Ελλάδα - Τουρκία: Τα πλάνα για εμπόριο 10 δισ. και οι σοβαρές δυσκολίες
Διαβάστε σχετικά
- Βύρων Νικολαΐδης: Ποιος είναι ο επιχειρηματίας που συνάντησε τον Ταγίπ Ερντογάν
- Ερντογάν: «Είπαμε να τελειώσουμε με τις αερομαχίες»
Τι ψάχνεις;
Παρά τους
υψηλούς στόχους που έθεσαν και τις
προσδοκίες που καλλιέργησαν χθες οι
δύο ηγέτες, της Ελλάδας και της Τουρκίας,
Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν,
για τον διπλασιασμό των εμπορικών
συναλλαγών των δύο χωρών στα 10 δισ. δολ.
τα επόμενα χρόνια, η πραγματικότητα
είναι αρκετά δύσκολη στις διμερείς
εμπορικές σχέσεις.
Η ανάπτυξη
του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών
επηρεάζεται από την οικονομική κρίση
της Τουρκίας με τον υψηλό πληθωρισμό
και την υποτίμηση της λίρας, ενώ η
διείσδυση των ελληνικών προϊόντων στην
αγορά της γείτονος είναι πάντα δύσκολη
λόγω της προστατευτικής της πολιτικής
με τους υψηλούς δασμούς. Αντίθετα, πολλά
τουρκικά προϊόντα εισέρχονται στην
Ελλάδα με το πλεονέκτημα του χαμηλού
κόστους παραγωγής.
Ο όγκος των
εμπορικών συναλλαγών των δύο χωρών στη
διάρκεια του 2022 ήταν περίπου 5,4 δισ. ευρώ
και η Τουρκία από την τέταρτη βρέθηκε
στην πέμπτη θέση μεταξύ των «πελατών»
των ελληνικών προϊόντων. Η περσινή
χρονιά ήταν χρονιά – ρεκόρ για τις
ελληνικές εξαγωγές.
Εφέτος τα
πράγματα δεν πηγαίνουν το ίδιο καλά. Ή,
μάλλον, δεν πηγαίνουν καλά. Ήδη η αξία
των ελληνικών εξαγωγών μειώνεται μήνα
με τον μήνα σταθερά. Και στο 9μηνο
Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου η Τουρκία
βρέθηκε από την έκτη στην έβδομη θέση
των καλύτερων αγορών των ελληνικών
προϊόντων, ενώ η αξία των ελληνικών
εξαγωγών προς την γειτονική χώρα έχει
μειωθεί σε διψήφιο ποσοστό.
Ειδικότερα,
οι εξαγωγές προς την Τουρκία μειώθηκαν
κατά 12,8% -διαμορφώθηκαν στα 1,473 δισ. ευρώ
από 1,690 δισ. ευρώ- γεγονός που δεν της
επέτρεψε να διατηρήσει την έκτη θέση
στην κατάταξη των κυριότερων προορισμών
ελληνικών προϊόντων που κατείχε το
αντίστοιχο διάστημα του 2022, με αποτέλεσμα
να υποχωρήσει στην έβδομη θέση.
Αξίζει να
σημειωθεί ότι καθ΄ όλη τη διάρκεια του
περσινού έτους η Τουρκία κατείχε την
πέμπτη θέση μεταξύ των καλύτερων αγορών,
στο 9μηνο όμως του 2022 βρέθηκε στην έβδομη
θέση. Ωστόσο εκφράζεται αισιοδοξία από
εξαγωγικούς κύκλους πως στη διάρκεια
του 12μηνου τελικώς θα υπάρξει θετικό
πρόσημο στην ελληνική εξαγωγική
δραστηριότητα προς την γειτονική αγορά.
Σύμφωνα
πάντως με την ετήσια έκθεση του Γραφείου
των Εμπορικών και Οικονομικών Υποθέσεων
της ελληνικής Πρεσβείας στην Άγκυρα,
«το διμερές εμπόριο χαρακτηρίζεται
διαχρονικά από την κυρίαρχη συμμετοχή
(50% - 70%) των προϊόντων διύλισης
πετρελαίου/καυσίμων και της ηλεκτρικής
ενέργειας στη σύνθεση των ελληνικών
εξαγωγών και την αυξανόμενη διεύρυνση
του μίγματος των τουρκικών εξαγωγών».
Και σημειώνεται
χαρακτηριστικά ότι «για μία δεκαετία,
από το 2009, το εμπορικό ισοζύγιο των δύο
χωρών ήταν πλεονασματικό υπέρ της
Ελλάδας (με εξαίρεση το 2016). Το 2022, οι
ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά
21,5%. Τα εξαχθέντα πετρελαιοειδή αυξήθηκαν
23% (η λειτουργία του διυλιστηρίου STAR στη
Σμύρνη - επένδυση της αζερικής κρατικής
εταιρείας SOCAR, καθώς και αντίστοιχες
επενδύσεις που υλοποιούνται με ταχύ
ρυθμό σε άλλες περιοχές της Τουρκίας,
αναμένεται ότι θα υποκαταστήσουν σε
μεγάλο βαθμό τις ελληνικές εξαγωγές
πετρελαιοειδών, τα επόμενα έτη)».
Πάντως, «το
εμπορικό ισοζύγιο, παρουσίασε βελτίωση
και διαμορφώθηκε για την Ελλάδα με
έλλειμμα ύψους 389 εκατ. ευρώ (-11,14%), εξέλιξη
η οποία οφείλεται κυρίως στη μείωση των
τ/εξαγωγών πετρελαιοειδών και ηλεκτρικής
ενέργειας (-47%). Ο συνολικός όγκος εμπορίου
μεταξύ των δύο χωρών, το 2022, αυξήθηκε
κατά 18,4% σε σχέση με το προηγούμενο έτος
ανερχόμενος σε 5,4 δισ. ευρώ περίπου».
Οι ελληνικές
εξαγωγές ανήλθαν σε 2,5 δισ. ευρώ,
παρουσιάζοντας αύξηση 21,5%. «Η άνοδος
κατανεμήθηκε σχεδόν ισόρροπα μεταξύ
των εξαγωγών χωρίς προϊόντα πετρελαίου
και των προϊόντων πετρελαίου συνολικά
(20,36% και 23% αντίστοιχα). Οι ελληνικές
εισαγωγές ανήλθαν σε 2,9 δισ. ευρώ (15,77%).
Μεταξύ των χωρών-μελών της Ε.Ε. όσον
αφορά στις εξαγωγές, η Ελλάδα ήταν ο
11ος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της
Τουρκίας υποχωρώντας κατά δύο θέσεις
σε σύγκριση με το 2021 (9η θέση)». Ενώ,
γενικότερα, στις τουρκικές εισαγωγές
«η Ελλάδα ήταν αντίστοιχα στη 10η θέση
(διατήρησε τη θέση έτους 2021)».
Έχει ενδιαφέρον
επίσης το γεγονός ότι «οι εξελίξεις
στις ελληνοτουρκικές εμπορικές συναλλαγές
- εξαιρουμένων των προϊόντων πετρελαίου
- μπορούν να αποδοθούν στην ανταγωνιστικότητα
των τουρκικών προϊόντων λόγω αντικειμενικών
παραγόντων (μέγεθος και δομή παραγωγικού
ιστού, χαμηλότερο εργατικό και λειτουργικό
κόστος), καθώς και στον προστατευτισμό
που χαρακτηρίζει την τ/οικονομική και
εμπορική πολιτική».
Ο προστατευτισμός
παρατηρείται κυρίως στις κατηγορίες
των τροφίμων και των αγροτικών προϊόντων
και οι δασμοί εκτείνονται από 15% στους
χυμούς μέχρι και 225% στο κρέας – στην
φέτα επί παραδείγματι ανέρχονται στο
180%!
Εκτός από τα
πετρελαιοειδή, οι σημαντικότερες
εξαγωγές αφορούν στο βαμβάκι (12,6% του
συνόλου έναντι 19,4% το 2021), μηχανές
επεξεργασίας δεδομένων (4%), ελάσματα
αργιλίου (3,4%), φάρμακα (3%), πολυμερή
προπυλενίου, σωλήνες από χαλκό και
χρυσός. Ομως πέρυσι εντυπωσιακή αύξηση
παρουσίασαν οι ελληνικές εξαγωγές
χρυσού κατά 168%, εμπιστευτικών προϊόντων
κατά 463%, ηλεκτρικής ενέργειας κατά
8.391% προϊόντων χάρτου κατά 115% και θείου
κατά 194%.
Αναφορικά
με τις επενδύσεις μεταξύ των δύο αγορών,
επισημαίνεται πως οι ελληνικές επενδύσεις
στην Τουρκία ξεπερνούν κατά πολύ τις
αντίστοιχες τουρκικές στην Ελλάδα. Το
2021 η αξία των ελληνικών επενδύσεων στην
Τουρκία ανερχόταν σε 337 εκατ. ευρώ έναντι
316 εκατ. το 2020. Οι τουρκικές επενδύσεις
στην Ελλάδα αυξάνονται με σημαντικά
χαμηλότερους ρυθμούς. Η αξία τους
ανέρχεται σε 104 εκατ. ευρώ έναντι 69 εκατ.
ευρώ το 2020.
Οι εταιρείες με ισχυρή παρουσία
Όπως αναφέρεται
στην ετήσια έκθεση, οι σημαντικότερες
ελληνικές εταιρείες στην Τουρκία είναι
η ΤΙΤΑΝ, η CHIPITA, ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΛΕΥΚΟΛΙΘΟΙ,
ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΚΡΗΤΗΣ, PALAPLAST, ALUMIL, ISOMAT, EURODRIP,
KLEEMANN, KΑΡΕΛΙΑ, INTRALOT (μετέχει στην εταιρεία
INTELTEK), INTELLI SOLUTIONS.
«Η δυσμενής
οικονομική συγκυρία έχει πλήξει και
τις ελληνικές επιχειρήσεις που
δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Οι
ελληνικές εταιρείες που διατηρούν
παραγωγικές μονάδες στους κλάδους
δομικών υλικών και τροφίμων παρουσιάζουν
μικτή εικόνα, καθώς υποκατέστησαν εν
μέρει την πτώση της εγχώριας ζήτησης
με αύξηση των εξαγωγών τους, ενώ η πτώση
της ΤΛ έφερε μείωση των λειτουργικών
εξόδων τους», σημειώνεται.
Αλλά «οι
αμιγώς εξαγωγικές εταιρείες ευνοήθηκαν
από την υποτίμηση της τουρκικής λίρας,
καθώς οι τιμές των προϊόντων τους
καθίστανται πιο ανταγωνιστικές (CHIPITA,
MERKO, ROYAL FOODS). Αντίθετη είναι η εικόνα για
τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν
εισαγόμενες πρώτες ύλες. Ο όμιλος
ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ, από τον Δεκέμβριο του 2018
πραγματοποιεί εισαγωγές φορτίων φυσικού
αερίου από την Τουρκία, αποτελώντας την
πρώτη ιδιωτική ελληνική εταιρεία που
εισάγει φυσικό αέριο από την Τουρκία,
εκτός της ΔΕΠΑ», αναφέρεται.
Πηγή: businessdaily.gr
Ενημερωθείτε πρώτοι για όλα τα τελεταία νέα, απευθείας στο email σας