάται διάσπαρτο υβρεολόγιο. Για παράδειγμα, στην Ιλιάδα, στην Αριστεία του Αχιλλέα - Θεομαχία, στο σημείο όπου επρόκειτο να συγκρουστεί ο Απόλλωνας με τον Ποσειδώνα, παρεμβαίνει η αδελφή του πρώτου η Άρτεμις, και γι' αυτό αποσπά την συμπάθεια της Ήρας που την αποκαλεί "σκύλα ξεδιάντροπη", ενώ λίγο πριν ξεστόμισε για την Αφροδίτη τη βρισιά "σκυλόμυγα".
Η βρισιά του σήμερα
Από τότε οι βρισιές έχουν αλλάξει κατά πολύ. Σίγουρα αν κάποιος σας αποκαλούσε σκυλόμυγα σήμερα, θα παραξενευόσασταν και πιθανότερο να γελάγατε. Αυτό συμβαίνει γιατί οι βωμολοχίες εξελίσσονται με την πάροδο του χρόνου, όπως ακριβώς και εμείς. Η αναπτυσσόμενη φύση της γλώσσας μας συμβάλλει ουσιαστικά σε αλλαγές στη σημασία και την ισχύ των βρισιών με την πάροδο του χρόνου. Λέξεις που κάποτε θεωρούνταν ταμπού μπορεί να χάσουν την σοκαριστική τους ιδιότητα, καθώς οι κοινωνικές στάσεις και τα πρότυπα μεταβάλλονται. Αντίθετα, νέοι όροι μπορεί να εμφανιστούν για να αντικαταστήσουν τους ξεπερασμένους, αντανακλώντας τις σύγχρονες ευαισθησίες και τα πολιτιστικά πλαίσια. Αυτή η γλωσσική εξέλιξη αναδεικνύει τη δυναμική φύση της γλώσσας και την ανταπόκρισή της στις κοινωνικές αλλαγές.
Σήμερα, οι περισσότερες σύγχρονες βρισιές εμπίπτουν σε τρεις κατηγορίες: θρησκεία, σεξ και σωματικές εκκρίσεις. Στις μέρες μας για παράδειγμα, η κατηγορία της θρησκείας είναι πιθανό να προσβάλλει λιγότερο τους ανθρώπους από ό,τι οι λέξεις της κατηγορίας των εκκρίσεων ή του σεξ, καθώς τα θρησκευτικά πιστεύω αμβλύνονται και η πίστη δεν ταυτίζεται πλέον άμεσα με την υβρεολογία. Παρομοίως για την νέα γενιά, η λέξη «γαμώτο» δεν είναι τόσο προσβλητική. Ο λόγος για τους millennials και τη γενιά Z που βρίσκουν τις λέξεις «nigga» πιο προσβλητική και η πιο ταμπού από όλες τις λέξεις του λεξιλογίου της.
Για να καταλάβουμε όμως αυτή την αλλαγή, πρέπει πρώτα να αντιληφθούμε ότι πλέον έχει αλλάξει και ο λόγος για τον οποίο χρησιμοποιούμε τις βρισιές. Οι κοινωνιολόγοι πιο συγκεκριμένα, χωρίζουν τις βρισιές σε τρεις κατηγορίες. (Α) βρισιές ενόχλησης: χρήση για συναισθηματική εκτόνωση και ανακούφιση από το άγχος, π.χ. όταν χτυπάτε κατά λάθος τον αντίχειρά σας με ένα σφυρί ή σας πέφτει ένα ακριβό βάζο στο πάτωμα, (Β) βρισιές κατάχρησης: σχεδιασμένες για να προσβάλλουν και να θίξουν και (Γ) κοινωνικές βρισιές: για να εκφράσουμε χαρά ή θυμό, λεκτική έμφαση, χιούμορ ή κοινωνικό δέσιμο και για να δείξουμε την ταυτότητά μας. Αν και είναι δύσκολο να βιώσει κανείς σημαντική βλάβη από την ενοχλητική βρισιά ή την ήπια κοινωνική βρισιά, που είναι οι πιο συνηθισμένες μορφές βωμολοχίας, η καταχρηστική βρισιά είναι αναμφίβολα κακή και μπορεί μόνο να επιδεινώσει ή να κλιμακώσει τα αρνητικά συναισθήματα και τη συμπεριφορά των εμπλεκομένων.
Γιατί βρίζουμε τόσο πολύ πλέον;
Η επικράτηση της βρισιάς στο σύγχρονο διάλογο εγείρει ερωτήματα σχετικά με τις κοινωνικές επιπτώσεις της. Ένας λόγος λοιπόν για την αυξανόμενη χρήση των βρισιών θα μπορούσε να αποδοθεί στην κανονικοποίησή τους στη λαϊκή κουλτούρα, τα μέσα ενημέρωσης και τις διαδικτυακές πλατφόρμες. Η έκθεση στη βωμολοχία μέσω διαφόρων μορφών ψυχαγωγίας και κοινωνικών μέσων ενημέρωσης έχει απευαισθητοποιήσει πολλά άτομα στις επιπτώσεις της, οδηγώντας στην ευρεία αποδοχή και ενσωμάτωσή της στον καθημερινό λόγο.
Ωστόσο, δεν υφίστανται όλες οι βρισιές τον ίδιο βαθμό μετασχηματισμού ή αποδοχής. Ορισμένες βρισιές, ιδίως εκείνες που απευθύνονται σε περιθωριοποιημένες ομάδες με βάση τη φυλή, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή άλλα χαρακτηριστικά, διατηρούν την προσβλητικότητά τους και δικαίως καταδικάζονται από την κοινωνία. Η αυξημένη ευαισθησία απέναντι σε αυτές τις προσβολές, ιδίως μεταξύ των νεότερων γενεών, όπως η γενιά Z, αντανακλά την αυξανόμενη ευαισθητοποίηση σε θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης και τη δέσμευση για συμμετοχικότητα και σεβασμό. Αντίθετα, οι ύβρεις που στοχεύουν σε περιθωριοποιημένες ομάδες φέρουν το βάρος της ιστορικής καταπίεσης και των διακρίσεων, καθιστώντας τις εγγενώς πιο οδυνηρές και προσβλητικές. Η γενιά Z, γνωστή για τη δέσμευσή της στην κοινωνική δικαιοσύνη και την ισότητα, είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στον αντίκτυπο της γλώσσας στις περιθωριοποιημένες κοινότητες. Ως αποτέλεσμα, οι υποτιμητικοί όροι που στοχεύουν στη φυλή, την ταυτότητα φύλου, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την αναπηρία αντιμετωπίζονται με ταχεία καταδίκη και κοινωνικές συνέπειες.
Η επιρροή της βρισιάς
Πέρα από τα παραπάνω όμως ο λόγος για τον οποίο βρίζουμε έχει να κάνει με το τι απελευθερώνουμε χρησιμοποιώντας αυτές τις λέξεις. Πιο συγκεκριμένα, εργαστηριακές έρευνες έχουν δείξει ότι η βρισιά βοηθούν την προσοχή και την ικανότητα της μνήμης μας. Αυξάνουν επίσης τις αυτόνομες και φυσιολογικές αντιδράσεις, για παράδειγμα, αυξάνουν τον καρδιακό ρυθμό και τον ρυθμό αγωγιμότητας του δέρματος. Το βρίσιμο επιπλέον, ενισχύει την ανακούφιση από τον πόνο – υποαλγησία, βελτιώνει τη μυϊκή δύναμη και την αντοχή μας σε σύγκριση με τη χρήση ουδέτερων λέξεων. Αντίστοιχα, η βρισιά μεταξύ φίλων ενισχύει τη συντροφικότητα και αυξάνει την εμπιστοσύνη, ενώ επίσης κερδίζει την προσοχή και χρησιμοποιείται για να δώσει έμφαση.
Μέρος της δύναμης των βωμολοχιών μπορεί να αποδοθεί στον ήχο τους. Πολλές βρισιές περιέχουν για παράδειγμα, σύμφωνα που εμποδίζουν τη ροή του αέρα έξω από το στόμα. Ωστόσο, μια άλλη εξήγηση είναι ότι η χρήση τιμωρίας κατά την παιδική ηλικία για να σταματήσει την χυδαιολογία, μας δημιουργεί μια ενστικτώδη σύνδεση μεταξύ της βρισιάς και της συναισθηματικής αντίδρασης.
Ωστόσο, αν και πλέον οι βρισιές εξυπηρετούν διάφορες λειτουργίες, από τη συναισθηματική έκφραση έως τον κοινωνικό δεσμό, η χρήση τους πρέπει να λαμβάνει υπόψη το πλαίσιο και την ευαισθησία απέναντι στις διάφορες ομάδες. Καθώς η γλώσσα εξελίσσεται, το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με την κατανόηση της δύναμης των λέξεων και του αντίκτυπού τους στους άλλους.
Πηγή:protothema.gr