Ποσοστά-ρεκόρ σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες καταγράφουν τα ακροδεξιά κόμματα στις Ευρωεκλογές, επιφέροντας ταπεινωτικές ήττες στα κόμματα του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς, του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και του Αυστριακού καγκελάριου Καρλ Νεχάμερ.
Μπορεί τα κυρίαρχα κόμματα να διατήρησαν τον έλεγχο του 705μελούς Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ωστόσο, υπήρξε μια σαφής μετατόπισh προς την (ακρο)δεξιά, σε μια ένδειξη της ανθεκτικότητας του αντικυβερνητικού συναισθήματος στη γηραιά ήπειρο.
Εκκωφαντική νίκη της Λεπέν στη Γαλλία
Αναλυτικότερα, στη Γαλλία, ο Εθνικός Συναγερμός (RN) της Μαρίν Λεπέν επέφερε μια τόσο συντριπτική ήττα στην κεντρώα παράταξη του Μακρόν, που οδήγησε τον Γάλλο ηγέτη να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές, έναν ριψοκίνδυνο ελιγμό που θα μπορούσε να επιφέρει περαιτέρω απώλειες στο κόμμα του και να ακυρώσει τα εναπομείναντα τρία χρόνια της προεδρικής του θητείας.
«Είμαστε έτοιμοι να αλλάξουμε τη χώρα, έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα των Γάλλων, έτοιμοι να βάλουμε τέλος στη μαζική μετανάστευση», δήλωσε η Λεπέν, μήνυμα που φαίνονται να ασπάζονται όλο και περισσότεροι Γάλλοι.
Ενδεικτικό άλλωστε είναι το γεγονός ότι ο Εθνικός Συναγερμός κατάφερε να εξασφαλίσει συνολικά 30 έδρες στην Ευρωβουλή, εκλέγοντας 12 βουλευτές περισσότερους από ότι το 2019, την ώρα που το ψηφοδέλτιο του Μακρόν περιορίστηκε στο 14,6% με μόλις 13 βουλευτές.
Ενισχυμένο στη δεύτερη θέση το γερμανικό AfD
Στη Γερμανία, η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) κατέλαβε τη δεύτερη θέση, υπογραμμίζοντας τη δύναμη του κόμματος ενόψει των εκλογών του επόμενου έτους.
Το βαθιά ευρωσκεπτικιστικό κόμμα προβλεπόταν να εξασφαλίσει πάνω από το 16% των ψήφων, καταγράφοντας την καλύτερη επίδοσή του στην ιστορία του και υψηλότερο ποσοστό από τα τρία κόμματα του συνασπισμού του Γερμανού καγκελάριου.
Μάλιστα, η συντηρητική συμμαχία της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης, που βρίσκονται στην αντιπολίτευση σε ομοσπονδιακό επίπεδο, βρέθηκε στην κορυφή της δημοσκόπησης με ποσοστό περίπου 30%, την ώρα που οι «Πράσινοι» έπεσαν κατά 8,5 ποσοστιαίες μονάδες στο 12%, τιμωρούμενοι από τους ψηφοφόρους για το κόστος των πολιτικών μείωσης των εκπομπών CO2.
Το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) του Σολτς και ο τρίτος εταίρος του συνασπισμού, το φιλοεπιχειρηματικό Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (FDP), προβλέπεται να κερδίσει περίπου 14% και 5% των ψήφων, αντίστοιχα, από 15,8% και 5,4% στις προηγούμενες εκλογές.
Κι όλα αυτά την ώρα που νέα λαϊκιστικά κόμματα ανταγωνίζονται για να καλύψουν το κενό που άφησε η παρακμή των κυρίαρχων κομμάτων τα προηγούμενα χρόνια, μετατόπιση που εκτιμάται ότι θα καταστήσει πολύ δύσκολο στα καθιερωμένα κόμματα να σχηματίσουν βιώσιμους συνασπισμούς.
Πρώτο το ακροδεξιό FPÖ στην Αυστρία
Στην Αυστρία, το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (FPÖ) συγκέντρωσε σχεδόν το 26% των ψήφων, επικρατώντας για πρώτη φορά σε εθνικό επίπεδο, ενώ το κυβερνών συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (OeVP) συγκέντρωσε πάνω από το 24% των ψήφων, ακολουθούμενο από τους Σοσιαλδημοκράτες με περίπου 23% και τους Πράσινους με σχεδόν 11%.
Από την πλευρά του, ο καγκελάριος Καρλ Νεχάμερ δεσμεύτηκε να αντιμετωπίσει τις ολοένα αυξανόμενες ανησυχίες των ψηφοφόρων εν όψει των εθνικών εκλογών, που θα διεξαχθούν μέσα στο 2024, συμπεριλαμβανομένης της πάταξης της παράνομης μετανάστευσης.
Την ίδια ώρα, η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι είδε τη θέση της να ενισχύεται σημαντικά, αφού οι δεξιοί λαϊκιστές «Αδελφοί της Ιταλίας» υπερδιπλασίασαν τις έδρες τους στο κοινοβούλιο.
Εξίσου αυξημένες υπήρξαν και οι επιδόσεις της ακροδεξιάς στην Ολλανδία, με το αντιμεταναστευτικό «Κόμμα για την Ελευθερία» του Γκερτ Βίλντερς να προβλέπεται να κερδίσει έξι έδρες, μόλις δύο λιγότερες από το σύνολο που θα συγκεντρώσουν τα κεντροαριστερά και πράσινα κόμματα.
Υποχώρηση της ακροδεξιάς στις σκανδιναβικές χώρες
Σημαντική εξαίρεση αποτελούν, τα αριστερά και πράσινα κόμματα στις σκανδιναβικές χώρες, με τα ακροδεξιά και λαϊκιστικά κόμματα στη Σουηδία, τη Δανία και τη Φινλανδία να βλέπουν τα ποσοστά τους να μειώνονται.
Παράλληλα, στην Ουγγαρία, το εθνικιστικό Φίντες του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν κέρδισε τις περισσότερες ψήφους, αλλά έχασε σημαντικό έδαφος σε σύγκριση με τις εκλογές του 2019.
«Σήμερα, νικήσαμε την παλιά αντιπολίτευση, τη νέα αντιπολίτευση και ανεξάρτητα από το πώς θα ονομάζεται η αντιπολίτευση την επόμενη φορά, θα τη νικήσουμε ξανά και ξανά», είπε ενθουσιασμένος ο Όρμπαν, την ώρα που κύριος αντίπαλός του, το κόμμα Tisza του Πέτερ Μαγιάρ συγκέντρωσε περίπου το 30% των ψήφων.