«Σήμερα η κατηγορούμενη με κοίταξε όπως τη μέρα της επίθεσης» είπε η Ιωάννα από το βήμα, η Έφη σιγοψιθύρισε και η μητέρα και ο αδερφός της Ιωάννας φώναξαν στη δικαστική αίθουσα «τέρας, φίδι, σκύλα» και άλλες εκφράσεις.
Οι διάλογοι:
- Πολιτική αγωγή προς Ιωάννα: Σήμερα η κατηγορούμενη σας είπε κάτι;
- Ιωάννα: Όχι. Με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα…
- (Κάτι σχολίασε η κατηγορούμενη χαμηλόφωνα)
- Αδελφός Ιωάννας: Σκάσε μωρή, που θα μιλήσεις κιόλας!. Φίδι ε φίδι μιλάς. Γ... το ...!
- Μητέρα Ιωάννας: Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας! Μας διέλυσες!
Με τη συνοδεία αστυνομικών ο αδελφός της Ιωάννας βγήκε για λίγο από τη δικαστική αίθουσα για να ηρεμήσει, ενώ η μητέρα της κάθισε στη θέση της. Η δίκη συνεχίζεται με την κατάθεση της Ιωάννας Παλιοσπύρου.
Η κατάθεση της Ιωάννας
«Τους έλεγα "δώστε μου λίγο νερό, πεθαίνω". Βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα, έριχναν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω». Με αυτά τα συγκλονιστικά λόγια περιέγραψε με γλαφυρό τρόπο την αποφράδα ημέρα της 20ης Μαΐου 2020 όταν δέχτηκε επίθεση με βιτριόλι η Ιωάννα Παλιοσπύρου, ενώπιον του δικαστηρίου.
«Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία. Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά»
«Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για κάποιο βοήθεια. Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα έριχναν νερό.
Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα "Θεέ μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς», κατέληξε.
«Θυμάμαι απλά να με βρέχουν, να ουρλιάζω, να πονάω να ξανακοιμάμαι να ξαναξυπνάω... Μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα...» είπε κλαίγοντας η Ιωάννα Παλιοσπύρου.
«Κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα κ απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα. Ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο» πρόσθεσε το θύμα της ειδεχθούς επίθεσης.
«Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου»
«Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως γιατί τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Για όσα διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσω αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό».
«Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για την κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο, άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε.
Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν. Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε.
Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο.
Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια. Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν».
«Ήθελε να με σκοτώσει»
«Ο σκοπός της κατηγορουμένης όπως έχουν καταλήξει και οι αρχές ήταν να με σκοτώσει. Επίσης έχω μάθει ότι είχαν γίνει άλλες τρεις απόπειρες. Δυο κάτω από το σπίτι μου που την είχαν δει να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία έγινε και μια απόπειρα την προηγούμενη ημέρα αλλά δεν με πρόλαβε. Και προσπάθησε πάλι εκείνη την ημέρα, που τα κατάφερε τελικά, αλλά δεν κατάφερε να με σκοτώσει.
Επίσης θέλω να επισημάνω, πάλι σύμφωνα με την έρευνα, τη συμπεριφορά της κατηγορουμένης, πέρα από το ότι έψαχνε να βρει τρόπο να τελειώσει το σχέδιο της. Με τρομάζει η συμπεριφορά που είχε. Ήταν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Χορεύει πάνω στα τραπέζια, δείχνει έναν άνθρωπο που αντί να φοβηθεί και να καλυφθεί, ενθαρρύνεται ακόμα περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα και πληροφορίες για ενέσεις αέρα και δηλητήριο που δεν ανιχνεύεται… Βλέπω έναν άνθρωπο που δεν πτοείται. Προσπαθεί ξανά και ξανά και γίνεται ακόμα χειρότερο. Και δεν ξέρω ακόμα ούτε ποιοι άλλοι γνώριζαν. Αλλά ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει και αυτό είναι που με φοβίζει».
«Κάποια στιγμή οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δεν κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα.
Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές, γενέθλια, στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες. Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους.
Κάλεσα την ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τη ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα.
Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι, αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω COVID. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο. Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση.
Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Εφη οκ αν δε μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε την ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον 2 περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μου είπε ότι κάποιο ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η είσοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελα πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά. Όλα αυτά αν τα συνδυάσει κανείς και σύμφωνα με το συμπέρασμα των αστυνομικών ήταν να με σκοτώσει», πρόσθεσε.
Πηγή: Dikaiologitika