Μπορεί να πέρασαν τα χρόνια αλλά η υπόθεση Φασούλα και η... αγάπη του κόσμου του ΠΑΟΚ παραμένει «ζωντανή». Σε συνέντευξή στο Oneman του ο βετεράνος μπασκετμπολίστας μιλά για την επιλογή του να πάει στον Ολυμπιακό και όχι μόνο.
Αναλυτικά οι δηλώσεις του:
“ΠΑΟΚ ήμουν απ” το σχολείο. Όλοι ΠΑΟΚτζήδες ήταν στο Βαρδάρη, και συνεπώς στο σχολείο μου. Είχαμε κι έναν Αρειανό, κάνα δυο “γριές” κι έναν Ολυμπιακό”.
“Ο πατέρας μου ήταν στρατιωτικός και όταν πήρε μετάθεση για το Διδυμότειχο, αποφάσισε με τη μάνα μου, με έναν πρωτοποριακό τρόπο σκέψης που ακόμα δεν μπορώ να συλλάβω, ότι πρέπει να μείνω στη Θεσσαλονίκη μ” αυτήν και την αδερφή μου για να παίξω μπάσκετ. Το ’79, το μπάσκετ δεν υπήρχε σε καμία αθλητική εφημερίδα. Η απόφαση τους ήταν αδιανόητη, δεν υπήρχε καμία προοπτική τότε στο άθλημα”.
“Παίζω ήδη 3-4 χρόνια στον ΠΑΟΚ και για κάποιο λόγο, για ό,τι αρνητικό συμβαίνει, φταίω πάντα εγώ. Ποτέ δεν το κατάλαβα. Χάνουμε από το Σπόρτιγκ και απ” όλους που έπαιζαν στην ομάδα, ο μόνος που τιμωρήθηκε -για να ευχαριστηθεί ο κόσμος- ήμουν εγώ. Μου έδιναν 200.000 δραχμές το μήνα και τις έκοψαν στις 70. Τέλειωσε η χρονιά και κάνω τα χαρτιά μου για να φύγω στην Αμερική”.
“Είχε ένα μπαρ ο Γιατζόγλου στη Θεσσαλονίκη, καθόμαστε ένα βράδυ και έρχονται οι παράγοντες του ΠΑΟΚ με τον Κορωναίο, που έχουν φέρει μόλις απ” τον Παναθηναϊκό. Την τελευταία χρονιά, αυτή με την ήττα απ” το Σπόρτιγκ, είχαμε βγει δεύτεροι. Τους λέω “Παιδιά, εγώ θα φύγω”, με πιάνει ο Κορωναίος, “Όχι ρε ψηλέ, πού να πας, εδώ, μαζί θα κάνουμε το ένα το άλλο”, του λέω “Τάκη μου εγώ την Πέμπτη φεύγω, δεν υπάρχει περίπτωση να μείνω”. Δεν με πίστευαν, αλλά όντως την Πέμπτη έφυγα. Τη σεζόν που ακολούθησε, ο ΠΑΟΚ βγήκε έκτος”.
“Αν ξαναέπαιζα ένα ματς, αυτό θα ήταν σίγουρα μια ήττα. Θα έπαιζα τον τελικό με τη Ρεάλ Μαδρίτης στη Ναντ (σ.σ. τελικός Κυπελλούχων που κρίθηκε οδυνηρά από μια λάθος πάσα του στο τέλος). Αυτό το παιχνίδι είναι φοβερό case study για την περίπτωσή μου. Χάνουμε σε όλο το ματς και το έχω γυρίσει εγώ. Έχω βάλει 21 πόντους, κάνω τάπες, βγάζω άμυνες και φτάνουμε στην τελευταία φάση. Το ματς είναι ισόπαλο, παίρνω το ριμπάουντ και μένουν επτά δευτερόλεπτα. Φεύγουν όλοι στην επίθεση εκτός απ” τον Κόρφα που στέκεται πίσω από τον Ρίκι Μπράουν. Δεν μπορώ να τη δώσω αλλού, δεν προλαβαίνω να την κατεβάσω και την πετάω ψιλοκρεμαστά στον Κόρφα. Την κλέβει ο Μπράουν και τη βάζει. Χαμός. Ήταν κάτι το τραγικό. Δεν έπρεπε να χάσουμε αυτό το ματς, θα είχε ιδιαίτερη σημασία να κερδίσει ο ΠΑΟΚ τη Ρεάλ Μαδρίτης. Δεν έχω δει ποτέ το βίντεο”.
“Ήμουν αντιδραστικός ως παίκτης, δεν ήμουν το καλύτερο παιδί, αλλά δεν ήμουν και αληταράς. Αντιμετώπιζα λίγο πιο χαλαρά τα πράγματα. Και τι έγινε δηλαδή άμα δεν παίξεις μπάσκετ; Έπαιζα γιατί μ” άρεσε και γιατί δεν έβλεπα τι άλλο μπορώ να κάνω στη ζωή μου. Θα έπαιζα είτε με πλήρωναν είτε όχι. Απλά, αν δεν με πληρώνεις, δεν θα μου κάθεσαι και στο σβέρκο. Αυτή ήταν η λογική μου”.
“Αν ο άνθρωπος δεν ευχαριστιέται που παίζει, δεν μπορεί να παίξει. Τα τελευταία χρόνια στον ΠΑΟΚ δεν ήταν ευχάριστα για μένα, όχι γιατί δε μ” άρεσε ο ΠΑΟΚ, αλλά γιατί ό,τι καλό γινόταν το έκανε κάποιος άλλος, ενώ στα κακά έφταιγα μόνο εγώ. Ήθελα να φύγω διακαώς”.
“Με πετυχαίνουν ΠΑΟΚτζήδες εδώ και με ρωτάνε “Γιατί ρε Παναγιώτη άφησες τη Θεσσαλονίκη;” και όταν τους ρωτάω πίσω, μου λένε “Ε, εμάς μας έφερε η ζωή εδώ”. Κι εμένα τι με έφερε; Το περιστέρι; Όταν έρχεται η ώρα ακόμη πιο οι πιο φανατικοί να πάρουν μια απόφαση για τη ζωή τους, να “σαι σίγουρος ότι δεν θα μετρήσει ούτε ο ΠΑΟΚ ούτε ο Ολυμπιακός στην απόφαση τους”.
“Δεν έχω ζητήματα να φύγω από οπουδήποτε για να πάω κάπου που νιώθω καλύτερα. Ισχύει και για τη ζωή και για το μπάσκετ. Ήταν συνειδητή επιλογή να σταματήσω στον Ολυμπιακό. Έπαιξα στον ΠΑΟΚ, κάτι δε μου βγήκε, έφυγα και τέλος. Σταμάτησα στα 36, θα μπορούσα να παίξω άλλα δυο χρόνια, αλλά ήθελα να σταματήσω στον Ολυμπιακό”.
“Όταν τελειώνει μια καριέρα, παραμένεις εκεί που έχεις τις καλύτερες αναμνήσεις. Γι” αυτό σταμάτησα στον Ολυμπιακό, γιατί τις καλύτερες αναμνήσεις τις είχα εκεί. Ολυμπιακός είμαι. Τελεία”.
“Πες ότι εγώ είμαι προδότης και θέλω να φύγω από τον ΠΑΟΚ. Μου χρωστάνε 170 εκ. δραχμές, δεν μ” έχουν πληρώσει καθόλου εκείνη τη χρονιά. Αν πάνε στο Παρακαταθηκών και μου βάλουν 23 εκ. στο λογαριασμό, με δεσμεύουν και δεν μπορώ να πάω πουθενά. Με εκδικούνται, μου καρφώνουν το δελτίο στο ταβάνι, παίρνουν το αίμα τους πίσω. Ε, δεν έκαναν ΟΥΤΕ ΑΥΤΟ. (γελάει δυνατά) Με τους τόκους, το ποσό είχε φτάσει στα 280 εκατομμύρια. Τελικά, τους χάρισα όλους τους τόκους και το μισό κεφάλαιο και πήρα 80 εκατομμύρια για να μην τους πάρουν το γήπεδο. Ούτε αυτό το είπανε. Τα περισσότερα λεφτά στον ΠΑΟΚ τα έχω βάλει εγώ. Και δεν τους έχω πάρει και εφάπαξ”.
“Δεν με νοιάζει που έμεινα στην ιστορία ως “προδότης” του ΠΑΟΚ. Θα μπορούσα να κάνω δηλώσεις μετάνοιας, να τους προσκυνάω από το πρωί μέχρι το βράδυ, να το παίζω ΠΑΟΚάρα. Δεν το έκανα. Πραγματικά δε με νοιάζει. Έχει μεγαλώσει μια γενιά παραγόντων του ΠΑΟΚ βασισμένη στο μίσος κατά του Φασούλα. Υπάρχουν άνθρωποι ακόμα το 2015 που κάνουν δηλώσεις εναντίον μου αποδεικνύοντας ότι η βλακεία είναι ανίκητη”.