Τα νέα δεδομένα που δημιούργησε η ενεργειακή κρίση, οι καινούριες συνήθειες των καταναλωτών και οι διατροφικές τάσεις που ανεβαίνουν διεθνώς αναδιαμορφώνουν το τoπίο στην αγορά των γαλακτοκoμικών.
Έπειτα από ένα δύσκολο, για τον κλάδο, 2022, με υψηλές τιμές σε πρώτες ύλες και ενέργεια που εκτόξευσαν το κόστος παραγωγής, οι επιχειρήσεις καλούνται να προσαρμοστούν στις καινούριες συνθήκες που διαμορφώνονται για ακόμη μία φορά στην αγορά.
Μεταξύ αυτών, στη στροφή πολλών καταναλωτών προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, λόγω της ακρίβειας, η οποία αποτυπώθηκε στα μερίδια πωλήσεων των επώνυμων προϊόντων με απώλειες και παράλληλα, αύξηση των αντίστοιχων private lebel. Αλλά και στις διαρκώς ανερχόμενες τάσεις που αφορούν σε προϊόντα που σχετίζονται για παράδειγμα με την καλή διατροφή και υγεία ή τη vegan διατροφή.
Οι τελευταίες κινήσεις των μεγάλων «παικτών»
Οι κινήσεις που καταγράφονται τους τελευταίους μήνες από πλευράς των μεγάλων ελληνικών γαλακτοβιομηχανιών αφορούν τόσο σε επέκταση και επενδύσεις σε νέα προϊόντα όπως και σε καινούριες αγορές αλλά και σε αναδιοργάνωση που αφορά στο εσωτερικό τους.
Πριν από λίγες μέρες ανακοινώθηκε η ολοκλήρωση της συγχώνευσης της Vivartia με τη μητρική της εταιρεία, Venetiko Holdings, κίνηση με την οποία οι γαλακτοβιομηχανίες ΔΕΛΤΑ και Δωδώνη μπαίνουν και επίσημα κάτω από την ίδια «ομπρέλα» της Vivartia Συμμετοχών. Υπενθυμίζεται ότι η Venetiko Holdings αποτελεί την εταιρεία που είχε συστήσει το αμερικανικό fund CVC και η οποία εξαγόρασε το 2021 το πλειοψηφικό πακέτο της Δωδώνη. Το CVC είχε αποκτήσει νωρίτερα το ίδιο έτος, τον έλεγχο της Vivartia στην οποία ανήκει η ΔΕΛΤΑ.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση «η συγχώνευση των δύο εταιρειών, εξυπηρετεί την απλοποίηση των λειτουργιών του ομίλου». Κάτι που ουσιαστικά συνεπάγεται και ευκολότερες διαδικασίες σε ενδεχόμενες συμπράξεις μεταξύ των δύο εταιρειών σε προϊόντα που αποτελούν τα ισχυρότερα προϊόντα για την καθεμία. Αξίζει επίσης να σημειωθεί η στόχευση που κάνει η ΔΕΛΤΑ σε νέες κατηγορίες προϊόντων και σε διάφορες επιλογές υγιεινής γευστικής προσιτής διατροφής, προσδοκώντας να αποτελεί μία σύγχρονη και ολοκληρωμένη εταιρεία τροφίμων.
Στην «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» (γνωστή με το σήμα «Όλυμπος») ο χρόνος μετρά αντίστροφα για να επανα-λανσάρει στην αγορά τα προϊόντα με το σήμα ΑΓΝΟ, κάνοντας την αρχή από τη Βόρεια Ελλάδα. Υπενθυμίζεται ότι η θεσσαλική βιομηχανία έχει αποκτήσει σε σχετικό πλειστηριασμό το 2022 τα περιουσιακά στοιχεία και τα εμπορικά σήματα της ΑΓΝΟ. Την ίδια στιγμή ο Όμιλος επενδύει και στο χαλούμι έχοντας αποκτήσει ποσοστό 49% του μετοχικού κεφαλαίο της κυπριακής βιομηχανίας γαλακτοκομικών προϊόντων «Κουρούσιης» αλλά και κατασκευάζοντας νέο υπερσύγχρονο εργοστάσιο χαλουμιού στην Κύπρο.
Για τη γαλακτοβιομηχανία Κρι-Κρι, όπως επισημαίνεται και στα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2023, προκύπτει όφελος από τη στροφή των καταναλωτών στα γιαούρτια ιδιωτικής ετικέτας καθώς η ίδια αποτελεί τον μεγαλύτερο παραγωγό για την εγχώρια αγορά γιαουρτιών PL. Παράλληλα σημαντικός πυλώνας ανάπτυξής της είναι οι εξαγωγές και προς την κατεύθυνση αυτή υλοποιεί επενδύσεις, προκειμένου να ανταπεξέλθει στην αυξανόμενη ζήτηση.
Στη φέτα και τις εξαγωγές της σε αγορές όπου καταγράφουν μεγάλη ανάπτυξη ποντάρει από την πλευρά της η ΜΕΒΓΑΛ, η οποία «τρέχει» επένδυση ύψους 20 εκατ. ευρώ για την επέκταση των υποδομών και την αναβάθμιση του μηχανολογικού εξοπλισμού στη μονάδα παραγωγής της. Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα πως οι ΗΠΑ αποτελούν πλέον για την εταιρεία τη μεγαλύτερη αγορά σε πωλήσεις εκτός Ελλάδας με τις εξαγωγές της στη χώρα - κυρίως με τη βιολογική φέτα- να φτάνουν πλέον τα 9 εκατ. ευρώ.
Eπενδύσεις στα φυτικά γαλακτοκομικά
Την ίδια στιγμή οι ελληνικές γαλακτοβιομηχανίες επενδύουν όλο και περισσότερο στη διεθνώς ανερχόμενη κατηγορία των φυτικών προϊόντων. Παρότι τον τελευταίο χρόνο παρατηρείται ένα «φρενάρισμα» συνολικά στην κατανάλωση των προϊόντων φυτικής προέλευσης λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, καθώς υπήρχε έτσι κι αλλιώς διαφορά στην τιμή, οι μεγάλοι «παίκτες» συνεχίζουν να αναπτύσσονται, βλέποντας τις θετικές προοπτικές για το μέλλον.
Τα φυτικά ροφήματα αποτελούν εκεί, την «κυρίαρχη» κατηγόρια, με ποσοστό πάνω από 60% στο σύνολο πωλήσεων των φυτικών προϊόντων στη ελληνική αγορά ενώ ταχύτατα ανερχόμενες είναι οι κατηγορίες των φυτικών τυριών και γιαουρτιών, προσελκύοντας έτσι το ενδιαφέρον των επιχειρήσεων του κλάδου για επενδύσεις.
Πηγή: cnn